Οι πρόσφατες εξελίξεις γύρω από το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ στις Αρχάνες Ηρακλείου επανέφεραν στο προσκήνιο ένα ζήτημα που εμφανίζεται σχεδόν μηχανικά σε κάθε σοβαρή υπόθεση παραβατικότητας: την προσπάθεια μετατροπής ενός θεσμικού προβλήματος σε κομματική αντιπαράθεση.
Η άμεση αντίδραση τόσο της Νέας Δημοκρατίας όσο και του ΠΑΣΟΚ, με διαγραφές των εμπλεκομένων προσώπων, δείχνει ότι τα θεσμικά κόμματα αναγνωρίζουν τις ευθύνες τους και δεν ανέχονται συμπεριφορές που πλήττουν τη δημόσια εμπιστοσύνη. Παρ’ όλα αυτά, ο τρόπος με τον οποίο εξελίχθηκε ο δημόσιος διάλογος κινδυνεύει να επισκιάσει το πραγματικό διακύβευμα.
Τα πολυσυλλεκτικά κόμματα δεν είναι κλειστά συστήματα
Τα μεγάλα κόμματα εξουσίας είναι, από τη φύση τους, πολυσυλλεκτικές οργανώσεις. Περιλαμβάνουν χιλιάδες μέλη, στελέχη, αιρετούς και κοινωνικούς συνομιλητές, με διαφορετικές διαδρομές, αντιλήψεις και κίνητρα συμμετοχής. Δεν πρόκειται για κλειστά ή αποστειρωμένα σχήματα με δυνατότητα απόλυτου και διαρκούς ελέγχου κάθε ανθρώπινης συμπεριφοράς.
Εδώ πρέπει να ειπωθεί μια αλήθεια που συχνά αποφεύγεται: κανένα κόμμα, σε καμία δημοκρατία, δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι δεν θα υπάρξουν αποκλίσεις. Το ζήτημα δεν είναι αν θα υπάρχουν «μήλα με σκουλήκια» - αυτό είναι στατιστικά αναπόφευκτο σε οποιαδήποτε μεγάλη οργάνωση. Το κρίσιμο ερώτημα είναι πώς αντιδρά το σύστημα όταν αυτά εντοπίζονται.
Αυτό δεν αποτελεί ελληνική ιδιαιτερότητα. Αντίστοιχες υποθέσεις έχουν απασχολήσει όλες τις ώριμες δημοκρατίες. Η διαφορά δεν βρίσκεται στην απουσία προβλημάτων, αλλά στην ταχύτητα αντίδρασης, στη διαφάνεια και στη λογοδοσία.
Η πολιτική ευθύνη δεν εξαντλείται στις διαγραφές
Η διαγραφή ενός στελέχους είναι αναγκαία, αλλά όχι επαρκής συνθήκη. Η πολιτική ευθύνη του πολιτικού προσωπικού δεν σταματά στην απομάκρυνση προσώπων. Επεκτείνεται στη διαρκή βελτίωση των θεσμών, των μηχανισμών ελέγχου και της αποτελεσματικής εποπτείας.
Στην περίπτωση του ΟΠΕΚΕΠΕ, τα κρίσιμα ερωτήματα δεν είναι κομματικά. Είναι θεσμικά:
Γιατί δεν ενεργοποιήθηκαν εγκαίρως βασικοί και απολύτως προβλέψιμοι μηχανισμοί διασταύρωσης δεδομένων, όπως ο έλεγχος στοιχειωδών προϋποθέσεων (π.χ. η ύπαρξη εν ζωή δικαιούχου);
Πόσο αποτελεσματικά λειτουργεί το πλέγμα ελέγχων σε έναν οργανισμό που διαχειρίζεται δημόσιους και ευρωπαϊκούς πόρους;
Και πόσο γρήγορα αποδίδονται ουσιαστικές ευθύνες;
Αυτά είναι τα ερωτήματα που έχουν πραγματική σημασία για τους πολίτες.
Η ευθύνη των ΜΜΕ στον τρόπο ανάδειξης των υποθέσεων
Ο δημόσιος λόγος δεν διαμορφώνεται μόνο από τους πολιτικούς. Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης έχουν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της ατζέντας και του τρόπου με τον οποίο αντιλαμβάνεται η κοινωνία τέτοιες υποθέσεις.
Όταν η κάλυψη περιορίζεται στο «ποιο κόμμα χάνει» ή στο «ποια /ποιος ανήκει πού», η ενημέρωση υποχωρεί μπροστά στην πόλωση. Η ανάδειξη των πραγματικών θεσμικών αδυναμιών, η τεκμηριωμένη κριτική και η πίεση για λύσεις είναι πολύ πιο χρήσιμες από τη διαρκή ανακύκλωση κομματικών χαρακτηρισμών.
Όταν η πολιτική φιλολογία γίνεται lose–lose
Ο Ιταλός οικονομικός ιστορικός Carlo M. Cipolla περιέγραψε ως τις πιο επιζήμιες πράξεις εκείνες που βλάπτουν ταυτόχρονα και τον δράστη και τις άλλες / τους άλλους — ένα καθαρό lose–lose σενάριο. Η άγονη πολιτική αντιπαράθεση γύρω από τέτοιες υποθέσεις κινείται ακριβώς σε αυτή τη λογική.
Όταν πολιτικά στελέχη και μέσα ενημέρωσης εγκλωβίζονται σε έναν διαγωνισμό εντυπώσεων, το αποτέλεσμα είναι η γενικευμένη απαξίωση του πολιτικού συστήματος. Και αυτό, τελικά, ενισχύει μόνο εκείν@ς που επενδύουν στον αντισυστημικό θυμό χωρίς να προτείνουν λειτουργικές λύσεις.
Από την πολιτική αντιπαράθεση στη θεσμική ευθύνη
Η δημόσια συζήτηση οφείλει να μετατοπιστεί από την πολιτική αντιπαράθεση στη θεσμική αντιμετώπιση. Συνδικαλιστές, πολιτικοί, δημοσιογράφοι — όλοι οφείλουμε να εστιάσουμε στις πολιτικές που θα ενισχύσουν την ακεραιότητα, όχι στην κομματική προέλευση των παραβατών.
Τα πολυσυλλεκτικά κόμματα αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο κάθε ώριμης δημοκρατίας. Το ζητούμενο δεν είναι η ψευδαίσθηση του απόλυτου ελέγχου, αλλά η ύπαρξη μηχανισμών που λειτουργούν, αποκαλύπτουν, απομονώνουν και τιμωρούν τις αποκλίσεις χωρίς συμψηφισμούς και χωρίς επικοινωνιακά παιχνίδια.
Η εμμονή στην πολιτική φιλολογία δεν βλάπτει μόνο τα εμπλεκόμενα κόμματα. Βλάπτει τη δημοκρατία μας συνολικά. Και αυτό είναι, τελικά, το πιο επικίνδυνο στοιχείο σε όλη αυτή την υπόθεση.
* Ο Γιάννης Σ. Καλαντζάκης είναι Expert σε ESG και Data Governance, Lead Verifier για EU ETS, ISO 14064-1 & ISO 14064-2, και Project Leader του Δείκτη Αποτελεσματικότητας Δήμων του ΚΕΦΙΜ.
