Ο χρόνος άρχισε να μετρά αντίστροφα για τα ειδικά δικαστήρια

Ο χρόνος άρχισε να μετρά αντίστροφα για τα ειδικά δικαστήρια

Σήμερα το μεσημέρι κληρώνονται τα ονόματα των ανώτατων δικαστών από τον Άρειο Πάγο και το Συμβούλιο της Επικρατείας, που θα αποτελέσουν τη σύνθεση των δύο δικαστηρίων τα οποία θα δικάσουν τους δύο πρώην υπουργούς του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρη Παπαγγελόπουλο και Νίκο Παππά, για αδικήματα που φέρεται να έχουν τελέσει κατά την άσκηση των υπουργικών τους καθηκόντων. Η ιστορία αρχίζει την αντίστροφη μέτρησή της και μέσα σε 40 έως 60 ημέρες θα πρέπει να έχει προσδιοριστεί δικάσιμος.

Υποτίθεται ότι απαγορεύεται να κρίνει κανείς τη δικαιοσύνη. Αλλά εδώ δεν πρόκειται περί τελεσίδικης δικαστικής απόφασης, αλλά περί απλής παραπομπής σε δίκη. Και θα είναι δίκες που δεν έχουν σχέση με τα επίμαχα για τα οποία κατηγορήθηκαν οι δύο υπουργοί. Ίσως, το δικαστικό συμβούλιο εξήντλησε την επιείκειά του.

Ο Παπαγγελόπουλος είχε μιλήσει για το μεγαλύτερο σκάνδαλο από καταβολής ελληνικού κράτους, και με βάση αυτό το υπόβαθρο παραπέμφθηκαν δέκα πολιτικά πρόσωπα πρώτης γραμμής, μεταξύ των οποίων και δύο πρωθυπουργοί. Οι εννιά απαλλάχτηκαν και μένει σε εκκρεμότητα ο Αντρέας Λοβέρδος. Και αυτοί που τους εξέθεσαν στο πανελλήνιο για να προσπορίσουν κομματική υπεραξία, με ένα φαντασμαγορικό θεατρικό δρώμενο δέκα καλπών στη Βουλή, είναι και αυτοί αθώοι! Οι πρώτοι δεν χρηματίστηκαν και οι διώκτες τους δεν σκαρφίστηκαν και δεν μεθόδευσαν καμιά σκευωρία εναντίον τους.

Αφού όλοι ήταν αθώοι, και αυτοί που κατηγορήθηκαν και αυτοί που τους κατηγόρησαν, σε τι συνίσταται το μεγαλύτερο ιστορικά σκάνδαλο από καταβολής ελληνικού κράτους; Σε τίποτα. Όλοι δικοί μας είμαστε! Απομένει η κατάχρηση εξουσίας, που δεν ήταν το επίδικο της διερεύνησης, και δεν λέει τίποτα στους πολίτες.

Στην Ελλάδα οι χρηματιζόμενοι γιατροί, που στις άλλες χώρες ήταν το υποκείμενο του σκανδάλου και το αντικείμενο της έρευνας, εδώ δεν ερευνήθηκαν γιατί δεν ενδιέφερε τον ΣΥΡΙΖΑ η διερεύνηση του σκανδάλου και η απόδοση δικαιοσύνης - τη στιγμή που η ελληνική περίπτωση χρησιμοποιήθηκε από την αμερικανική κεφαλαιαγορά ως θρυαλλίδα για να προσφύγει κατά της μητρικής Novartis, κατηγορώντας τη για αθέμιτο ανταγωνισμό.

Ο ΣΥΡΙΖΑ απλώς ήθελε να αμαυρώσει τους αντιπάλους. Έτσι ο Παπαγγελόπουλος παραπέμπεται για κατάχρηση εξουσίας, ενώ ο Νίκος Παπάς που ήθελε να αλυσοδέσει την ενημέρωση στο άρμα του ΣΥΡΙΖΑ, παραπέμπεται για παράβαση καθήκοντος σε σχέση με τον διαγωνισμό των τηλεοπτικών αδειών.

Ωστόσο, κατά τη γνώμη ειδικότερων ημών, τίποτα δεν έχει τελειώσει. Το αμετάκλητο βούλευμα αφορά την παραπομπή, όχι την ενοχή τους. Αφορά τα αδικήματα για τα οποία κατηγορούνται επισήμως. Από την ακροαματική διαδικασία δεν είναι σίγουρο ότι δεν θα προκύψουν και άλλα. Θεωρητικά το κατηγορητήριο μπορεί να διευρυνθεί, καθώς η υπόθεση θα τελεσιδικήσει αφού πρώτα εκδικαστεί.

Παρότι κρατάμε μικρό καλάθι για διεύρυνση του κατηγορητηρίου, πιστεύουμε ότι σημασία έχουν όσα θα ακουστούν. Στη δίκη θα προσέλθουν π.χ. μάρτυρες όπως η πρώην εισαγγελέας διαφθοράς κα Ράικου, που σύμφωνα με την προανάκριση ο Παπαγγελόπουλος της ζητούσε φορτικά να παραπέμψει στη βουλή την υπόθεση Νοβάρτις από το 2017, παρότι εκείνη του απαντούσε ότι δεν υπάρχουν στοιχεία κατά πολιτικών προσώπων. Όπως θα ακουστεί στην υπόθεση Παππά ο Καλογρίτσας των τριών εκατομμυρίων δανεικών και των βοσκότοπων.

Οπότε ασχέτως με την τελική δικαστική απόφαση, θα υπάρξει ο κρίσιμος παράγοντας της λαϊκής «ετυμηγορίας». Το περίφημο «κοινό περί δικαίου αίσθημα», αυτή η βαθιά προσωπική πεποίθηση που αποκτά πολίτης σε μια δημόσια δίκη πολιτικών προσώπων.

Στο προηγούμενο ειδικό δικαστήριο, το ειδικό βάρος δεν το είχε η τελική αθωωτική απόφαση για τον Αντρέα ή τον Τσοβόλα. Η μεγαλύτερη νίκη τους ήταν η ευρεία δημοσιότητα που δόθηκε. Ο λαός παρακολουθούσε τη δίκη σε ζωντανή μετάδοση, και ο κάθε πολίτης αποκτούσε ιδίαν γνώμη. Οπότε η απόφαση αθώωσης τυπική σημασία είχε.

Τέτοιου εύρους δημοσιότητα θα πρέπει να δοθεί και τώρα, με εκτενή καθημερινά αποσπάσματα που θα μεταδίδει η κρατική τηλεόραση, ώστε να αναδειχτούν όλες οι σκιερές πτυχές των δύο υποθέσεων. Θα είναι προσφορά στη δημοκρατία και προειδοποίηση για επίδοξους μιμητές τους.