Το καλοκαίρι του 2015, θα μπορούσε ίσως να χαρακτηρισθεί το πιο μαύρο, το πιο επικίνδυνο και το πιο τραγικό ολόκληρης της Μεταπολίτευσης. Εκείνο το καλοκαίρι, στην κυριολεξία η τύχη της χώρας παίχτηκε στα ζάρια, μιας χώρας της οποίας η κοινωνία είχαν φροντίσει οι τότε κυβερνώντες να χωρισθεί στα δύο, σε έναν από τους βαθύτερους και μεγαλύτερους διχασμούς της νεότερης ελληνικής ιστορίας.
Οι «πατριώτες» και οι «προδότες», οι «σωτήρες και οι «γερμανοτσολιάδες», οι «μένουμε Ευρώπη» και αυτοί που χορεύανε καλαματιανό στο Σύνταγμα σύροντας την Ελλάδα στο γκρεμό. Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Λίγους μήνες νωρίτερα, στις αρχές του έτους, ο ΣΥΡΙΖΑ εκβίασε με τη μη εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας και έριξε την τότε κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας υποσχόμενος σχεδόν τα πάντα. Ότι θα καταργήσει με ένα νόμο και με ένα άρθρο όλα τα μνημόνια. Ότι θα καταργήσει τον ΕΝΦΙΑ, ότι θα επαναφέρει το ΕΚΑΣ, ότι θα επαναφέρει τα δώρα στους δημόσιους υπαλλήλους, ότι θα διπλασιάσει τις συντάξεις, ότι… ότι… ότι… Και ακολούθησε ένα ανερμάτιστο, απροετοίμαστο, καταστροφικό εξάμηνο.
Με ένα νάρκισσο και εγωπαθή υπουργό Οικονομικών που το μόνο που έκανε ήταν να επιδεικνύει τα ακριβά ρούχα του και τις ανύπαρκτες – όπως αποδείχθηκε – γνώσεις του, με αποκορύφωμα εκείνο το δραματικό βράδυ όπου ο Νίκος Παππάς (ο 13-0 για να μην ξεχνιόμαστε) μας έλεγε ότι είναι μια πολύ ωραία νύχτα, ενώ ήδη είχαν αρχίσει να σχηματίζονται οι πρώτες ουρές έξω από τα βενζινάδικα και τα ΑΤΜ της Αθήνας.
Οι τράπεζες είχαν κλείσει εκείνη την Παρασκευή το μεσημέρι, χωρίς να υποψιάζονται ότι δεν θα ξανα-άνοιγαν παρά εβδομάδες αργότερα. Και οι Έλληνες, από εκείνη την Κυριακή και μετά, θα ήταν υποχρεωμένοι να στέκονται στην ουρά για να πάρουν μετά βίας από τον λογαριασμό τους μέχρι 60 ευρώ την ημέρα μετρητά.
Θα ακολουθούσαν μέρες διχασμού, πρωτοφανών εντάσεων, ακόμα και μεταξύ των μελών της ίδιας οικογένειας και όλα αυτά γιατί; Για ένα πουκάμισο αδειανό. Όλη αυτή η ιστορία έγινε για το τίποτα. Για να πάρει ο Τσίπρας το ΟΧΙ και να το μετατρέψει μέσα σε μία νύχτα στο πιο πειθήνιο, στο πιο υποτελές, στο πιο δουλοπρεπές ΝΑΙ έναντι των δανειστών.
Οι ψευδαισθήσεις ότι θα μπορούσε να μας βοηθήσει η..Βραζιλία; …η Νικαράγουα; ...ο Πούτιν; …οι Κινέζοι; …τα πετρέλαια της Βενεζουέλας; καταρρίφθηκαν με πάταγο σε ελάχιστα λεπτά. Οι δε κατηγορίες ότι εμείς ήμασταν οι «πουλημένοι», ενώ αυτοί ήταν οι «τέλειοι διαπραγματευτές» που θα τα πετύχαιναν όλα, ακούγονται μέχρι και σήμερα σαν ένα ξεκαρδιστικό ανέκδοτο.
Το καλοκαίρι του 2015 είναι μια από τις περιπτώσεις που δεν θα περιμένουμε τον ιστορικό του μέλλοντος να το κρίνει. Κρίθηκε από την ίδια τη ζωή. Είναι το άγος που θα τους βαραίνει για πάντα. Γι’ αυτό και ο Τσίπρας θέλοντας να απαλλαγεί από αυτό ζήτησε να δημοσιοποιηθούν τα πρακτικά του Συμβουλίου των Πολιτικών Αρχηγών. Λες και δε γνωρίζουμε ποιος ήταν ο master της kolotoubas, ποιος κορόιδευε συνειδητά τον ελληνικό λαό, ποιος – προκειμένου να πάρει την καρέκλα – δεν δίστασε να σκορπίσει το μίσος, την τοξικότητα, ακόμα και να συναντηθεί στην…κάτω πλατεία Συντάγματος με τη Χρυσή Αυγή ή να συγκυβερνήσει με τον Πάνο Καμμένο.
Σήμερα, 10 χρόνια μετά η χώρα μας είναι μια άλλη Ελλάδα. Κινείται με ασφάλεια στο δρόμο της προόδου και της οικονομικής εξυγίανσης, με σταθερότητα, στον στενό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αντιμετωπίζει με αυτοπεποίθηση όλες τις διεθνείς κρίσεις των τελευταίων ετών: από την πανδημία και τον κορωνοιό μέχρι τους πολέμους σε Ουκρανία και Μέση Ανατολή, το μεταναστευτικό, τις τουρκικές προκλήσεις κλπ. Δεν τολμάμε καν να σκεφτούμε σε τι κατάσταση θα βρισκόταν η χώρα μας αν εγκατέλειπε την Ευρώπη και μάλιστα κακήν κακώς εκείνο το καλοκαίρι.
* Η Δήμητρα Καντεράκη είναι Οικονομολόγος, Πολιτεύτρια Β3 Νοτίου Τομέα Αθηνών με τη Νέα Δημοκρατία και Συντονίστρια Νοτίου Τομέα στη Γραμματεία Εθελοντισμού της Νέας Δημοκρατίας.