Αυτοδυναμία: Η άλλη όψη της σταθερότητας

Αυτοδυναμία: Η άλλη όψη της σταθερότητας

Εθνική σιγουριά, πολιτική ομαλότητα, κυβερνητική αξιοπιστία με συνέπεια λόγων και έργων, αποτελούν το πλαίσιο εντός του οποίου τοποθέτησε ο πρωθυπουργός το στόχο της ΝΔ για μια τρίτη συνεχόμενη κυβερνητική θητεία. 

Η αξιοπιστία αποτελεί το σκληρό «νόμισμα» στο οποίο επένδυσε ο κ. Μητσοτάκης από την περίοδο που αναδείχθηκε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και εξακολουθητικά τοκίζει ως πρωθυπουργός.  

«Το είπαμε, το κάναμε» δεν θα είναι μόνο το σύνθημα των εκλογών για το ‘27 όπως είπε, αποτελεί την γραμμή παραγωγής του κυβερνητικού έργου.  

Η ταύτιση των προεκλογικών υποσχέσεων και δεσμεύσεων με τα πεπραγμένα θεωρείται ένας από τους βασικότερους λόγους για τους οποίους ο Κ.  Μητσοτάκης συντηρεί σχετικά αλώβητο το πρωθυπουργικό κεφάλαιο ενώ βαδίζει προς τη συμπλήρωση του έβδομου χρόνου της πρωθυπουργίας του.

Στην τελευταία δημοσκόπηση της GPO σχεδόν το 39% του εκλογικού σώματος -  για την ακρίβεια το 38,8%  - τον θεωρεί έναν καλό και μάλλον καλό πρωθυπουργό.

Ποσοστό υψηλότερο από το ποσοστό που λαμβάνει η ΝΔ στην πρόθεση ψήφου και αρκετά κοντά στο ποσοστό που έλαβε το κόμμα στις εκλογές του ’23.

Το ιδιαιτέρως ευνοϊκό εύρημα για τον πρωθυπουργό, συνοδεύεται από την εκφρασθείσα επιθυμία της πλειοψηφίας να υπάρξει αυτοδύναμη κυβέρνηση στις επόμενες εκλογές.

Έστω κι αν χρειαστεί να παρεμβληθούν περισσότερες από μια εκλογικές αναμετρήσεις για την επίτευξή της. Το 48,1% των πολιτών στη δημοσκόπηση της GPO προκρίνει αυτοδυναμία ακόμη και με νέα προσφυγή στις κάλπες.  

Η επιλογή είναι αυτονόητη για τους ψηφοφόρους της ΝΔ αλλά όχι και τόσο αυτονόητη για τους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ και της Ελληνικής Λύσης, οι οποίοι οι μισοί απαντούν υπέρ μιας αυτοδύναμης κυβέρνηση και οι άλλοι μισοί υπέρ μιας κυβέρνησης συνεργασίας.

Μέχρι πρότινος, υπό την επήρεια της πολύμηνης «σταυροφορίας» των fake news και της εργαλειοποίησης της τραγωδίας των Τεμπών, η αυτοδυναμία είχε κλονιστεί ως όρος σταθερότητας και πολιτικής ομαλότητας.

Μετά όμως από την αποκάλυψη του καιροσκοπικού αντι-κυβερνητικού μετώπου και δια της αλήθειας τη σταδιακή αποκλιμάκωση της κοινωνικής οργής, επανέρχεται ως δίδυμο της πολιτικής σταθερότητας.

Στο «κακό χωριό» που έχει εξελιχθεί συνολικά η αντιπολίτευση, δύσκολα εξάλλου μπορούν να επενδύσουν οι πολίτες. Ακόμη και εκείνοι που επιζητούν πολιτική αλλαγή και γκρινιάζουν νυχθημερόν για την κακή κυβέρνηση το επιμύθιο « τι χειρότερο μπορεί να μας συμβεί» όχι μόνο δεν κατεβαίνει στη γλώσσα αλλά εξοστρακίζεται και ως σκέψη.