Η χθεσινή σφοδρή αντιπαράθεση, με οξείς χαρακτηρισμούς και σε προσωπικό τόνο, ανάμεσα στον Άδωνι Γεωργιάδη και τον Νίκο Ανδρουλάκη, στην ολομέλεια της Βουλής, αποτελεί, ενδεχομένως, ένα απτό παράδειγμα του κλίματος που επικρατεί μεταξύ κυβέρνησης και ΠΑΣΟΚ, αλλά και της έντασης, που αναμένεται να επικρατήσει την ερχόμενη εβδομάδα, όταν το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, όπως προανήγγειλε ο αρχηγός του, καταθέσει την πρότασή του για σύσταση προανακριτικής επιτροπής για τους κυρίους Βορίδη και Αυγενάκη και το θέμα του ΟΠΕΚΕΠΕ.
Ακολούθησε σήμερα ο υπουργός δικαιοσύνης Γιώργος Φλωρίδης, ο οποίος επέκρινε τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ για την στάση του, όταν το κόμμα του, όπως είπε κυβέρνησε 25 χρόνια την Ελλάδα. Τον τόνο της κυβερνητικής απάντησης στη Χαριλάου Τρικούπη, που εμφανίζεται αποφασισμένη για μια κατά μέτωπον επίθεση στο Μέγαρο Μαξίμου, είχε δώσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, ο οποίος είχε κατηγορήσει τον Νίκο Ανδρουλάκη ότι μοναδικό του μέλημα είναι να βάλει στο «κάδρο» τον Κυριάκο Μητσοτάκη και να του επιρρίψει ευθύνες, αντιτείνοντας ότι είναι η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας που για πρώτη φορά ζήτησε διασταυρωτικούς ελέγχους, που αποφάσισε την κατάργηση του ΟΠΕΚΕΠΕ πριν φθάσει η δικογραφία της ευρωπαϊκής εισαγγελίας στο κοινοβούλιο, που έδωσε εντολή για πειθαρχικούς ελέγχους και που δρομολογεί την επιστροφή των χρημάτων που δόθηκαν παρανόμως.
Αυτός είναι ο «καμβάς» πάνω στον οποίο η κυβέρνηση σχεδιάζει την στρατηγική της, έχοντας μπροστά της μια ακόμη κοινοβουλευτική «μάχη», αλλά και έχοντας στο τραπέζι το δεδομένο, που προέκυψε από την δημοσκόπηση της Pulse, ότι η πλειοψηφία της κοινής γνώμης θεωρεί επί της ουσίας την υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ ως ένα διαχρονικό σκάνδαλο, επιρρίπτοντας τις ευθύνες σε όλα τα κόμματα, που βρέθηκαν στην διακυβέρνηση της χώρας έως και σήμερα. Το κυβερνητικό επιτελείο προτάσσει καταρχάς την απόφαση του πρωθυπουργού, πολύ πριν ο ΟΠΕΚΕΠΕ κυριαρχήσει στην επικαιρότητα και πριν ακόμη έρθει στο φως η δικογραφία της ευρωπαϊκής εισαγγελίας, να προχωρήσει στην κατάργηση του οργανισμού και την ένταξή του στην ΑΑΔΕ, προκειμένου να υπάρξει πλήρης διαφάνεια σε ένα «σκοτεινό», όπως αποδεικνύεται πεδίο, αυτό των επιδοτήσεων.
Δεύτερον, προβάλλονται τα άμεσα, όπως επισημαίνουν, αντανακλαστικά για την ανάληψη των πολιτικών ευθυνών, με τις παραιτήσεις ενός υπουργού, τριών υφυπουργών και δύο κομματικών στελεχών, πρόσωπα για οποία δεν έχει προκύψει αναγκαστικά και ενδεχόμενη ποινική ευθύνη, υπογραμμίζουν.
Τρίτον, είναι σαφές ότι η κυβερνητική πλειοψηφία δεν θα αφήσει αναπάντητα τα «πυρά» που δέχεται και δεν περιοριστεί στην «άμυνα» απέναντι, κυρίως, στο ΠΑΣΟΚ, το κόμμα, όπως σημειώνουν κυβερνητικά στελέχη, που “κυβέρνησε τα 25 από τα 50 χρόνια της μεταπολίτευσης».
Σε αυτό, η κυβέρνηση θα επιμείνει, υπενθυμίζοντας αφενός τα πρόστιμα που είχαν καταλογιστεί στη χώρα την περίοδο διακυβέρνησης ΠΑΣΟΚ -την περίοδο 1998-2004 η Ελλάδα πλήρωσε πρόστιμα άνω των 860 εκατομμυρίων ευρώ, επισημαίνουν από την κυβέρνηση και σημειώνουν ότι για τα 103 από τα 415 εκατομμύρια που καταλογίσθηκαν πρόσφατα αφορούν την περίοδο ΣΥΡΙΖΑ 2016-2019- αλλά, κυρίως, επιμένοντας ότι τότε δεν είναι ληφθεί καμία πολιτική πρωτοβουλία για να αλλάξει το σύστημα που ακολουθούνταν. Η διαφορετική στάση της σημερινής κυβέρνησης από τις κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ, θα επισημανθεί από το κυβερνητικό επιτελείο, ως ειδοποιός διαφορά μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων και της πραγματικής τους βούλησης να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά διαχρονικές παθογένειες.
Το βασικότερο όλων, όμως, στην κυβερνητική στρατηγική, είναι η απόφαση να αναζητηθούν τα χρήματα που παρανόμως δόθηκαν σε όσους δεν τα δικαιούνταν και τα χρήματα αυτά να επιστραφούν. Στο Μέγαρο Μαξίμου επισημαίνουν ότι αυτή την ώρα δύο είναι οι βασικές προτεραιότητες και υποχρεώσεις της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, αφενός να “καθαρίσει” το τοπίο και οι παρανομούντες να πληρώσουν με βάση τι θα αποφασίσει η δικαιοσύνη και αφετέρου να μην διακινδυνεύσουν οι ενισχύσεις των αγροτών.
Στο κυβερνητικό επιτελείο δεν έχουν ληφθεί έως τώρα οι τελικές αποφάσεις για την στάση, που θα τηρήσει η κυβερνητική πλειοψηφία στη Βουλή επί των προτάσεων για σύσταση προανακριτικής επιτροπής. «Οι αποφάσεις θα ληφθούν στην ώρα τους και με τον σωστό τρόπο, από τον πρωθυπουργό και την κοινοβουλευτική ομάδα της Νέας Δημοκρατίας» σημειώνουν κυβερνητικά στελέχη, προσθέτοντας ότι η στάση τους θα βασίζεται «σε πραγματικά νομικά δεδομένα και στην αξιολόγηση του υλικού με βάση τη νομική επιστήμη και όχι με όρους πολιτικής ή κομματικής τοποθέτησης».