Πανάρχαια μελωδία
Γέφυρες στο χρόνο

Πανάρχαια μελωδία

Η μουσική είναι υπαρκτή από την εμφάνιση των πρώτων εκφράσεων των τεχνών, από τους προϊστορικούς χρόνους. Κάθε μουσικό όργανο έχει μια πορεία μέσα στον χρόνο και αποτελεί κομμάτι της ιστορίας διαφόρων λαών του πλανήτη. Κάποια όργανα έχουν εκλείψει πια, ενώ άλλα συνεχίζουν να υπάρχουν και εξελίσσονται μέχρι σήμερα. Ας μιλήσουμε, λοιπόν, για ένα από αυτά.

Όταν κάποιοι από τους πρώτους κυνηγούς της ιστορίας, εκτόξευαν τα βέλη τους προς την εκάστοτε λεία, αντιλήφθηκαν ότι αυτή η κίνηση παρήγαγε έναν ιδιαίτερο ήχο. Έτσι, μάλλον, ξεκίνησε η δημιουργία ενός από τα αρχαιότερα μουσικά όργανα στον κόσμο. Από ένα κυνηγετικό όπλο, δημιουργήθηκε ένα μελωδικό μουσικό όργανο, η άρπα.

Με βάση την δομή του τόξου και την χορδή από την οποία εκτοξεύονταν τα βέλη, η άρπα εξελίχθηκε σε ένα έγχορδο τριγωνικό όργανο, το οποίο ήταν αγαπητό σε πολλούς λαούς της αρχαιότητας. Υπήρξε στην Ασία, στην Αφρική, στην Ευρώπη, μέχρι και στην Αμερική.

Από ανασκαφές στην αρχαία πόλη Ουρ της Μεσοποταμίας, οι οποίες πραγματοποιούνταν τον 20ο αιώνα, ανακαλύφθηκαν τα ξύλινα μέλη της πρώτης άρπας που βρέθηκε ποτέ. Στα παλάτια των Σουμερίων, 3.500 χρόνια πριν, αυτή η άρπα σίγουρα αιχμαλώτιζε τα πλήθη στα χέρια ενός ικανού μουσικού.

Στην αρχαία Αίγυπτο, παίκτριες άρπας έπρεπε να εμφανίζονταν μπροστά στον Φαραώ και να τον εύφραιναν με το παίξιμό τους, ενώ ταυτόχρονα χορεύτριες πρέπει να συνόδευαν την μουσική τους. Στις τοιχογραφίες των μεγαλοπρεπών τάφων τους, απεικονίζονται πολλές τέτοιες σκηνές, ώστε η μουσική της άρπας να τους συνοδεύει και στο ταξίδι τους στην άλλη ζωή. 

Παγκοσμίως γνωστή είναι η βιβλική ιστορία του Δαβίδ και του Γολιάθ. Της σύγκρουσης του μικρού βοσκού και του τρομερού «γίγαντα» της Ιερουσαλήμ, τον οποίο ο πρώτος νίκησε μονάχα με μια σφεντόνα. Λέγεται, ότι όταν ο Δαβίδ έγινε βασιλιάς της Ιερουσαλήμ, του άρεσε να παίζει άρπα, όπως έκαναν και πολλοί άλλοι Ισραηλίτες μετά από αυτόν.

Μεταφερόμενοι στην Ασία, σε βραχογραφίες και σε έργα λογοτεχνίας της προϊστορικής Ινδίας, η άρπα κάνει αισθητή την παρουσία της. Τόσο απλοί μουσικοί όσο και Ινδοί βασιλιάδες αργότερα, έπαιζαν άρπα. Γνωστή και αγαπητή ήταν επίσης, στην αρχαία Κίνα. Ενώ υπήρχαν κάποια κινέζικα είδη της, κατά την περίοδο βασιλείας της δυναστείας των Μινγκ (1368-1644 μ.Χ.), εξαφανίστηκε.

Ένας παρόμοιος τύπος με αυτόν της Κίνας, υπήρχε στην αρχαία Κορέα, αλλά ούτε αυτός διατηρήθηκε εκεί μέχρι σήμερα. Στην Μιανμάρ, όμως, η άρπα όχι απλά συνεχίζει να ηχεί, μετά από τόσους αιώνες, αλλά αποτελεί και εθνικό μουσικό όργανο της χώρας.

Πίσω στην Ευρώπη και στην Προϊστορία, ίσως μουσικοί περιπλανιούνταν ή έπαιζαν μπροστά σε κοινό στις Κυκλάδες. Στην αρχαία Ελλάδα, η μελωδία της άρπας θεωρούνταν κάτι το θεϊκό. Ένας τρόπος να συνομιλούν οι άνθρωποι με τους θεούς μέσω της μουσικής. Γι’ αυτό ίσως και ο «Αρπιστής», το κυκλαδικό ειδώλιο του 2.800-2.300 π.Χ.  από την Κέρο, στρέφει το κεφάλι του προς τον ουρανό ενώ παίζει καθιστός την άρπα του.

Πολλούς αιώνες μετά, στην βορειοδυτική Ευρώπη, ο αρχαίος λαός των Κελτών ανέπτυξε μια ιδιαίτερη αγάπη για την άρπα, την οποία διατήρησαν οι επόμενοι προερχόμενοι από αυτούς λαοί και τελικά και οι σύγχρονοι μακρινοί απόγονοί τους. Τον 8ο αιώνα μ.Χ., περιπλανώμενοι τροβαδούροι και βάρδοι (ποιητές και τραγουδιστές των Κελτών που εξυμνούσαν ηγεμόνες και ήρωες), διασκέδαζαν τα πλήθη και διατηρούσαν την παράδοσή τους ζωντανή μέσω της φορητής άρπας τους. Σήμερα η κελτική άρπα αποτελεί εθνόσημο της Ιρλανδίας.

Κατά την διάρκεια του Μεσαίωνα, η άρπα γνώρισε πολλές μεταβολές στην μορφή της και εξελίχθηκε διαφορετικά στις χώρες της Ευρώπης. Κοινό ήταν το γεγονός ότι ήταν διάσημη και λατρευτή στους κύκλους των ευγενών, των αριστοκρατών, καθώς και των βασιλικών αυλών. Οι νέες μορφές της διαδόθηκαν κατά την Αναγέννηση και την εποχή του Μπαρόκ, στην Ιταλία και στην Ισπανία.

Με τις κατακτήσεις της Ισπανίας και την αποικιοκρατία, ακολούθησαν πολλές ανταλλαγές και υιοθετήσεις πολιτισμικών στοιχείων των διάφορων και διαφορετικών πολιτισμών που ήρθαν σε επαφή. Έτσι και η άρπα, ταξίδεψε με τις ισπανικές γαλέρες και έφτασε μέχρι την Λατινική Αμερική, στο Μεξικό, στα βουνά του Περού, στην Βενεζουέλα, στην Παραγουάη, στην Ουρουγουάη, στην Αργεντινή και από εκεί στην Βολιβία και την Βραζιλία. Αναμείχθηκε με την «πικάντικη» μουσική των εξωτικών αυτών τόπων και έγινε μόνιμο μέλος τους.

Τον 19ο αιώνα, γίνεται τελικά και μόνιμο όργανο ορχήστρας, με τους σημαντικότερους συνθέτες της εποχής να την συμπεριλαμβάνουν στα έργα τους. Σήμερα, με την τεχνολογική εξέλιξη και επανάσταση, η μορφή και οι ηχητικές της ικανότητες έχουν φτάσει σε άλλο επίπεδο. Μέχρι και ηλεκτρικές άρπες έχουν κάνει τα τελευταία χρόνια την εμφάνισή τους.

Έτσι, λοιπόν, η άρπα έχει χαράξει μια πορεία μέσα σε αρχαίους δρόμους, συμπόσια, βασιλικά παλάτια, μεσαιωνικές ταβέρνες, κάστρα ευγενών, πανηγύρια, γιορτές, τελετές, όπερες και θέατρα. Η αρχαία καταγωγή της και η απόκοσμη σχεδόν μελωδία της, συνεχίζει να μας θυμίζει ότι η μουσική είναι κάτι που μας ξεπερνά και μας συνδέει με τους απώτατους προγόνους μας, αλλά και αυτούς που πρόκειται να έρθουν εδώ μετά από μας. 

Βιβλιογραφία:

Ωδείο Ars Musicalis

The Brainstorm

Υπουργείο Παιδείας