Ο τρίτος της δυναστείας Παπανδρέου υπήρξε θύμα των αντιφάσεών του, ίσως και των εσωτερικών του εντάσεων και της διαρκούς αναζήτησης υπερβάσεων: Δεν είναι ασφαλώς εύκολο να κουβαλάς ένα τόσο βαρύ επίθετο, ενώ μάλιστα στην εφηβεία σού άλλαξαν το όνομα από Τζέφρι σε Γιώργο.
Οπωσδήποτε είχε την αφέλεια και την άγνοια κινδύνου όχι απλώς να παραλάβει με μακαριότητα πολλή την «καυτή πατάτα» από τα χέρια του προκατόχου του, αλλά και να το κάνει «σφυρίζοντας ανέμελα», παιανίζοντας μάλιστα «νενικήκαμεν». Ευλόγως, επομένως, αποδείχτηκε μάλλον μικρού μεγέθους πολιτικός για να διαχειριστεί μια εξόχως προβληματική, έως μη αναστρέψιμη δια των παραδοσιακών μεθόδων, κατάσταση.
Παρά ταύτα…
Σε συνθήκες ομαλότητας θα μπορούσε πιθανότατα να είναι τουλάχιστον επαρκής, ίσως και επιτυχημένος, πρωθυπουργός. Είχε αρκετές σωστές ιδέες, καλές προθέσεις -αυτό φάνηκε και από το, τελικώς ατελέσφορο βέβαια, εγχείρημα της ανοικτής διακυβέρνησης/open gov.- και, νομίζω, αδιαμφισβήτητη προσωπική εντιμότητα.
Εξελέγη, βέβαια, με το σύνθημα-σφραγίδα «λεφτά υπάρχουν» (που μεταγενέστερα έγινε αντικείμενο αστεϊσμού ή/και σχετλιασμού), πολλαπλώς ανεύθυνο οπωσδήποτε, όσες διευκρινίσεις και αν έδωσε αργότερα ή όσες δικαιολογίες και αν πρόβαλε. Μάλιστα, ακόμη και τα Χριστούγεννα του 2009, όταν δεν θα μπορούσε πια να επικαλεστεί απουσία επίγνωσης των εθνικών δημοσιονομικών δεδομένων, προχώρησε σε γενναιόδωρες κοινωνικές παροχές, οι οποίες -ακόμη και αν προήλθαν ή αποσπάστηκαν από επιχειρήσεις και όχι από το δημόσιο ταμείο- πέρασαν στην κοινωνία το μήνυμα του εφησυχασμού.
Από την άλλη, πάντως, έδωσε ώθηση στην επεξεργασία του πιο προωθημένου, εκσυγχρονιστικού, αποτρεπτικού της φαυλότητας, ανατρεπτικού πολλών εθνικών παθογενειών εκλογικού συστήματος που θα μπορούσε να έχει η χώρα: δια της εισαγωγής μιας παραλλαγής του γερμανικού συστήματος, συνεπαγόμενης κατάργηση του σταυρού προτίμησης και ανάδειξη περίπου των 3/5 του όλου αριθμού των βουλευτών σε μονοεδρικές περιφέρειες.
Ένα τέτοιο σύστημα -εκτός των άλλων θετικών δυνητικών επενεργειών του στη δημόσια ζωή, π.χ. την υποκατάσταση γενικότερων πολιτικών διλημμάτων σε προσωπικές εξαρτήσεις, πελατειακές σχέσεις, συναλλαγές, εσωκομματικές ρωγμές και απευθύνσεις σε περιορισμένα μόνο υποσύνολα της κομματικής βάσης- ως συνέπεια θα μπορούσε να έχει και την ανάπτυξη της εσωκομματικής δημοκρατίας. Παρά τη ρητή δέσμευσή του, ωστόσο, πως αυτό θα ήταν το πρώτο νομοθέτημα της κυβέρνησής του, η γνώση των επερχόμενων μνημονίων φαίνεται πως τον έκανε να αισθανθεί ότι δεν διέθετε επαρκές πολιτικό κεφάλαιο για κάτι τόσο ρηξικέλευθο. Κάτι, δηλαδή, τόσο βλαπτικό πολλών κατεστημένων συμφερόντων και ανατρεπτικό των πελατειακών/ρουσφετολογικών δικτύων του πολιτικού κοτσαμπαδισμού.
Αντίθετα, προώθησε κάποιες, όχι ασήμαντες, αλλά μικρότερης εμβέλειας, μεταρρυθμίσεις, όπως π.χ. τη «Διαύγεια», καθώς τη δυσεπίτευκτη ενοποίηση των ασφαλιστικών ταμείων, αλλά και την ηλεκτρονική συνταγογράφηση. Χάρη, δε, στην τελευταία, που υλοποίησε επιτυχώς ο υπουργός του Ανδρέας Λοβέρδος, επετεύχθη η μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης του κράτους περίπου κατά 40%.
Επιπρόσθετα ασφαλώς επαινετέα είναι η σταθερή επιλογή του να αξιοποιηθούν προς όφελος τις χώρας, συχνά από πολύ σημαντικές θέσεις ευθύνης, οι ικανότητες του «άλλου μισού του ουρανού», δηλαδή του γυναικείου πολιτικού, επιστημονικού και παραγωγικού δυναμικού της πατρίδας. Ενδεχομένως, ωστόσο, η εμμονική προσήλωση του στον συγκεκριμένο πολύ σημαντικό εθνικό στόχο να τον οδήγησε σε υπερβολές, πιθανόν όχι ιδιαίτερα επωφελείς ούτε για τη χώρα, ούτε για τον γυναικείο πληθυσμό της, ίσως ούτε καν για τις «αξιοποιούμενες» εκπροσώπους του.
Κατά τα λοιπά, πιθανόν γνωρίζοντας τις παθογένειες του κόμματός του, σε μια εκδήλωση ακραίου βολονταρισμού εμπιστεύτηκε κρίσιμους υπουργικούς θώκους σε προσωπικές γνωριμίες του, ακόμη και του …γυμναστηρίου, που σπάνια αποδείχτηκαν επιτυχείς επιλογές (αν και δεν έλειψαν και κάποιες τέτοιες). Αντίθετα, όμως, τελικά δεν υπουργοποίησε κάποια από τα ποιοτικότερα στελέχη που διέθετε στο κόμμα και τον κυβερνητικό μηχανισμό του, όπως π.χ. τον χαρισματικό, ριζοσπάστη και πραγματοποιό μεταρρυθμιστή, μακαρίτη πλέον, Δημήτρη Στεφάνου.
Τέλος, η δηλωτική ακρισίας αλλά και της εμμονής του σε ιδεοληψίες, ίσως όμως και άμετρης φιλοδοξίας, άφρων επιλογή του να θέση υπό τη λαϊκή κρίση, σε στιγμή μάλιστα που δεν διέθετε μεγάλο προσωπικό πολιτικό κεφάλαιο, το εύθραυστο, αμφιλεγόμενο, πλην συμφωνημένο με τους δανειστές οικοδόμημα της σωτηρίας της χώρας (να το κάνει δε χωρίς τη συναίνεση όλων των εταίρων μας), σήμανε και την προσωπική πολιτική καταστροφή του, όπως όμως και τη διόγκωση/επίταση/εμβάθυνση της εθνικής ταλαιπωρίας…
Σε κάθε περίπτωση, όπως με έμφαση ανέδειξε στην αυτοβιογραφία της η Άγκελα Μέρκελ, ο τότε πρωθυπουργός συμπεριφερόταν μέσα σε καταστάσεις εξαιρετικά πιεστικές και υπερεπείγουσες, όταν οι οβίδες του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος κατευθύνονταν με ιλιγγιώδη ταχύτητα κατά του εθνικού κορμού, σαν να είχε στη διάθεσή του την αιωνιότητα. Κατά κάποιον τρόπο λειτουργούσε περίπου όπως ο Αντόνι Γκαουντί, ο οποίος, ερωτηθείς από τους δημοσιογράφους για τον εξαιρετικά μακρύ χρόνο που έπαιρνε η ολοκλήρωση της Βασιλικής της Φαμίλια Σακράδα, απάντησε μετά λόγου γνώσεως: «Ο πελάτης μου έχει όλο το χρόνο στη διάθεσή του»…
Συγκεφαλαιώνοντας: Ασφαλώς εξαιρετικά καλοπροαίρετος άνθρωπος και πολιτικός, υπήρξε ίσως, με μικρές εξαιρέσεις, κυρίως οφειλόμενες σε ικανότητες κάποιων εκ των υπουργών του ή άλλων κυβερνητικών παραγόντων, το αντίθετο του αποτελεσματικού … Οι περισσότερες, δε, εκ των μετά την απώλεια της πρωθυπουργίας, πολιτικές κινήσεις και επιλογές του, δείχνουν -ή, μάλλον, επιβεβαιώνουν- πως ουδέποτε διέθετε πραγματισμό τέτοιον που θα του επέτρεπε να προχωράει σε σωστές και ορθολογικές αξιολογήσεις και σταθμίσεις των δεδομένων της πολιτικής πραγματικότητας…
Ακολουθεί αύριο το κείμενο για τον Αντώνη Σαμαρά.
*Ο καθηγητής Θανάσης Διαμαντόπουλος είναι συγγραφέας του έργου «Ελευθέριος Βενιζέλος, Πλαστουργός Ιστορίας, ο άνθρωπος, ο θρύλος, το πολιτικό αποτύπωμα», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη. Είναι επίσης συγγραφέας του έργου «Το πολιτικό Σύστημα των ΗΠΑ, Ένας ιδιόρρυθμος δικομματισμός», που εξεδόθη το 2012 από τις εκδόσεις Πατάκη.