Τι θα κρίνει τα αποτελέσματα στις Aυτοδιοικητικές

Τι θα κρίνει τα αποτελέσματα στις Aυτοδιοικητικές

Οι σημερινές Δημοτικές και Περιφερειακές εκλογές παρουσιάζουν αρκετές ιδιομορφίες σε σχέση με προηγούμενες μάχες στην Αυτοδιοίκηση και αυτό δημιουργεί αρκετά ερωτηματικά για τα αποτελέσματα από τις κάλπες, αλλά και δεδομένα για την ερμηνεία τους. Πριν απ΄ όλα πραγματοποιούνται μόλις τρεις μήνες μετά τις δεύτερες βουλευτικές εκλογές. Έχει προηγηθεί μια διπλή εκλογική μάχη στην οποία ο Κ. Μητσοτάκης και η Ν.Δ πέτυχαν πολύ μεγάλες πολιτικές νίκες, σε συνδυασμό με τη συντριβή του ΣΥΡΙΖΑ.  

Οι πολίτες εκφράστηκαν πολιτικά ανέδειξαν μια μεγάλη πολιτική κυριαρχία του Κ. Μητσοτάκη. Οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις απέδειξαν ότι αυτή είναι δεδομένη και αδιατάρακτη παρά τα προβλήματα που παρουσιάστηκαν.

Αυτό σημαίνει ότι επί της ουσίας δεν υπάρχει κάποιο ισχυρό πολιτικό διακύβευμα και τα όποια πολιτικά μηνύματα που θα υπάρχουν θα έχουν μερικό χαρακτήρα και θα εξαχθούν έμμεσα. Δεν έχουν καμία σχέση με τις εκλογές στην Αυτοδιοίκηση το 2019.

Τότε τα αποτελέσματα στην εκλογική μάχη σε συνδυασμό με τα αποτελέσματα των Ευρωεκλογών έφεραν ως αποτέλεσμα τις πρόωρες εκλογές, στις οποίες πορευτήκαμε έχοντας πια την αίσθηση ότι έχουν ανατραπεί πλήρως οι συσχετισμοί των δύο βουλευτικών εκλογών του 2015 και ότι «η Ν.Δ έρχεται».

Παράλληλα η παρατεταμένη προεκλογική περίοδος και οι διπλές βουλευτικές εκλογές, οι φυσικές καταστροφές το Καλοκαίρι, οι πλημμύρες στη Θεσσαλία, ακόμα και οι εκλογές για την ανάδειξη του νέου Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ έστρεψαν το ενδιαφέρον της κοινωνίας αλλού.

Η πραγματοποίηση των εκλογών στην Αυτοδιοίκηση άρχισαν να απασχολούν από αρχές Σεπτεμβρίου και μετά και πιο έντονα τις τελευταίες δύο εβδομάδες. Έχουν περάσει σχετικά υποβαθμισμένες. Στις έρευνες παρατηρούσαμε, ότι ένα τμήμα των πολιτών δε γνώριζαν καν τους υποψήφιους και μάθαιναν το σύνολο των υποψηφίων από τα ερωτήματα που απηύθυναν οι ερευνητές μας.

Σ΄αυτές τις δύο ιδιομορφίες, ας προσθέσουμε και ένα δεδομένο ακόμα. Στο σύνολο των Δήμων, η μεγάλη πλειοψηφία των υποψηφίων Δημάρχων παρουσιάζονται πια ανεξάρτητοι και η προσπάθειά τους  εστιάζεται στη συγκρότηση ευρέων, πολυσυλλεκτικών ψηφοδελτίων.

Οι περισσότεροι υποψήφιοι Δήμαρχοι όπου και αν ανήκουν, αποφύγουν και οι ίδιοι να έχουν κάποια ανοιχτή στήριξη. Αν κάποτε τα κόμματα συζητούσαν επί μήνες σε ποιους θα δώσουν το χρίσμα ή τη στήριξη σε κάποιον υποψήφιο, τώρα αυτό το φαινόμενο έχει εκληφθεί.

Οι εκλογές αποκτούν όλο και πιο αυτοδιοικητικά χαρακτηριστικά. Με εξαίρεση το Κ.Κ.Ε όλα τα άλλα κόμματα ανακοίνωσαν βασικά τις στηρίξεις τους σε Αθήνα, Πειραιά, Θεσσαλονίκη και άφησαν «ανοιχτό το παιχνίδι» σε όλους τους άλλους. Άλλωστε παρά τη συνένωση Δήμων,  η Ελλάδα είναι μια χώρα που περίπου το 40% των Δήμων έχει πληθυσμό κάτω από 20.000 κατοίκους.

Οι μισοί δε από αυτούς έχουν πληθυσμό κάτω και από 10.000 πολίτες. Η προσωπικότητα του υποψήφιου Δημάρχου, η επάρκειά του και η σύνθεση του ψηφοδελτίου αποτελούν πια τους δύο βασικούς παράγοντες που καθορίζουν την ψήφο των πολιτών. Αυτό έχει ενισχυθεί ακόμα περισσότερο μετά τις φυσικές καταστροφές που σε τμήμα της κοινής γνώμης υπήρχε μια ωρίμανση για τα κριτήρια ψήφου, αφού φάνηκαν Δήμαρχοι ικανοί, παρεμβατικοί και Δήμαρχοι που απέτυχαν.

Που οδηγούν οι προαναφερόμενοι παράγοντες; Πριν απ΄όλα σε ένα κίνδυνο μεγάλης αποχής. Η πολιτική κόπωση από τις αλλεπάλληλες πρόσφατες εκλογικές μάχες, αλλά και η μη ανάδειξη του ρόλου των Αυτοδιοικητικών εκλογών για το τι θα συμβεί ανά περιοχή στην επόμενη πενταετία, θα οδηγήσουν πιθανότατα σε σημαντική αποχή.

Φαίνεται ότι η αποχή μπορεί να σωθεί σχετικά, αφού υπάρχουν 152.000 περίπου υποψήφιοι δημοτικοί και περιφερειακοί σύμβουλοι. Αν θεωρήσουμε ότι ο καθένας έχει τουλάχιστον ένα κύκλο δέκα ανθρώπων από το στενό και οικογενειακό περιβάλλον που θα ενδιαφερθεί για την υποψηφιότητά τους, οδηγούμαστε στην εκτίμηση ότι περίπου 1,5 εκατομ. πολίτες θα ενεργοποιηθούν.

Ωστόσο, αυτό θα αφορά τον πρώτο γύρο των εκλογών. Στον δεύτερο γύρο θα υπάρχει μεγάλη πτώση. Το 2019 υπήρχε πτώση της συμμετοχής κατά 20% περίπου. Ψηφοφόροι συνδυασμών που δε θα έχουν περάσει στον δεύτερο γύρο, ψηφοφόροι υποψηφίων που θα φαίνεται ότι δεν εκλέγονται, ετεροδημότες που δε θα ξαναπάνε να ψηφίσουν, η επικράτηση ενός Περιφερειάρχη ή Δημάρχου σε Δήμο της Περιφέρειας από τον πρώτο γύρο  είναι παράγοντες που αναπόφευκτα θα οδηγήσουν σε αρκετά μεγαλύτερη αποχή στον δεύτερο γύρο.

Ταυτόχρονα η αίσθηση μη ύπαρξης ισχυρού πολιτικού διακυβεύματος, αλλά και οι ιδιομορφίες των Αυτοδιοικητικών εκλογών οδηγούν σε μια γενικότερη χαλάρωση στην εκλογική συμπεριφορά. Καθιστούν τις κομματικές συσπειρώσεις πιο δύσκολη υπόθεση. Στις έρευνες αυτής της περιόδου φαινόταν ότι οι ψηφοφόροι όλων των κομμάτων μοιράζονταν σε δύο ή και σε τρεις συνδυασμούς.

Το κόμμα που συγκριτικά φαίνεται να έχει μια σημαντική συσπείρωση είναι η Ν.Δ και ακολουθεί το Κ.Κ.Ε.  Άλλωστε τα άλλα κόμματα της Αντιπολίτευσης φαίνεται πέραν των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν, να μην έχουν και σαφείς στόχους, ένα πήχη που να καθορίζει την επιτυχία από την αποτυχία.

Αυτό θα επιδράσει καθοριστικά στο αποτέλεσμα στις κρίσιμες μάχες, το αποτέλεσμα των οποίων θα τροφοδοτήσει την όποια πολιτική συζήτηση μετεκλογικά, δηλαδή στις 13 Περιφέρειες και τους τρεις μεγάλους Δήμους. Η Ν.Δ δίνει αυτή τη μάχη με  στόχο το 13+3, όπως τον έχει καθορίσει ο Πρωθυπουργός. Η σαφήνεια του στόχου, η δραστηριοποίηση ενός κόμματος που έχει αυτοπεποίθηση σε συνδυασμό με την αδυναμία τόσο του ΣΥΡΙΖΑ που συνεχίζει να είναι σε περιδίνηση, όσο όμως και του ΠΑΣΟΚ, καθιστά αυτόν τον στόχο δυνατό ειδικά για τις Περιφέρειες αν και όχι τον πιο προβλέψιμο.

Από τις έρευνες φαίνεται σε 8 Περιφέρειες να υπάρχει εκλογή από τον πρώτο γύρο ή αποτέλεσμα που να εξασφαλίζει τη νίκη του υποψήφιου που στηρίζει η Ν.Δ στον δεύτερο και σίγουρα πέντε κρίσιμες μονομαχίες στις οποίες θα έχουμε  δεύτερο γύρο (Πελοπόννησος, Ανατολ. Μακεδονία- Θράκη, Βόρειο Αιγαίο, Ιόνιο, Δυτική Μακεδονία).

Η ιδιομορφία είναι ότι και στις πέντε, η μάχη θα γίνει ανάμεσα στον επίσημο υποψήφιο και κάποιον του ευρύτερου κεντροδεξιού χώρου, κάποιον «αντάρτη» όχι πάντως κάποιον υποψήφιο της Αντιπολίτευσης. Από τους δε τρεις μεγάλους Δήμους φαίνεται να υπάρχει επικράτηση στους δύο, με «αχίλλειο πτέρνα» τη Θεσσαλονίκη.

Να το πούμε αλλιώς; Ακόμα και αν όλος ο χάρτης των Περιφερειών δε βαφτεί μπλε, θα υπάρχουν και κάποια σημεία που θα είναι «άσπρα». Τα υπόλοιπα από τις κάλπες. 

 

* Ο Ζαχαρίας Ζούπης είναι Διευθυντής Ερευνών της Opinion Poll