Ha-Joon Chang , Νόστιμη Οικονομία, Ένας πεινασμένος οικονομολόγος εξηγεί τον κόσμο, μτφρ. Μενέλαος Αστερίου, σελ 312
Χρόνια ακούμε ότι η οικονομία ...μαγειρεύεται και όντως κάποιοι οικονομολόγοι τα καταφέρνουν μαγειρεύοντάς την! Η Νόστιμη Οικονομία του Ha-Joon Chang είναι μια ξεχωριστή οικονομική μελέτη για το φαγητό και τις οικονομικές θεωρίες που το αφορούν. Εκείνο, ωστόσο, που κάνει αυτό το βιβλίο ξεχωριστό και του δίνει μια ζωντάνια με τον κάθε αναγνώστη να νοιώθει ότι τον αφορά, είναι ότι πρόκειται για ένα πολιτισμικό κείμενο με ψυχή, ένα παιχνίδι γεύσης και νόησης, μια χαρμολύπη της παγκοσμιοποίησης που ξεκινά από μια τουρσί σκελίδα σκόρδου και φτάνει έως τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου και τη βιομηχανία της σοκολάτας.
Ο Chang, διάσημος Κορεάτης οικονομολόγος και δάσκαλος στο SOAS του Λονδίνου, συνθέτει ένα βιβλίο που διαβάζεται μέσα από ιστορίες. Όπως ίσως θα έπρεπε να διδάσκεται η οικονομική επιστήμη. Έτσι οι ισολογισμοί μετατρέπονται σε ταξίδια μέσα από απολαυστικές γεύσεις και ιδέες που πραγματικά σε εκπλήσσουν. Μιλάει για τις γευστικές προκαταλήψεις της Βρετανίας, την επανάσταση της Κορέας μέσω της κουζίνας, για τον ιμπεριαλισμό της μπανάνας, για την Coca-Cola, για την παγκόσμια εξάρτηση από το καρότο (!), για τη γεύση του κράτους πρόνοιας μέσα από ένα πιάτο φακές...
Κάθε κεφάλαιο συνδυάζει μια τροφή με έναν οικονομικό μύθο ή ένα πολιτικό σχήμα σκέψης. Από τους γαύρους της παγκοσμιοποίησης μέχρι τα μακαρόνια της μεταπολεμικής Ιταλίας, ο συγγραφέας χτίζει έναν εναλλακτικό άτλαντα κατανόησης της οικονομικής σκέψης, με όπλο του όχι τον αφηρημένο φορμαλισμό αλλά την καθημερινή εμπειρία. Το μόνο που ίσως του ξέφυγε στο σημαντικό κεφάλαιο για τον γαύρο είναι ότι δεν υπάρχει καμία αναφορά στο ξεχωριστό είδος γαύρου που απαντάται στον Πειραιά και τηγανίζεται στο Καραϊσκάκη, στο μεγαλύτερο τηγάνι που υπήρξε ποτέ!
Ο συγγραφέας παρουσιάζει τις πολύπλοκες οικονομικές αναλύσεις μέσα από μια γλώσσα κατανοητή, προσιτή, δίχως όμως απλουστεύσεις. Η σχέση του με το φαγητό είναι βιωματική και πνευματική και ο ίδιος δεν κρύβει ούτε τις πολιτικές του θέσεις ούτε τις πολιτισμικές του ευαισθησίες. Όπως λέει, στόχος του είναι να μας μάθει να διαλέγουμε τις οικονομικές θεωρίες μας όπως και το φαγητό με επίγνωση, φαντασία, και κριτικό πνεύμα.
Η Νόστιμη Οικονομία μπορεί να διαβαστεί ως βιβλίο αυτογνωσίας, ως πολιτική φωνή, ως πολιτισμικό δοκίμιο, ή απλώς ως μία από τις πιο ευφυείς εισαγωγές στην εναλλακτική οικονομική σκέψη των τελευταίων δεκαετιών. Και είναι –εκτός των άλλων– και ένα υπέροχο βιβλίο για να το χαρίσεις: σε ανθρώπους που νομίζουν ότι δεν καταλαβαίνουν την οικονομία, αλλά αγαπούν τις ιστορίες· και σε εκείνους που πιστεύουν πως η πολιτική αρχίζει από το τι τρως και με ποιους το τρως!
Γιατί, όπως καταλήγει και ο Chang, δεν τρώμε μόνο για τον εαυτό μας. Τρώμε για τον πλανήτη. Για την ισότητα. Για το μέλλον.
***
Η κρίση δεν ήταν μόνο οικονομική – ήταν πολιτισμική
Ζαχαρίας Σκούρας, Η κρίση της κρίσης, Εκδόσεις Επίκεντρο, Πρόλογος: Παντελής Σαββίδης, εκδ. Επίκεντρο, σελ. 136
Η λέξη «κρίση» έγινε το ελληνικότερο των ουσιαστικών μέσα σε μια δεκαετία που άλλαξε την ηθική γεωγραφία της χώρας. Μια λέξη τόσο χρησιμοποιημένη, ώστε κατάντησε άδεια. Ακριβώς γι’ αυτό έχει ενδιαφέρον το εγχείρημα του Ζαχαρία Σκούρα: να αναστοχαστεί όχι μόνο την κρίση, αλλά την κρίση της κρίσης. Δηλαδή, να αναρωτηθεί γιατί αποτύχαμε ως κοινωνία, ως πολιτικό σώμα, ως διανόηση, να κατανοήσουμε, να ερμηνεύσουμε και εντέλει να υπερβούμε το φαινόμενο που μας καθόρισε.
Ο Σκούρας, που διετέλεσε καθηγητής Γενετικής του τμήματος βιολογίας του ΑΠΘ, στρέφει τον φακό πιο μακριά και πιο βαθιά: αποκαλύπτει τον ιδεολογικό και διανοητικό εφησυχασμό που επέτρεψε σε μια κοινωνία να μετατρέψει τη φθορά σε κανονικότητα. Αποδεικνύει ότι το ζητούμενο δεν ήταν η έξοδος από τα μνημόνια, αλλά η έξοδος από την αμεριμνησία, η αναθεώρηση ενός αναχρονιστικού κρατισμού, μιας τεμπέλικης αντίληψης περί κοινωνικής προόδου και μιας παιδαριώδους δαιμονοποίησης του διεθνούς συστήματος.
Ο συγγραφέας γράφει με σαφήνεια αλλά και ακαδημαϊκό βάθος. Ο λόγος του είναι στοχαστικός χωρίς να γίνεται ελιτίστικος, και κριτικός χωρίς να γλιστρά στην πικρία. Δεν χαρίζεται σε κανέναν: ούτε στη «νέα Αριστερά της οργής», ούτε στη «Δεξιά της αμνησίας». Στη θέση της καταγγελίας, προτάσσει την ανάγκη θεσμικής ανασυγκρότησης. Εκεί έγκειται και η ριζοσπαστικότητα του βιβλίου: δεν χαϊδεύει τα αυτιά του «προοδευτικού» κοινού, ούτε και των φιλελεύθερων αναγνωστών. Αντίθετα, εκθέτει τις αυταπάτες και των δύο.
Ο πρόλογος του Παντελή Σαββίδη, παρεμβατικός και ζυγισμένος, προετοιμάζει τον αναγνώστη για ένα κείμενο που απαιτεί συμμετοχή και όχι «κατανάλωση». Πρόκειται για ένα βιβλίο που, σε πείσμα των καιρών, δεν διατάζει να μιλήσει για ευθύνη, για λογική, για θεσμική αυτογνωσία. Απευθύνεται στους αναγνώστες εκείνους που εξακολουθούν να πιστεύουν πως το να σκεφτείς σοβαρά για την πολιτική, είναι πράξη ηθική.
Στην Ελλάδα του 2025, που νομίζει πως έχει αφήσει πίσω της τα δύσκολα, τέτοια βιβλία έρχονται να θυμίσουν ότι το πραγματικό ερώτημα δεν ήταν ποτέ πότε τελειώνει η κρίση, αλλά ποια κοινωνία θα υπάρξει μετά από αυτήν.