Η παραχάραξη της Ιστορίας
AP
AP
Δεκέμβριος 1944

Η παραχάραξη της Ιστορίας

Το κλασικό ερμηνευτικό σχήμα της Αριστεράς υποστηρίζει πως η αιτία της Δεκεμβριανής σύγκρουσης ήταν οι πυροβολισμοί στην Πλατεία Συντάγματος από το μέγαρο της Αστυνομίας το πρωί της 3ης Δεκεμβρίου 1944. Ένα βολικό αφήγημα που αποκρύπτει πολύ συγκεκριμένα γεγονότα που προηγήθηκαν, καθώς η αναφορά σε αυτά ανατρέπει αυτό το αφήγημα. Συνοπτικά, έτσι έχει η κατάσταση:

Είναι γνωστό και ομολογείται από όλες τις πλευρές πως το κρίσιμο ζήτημα ήταν η συγκρότηση του Εθνικού Στρατού και ο συνακόλουθος αφοπλισμός των ανταρτικών οργανώσεων. Ήταν προφανές πως δημοψήφισμα και εκλογές δεν μπορούσαν να διεξαχθούν με την ύπαρξη ένοπλων ομάδων. Λόγω αμοιβαίας δυσπιστίας στάθηκε αδύνατο, παρά τις διαπραγματεύσεις, το ΚΚΕ και η κυβέρνηση να καταλήξουν σε μια αποδεκτή συμφωνία για το πώς θα συγκροτηθεί ο Εθνικός Στρατός. Η ημερομηνία παράδοσης του οπλισμού πλησίαζε (10 Δεκεμβρίου 1944) και η ηγεσία του ΚΚΕ έπρεπε να λάβει τις αποφάσεις της. Ήδη τα μηνύματα από τις μεγάλες κομματικές οργανώσεις, αλλά και από τους καπετάνιους του ΕΛΑΣ, ήταν μηνύματα σύγκρουσης, ενώ είναι γνωστό πως η ΚΟΑ και η ΚΟΘ είχαν αντιδράσει στη συμφωνία του Λιβάνου. Δηλαδή το Πολιτικό Γραφείο του ΚΚΕ βρισκόταν σε αδυναμία να επιβάλει την εθνικοενωτική γραμμή που απαιτούσαν οι σύμμαχοί του στο ΕΑΜ, στον σκληρό κομματικό μηχανισμό. 

Στις 27 Νοεμβρίου 1944 συνεδρίασε το Π.Γ. στο Αρεταίειο νοσοκομείο όπου νοσηλευόταν ο Γιάννης Ιωαννίδης. Εκεί ελήφθη η απόφαση «πάμε για σύγκρουση». Την 1η Δεκεμβρίου το ΚΚΕ ακυρώνει ουσιαστικά τη συμφωνία της Καζέρτας, καθώς αποσύρει τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ από τη διοίκηση του στρατηγού Σκόμπι και ανασυγκροτεί την Κεντρική Επιτροπή του ΕΛΑΣ. 

Συγχρόνως -και αυτό είναι το κρίσιμο σημείο το οποίο αποκρύπτεται- η επανασυσταθείσα Κεντρική Επιτροπή του ΕΛΑΣ κοινοποιεί σε συγκεκριμένες μονάδες οδηγίες για την προσβολή των κυβερνητικών δυνάμεων, ενώ δύο μέλη του Π.Γ. του ΚΚΕ μεταβαίνουν στην έδρα του δευτέρου συντάγματος του ΕΛΑΣ για να μεταφέρουν διαταγή το σύνταγμα να εισέλθει στην Αθήνα, αφού πλέον η συμφωνία της Καζέρτας έχει γίνει κουρελόχαρτο.

Συγχρόνως, το ΕΑΜ κηρύσσει για τις 3 Δεκεμβρίου γενική πολιτική απεργία και συγκέντρωση στην Πλατεία Συντάγματος. Ως γνωστόν η πολιτική απεργία δε θέτει συντεχνιακά αιτήματα, αλλά είναι η ύψιστη μορφή πάλης για την ανατροπή κυβερνήσεων, καθώς θέτει αιτήματα αμιγώς πολιτικά που είναι αδύνατο να ικανοποιηθούν από το υφιστάμενο κυβερνητικό σχήμα. Το όλο περιβάλλον είναι ο ορισμός της επαναστατικής κατάστασης.

Είναι γνωστό πως η συγκέντρωση απαγορεύτηκε από την κυβέρνηση, από την οποία είχαν παραιτηθεί πρώτα οι υπουργοί του ΕΑΜ που δεν ανήκαν στο ΚΚΕ διαμαρτυρόμενοι για την αδιαλλαξία και των δύο πλευρών και ακολούθως και οι υπουργοί που ανήκαν στο ΚΚΕ. Ενδεικτικό του πού οδηγούνταν τα πράγματα ήταν το άρθρο του Γ. Ζέβγου στον «Ριζοσπάστη», στις 3 Δεκεμβρίου, όπου έλεγε πως «τον λόγο έχουν οι μπαρουτοκαπνισμένοι καπετάνιοι του ΕΛΑΣ».

Τα όσα επακολούθησαν τα γνωρίζουμε. Αυτό που αποσιωπάται είναι το γεγονός πως η απόφαση και οι προετοιμασίες για τη σύγκρουση είχαν ξεκινήσει πολύ πριν πέσουν οι σφαίρες στην Πλ. Συντάγματος. Ήταν μια απόπειρα του ΚΚΕ να καταλάβει ενόπλως η εξουσία, ώστε το δημοψήφισμα και οι εκλογές στη συνέχεια να διεξαχθούν, υπό την πλήρη κυριαρχία του ΕΛΑΣ, κατά τα σοβιετικά πρότυπα. 

Οι χωροφύλακες του Μακρυγιάννη, ο Τσακαλώτος, ο Παπανδρέου και ο Τσώρτσιλ κράτησαν, εκείνες τις ημέρες, την Ελλάδα στον ελεύθερο κόσμο.