Το θρίλερ για την εξαγορά της Suez από την Veolia πλησιάζει στο τέλος του

Το θρίλερ για την εξαγορά της Suez από την Veolia πλησιάζει στο τέλος του

Δύο παλιοί γνώριμοι βρίσκονται για άλλη μία φορά, μάλλον την τελευταία, αντιμέτωποι. Από τη μία μεριά, την επιτιθέμενη, βρίσκεται η Veolia Environment (VIE PARIS), επιχειρηματική απόγονος της General des Eaux, η οποία ιδρύθηκε το 1853 με σκοπό να παρέχει υπηρεσίες ύδρευσης και άρδευσης στις αστικές και αγροτικές περιοχές της Γαλλίας αντίστοιχα.

Από την άλλη μεριά, αμύνεται η Suez Group (SVE PARIS), που προέρχεται από την Lyonnais des Eaux, τη μεγάλη ανταγωνίστρια της General des Eaux επί 150 περίπου χρόνια. Για πολλές δεκαετίες, οι δύο εταιρείες διαχειρίζονταν τα αστικά δίκτυα ύδρευσης και αποχέτευσης στις μεγαλύτερες πόλεις της Γαλλίας και σταδιακά ασχολήθηκαν με τη διαχείριση απορριμμάτων, αποκτώντας σταδιακά και σημαντική διεθνή παρουσία. Η Veolia έχει περίπου 180.000 εργαζόμενους ανά τον κόσμο και πέτυχε κύκλο εργασιών 26 δισεκατομμυρίων ευρώ το 2020, ενώ η Suez έχει 89.000 εργαζόμενους και πέτυχε κύκλο εργασιών 17,2 δισ. ευρώ το 2020.

Ο στόχος της Veolia είναι, όπως η ίδια δηλώνει, να εξαγοράσει την Suez και να δημιουργήσει έναν «παγκόσμιο πρωταθλητή» στον τομέα της διαχείρισης αστικών δικτύων υδάτων και απορριμμάτων.

Από την αρχή, ο διευθύνων σύμβουλος της Veolia, Antoine Frerot κινήθηκε με επιθετικό τρόπο. Αφού τον Αύγουστο πρότεινε μία «φιλική συγχώνευση» την οποία δεν δέχθηκε η διοίκηση της Suez, ξαφνικά προχώρησε στην αγορά του 29,9% των μετοχών της Suez, από τον μέχρι τότε μεγαλύτερο μέτοχο της εταιρείας, την Engie, πληρώνοντας 18 ευρώ ανά μετοχή.

Παρά το γεγονός πως αρχικά η Veolia δεσμεύτηκε πως δεν θα προσπαθήσει να προχωρήσει σε επιθετική εξαγορά της Suez, η αδυναμία συνεννόησης με τον ομόλογό του Bertrand Camus, ο οποίος απαιτεί τίμημα τουλάχιστον 22,5 ευρώ ανά μετοχή, οδήγησε τον Frerot στην υποβολή πρότασης εξαγοράς στην τιμή των 18 Ευρώ. Έτσι, η μάχη θα κριθεί, εκτός απροόπτου, μέχρι τη γενική συνέλευση της Suez, η οποία πρέπει να γίνει το αργότερο μέχρι το τέλος του Ιουνίου. Μέχρι τότε, οι δύο πλευρές θα συνεχίσουν τις προσπάθειές τους να επικρατήσουν και η μετοχή θα κινείται γύρω από τα 18 ευρώ.

Η Veolia θέλει πρώτα να καθησυχάσει τους εργαζόμενους της Suez στην Γαλλία, και να τους πείσει πως δεν πρόκειται να χάσουν τη δουλειά τους. Ο φόβος των εργαζομένων, τον οποίο επικαλείται και η διοίκηση της Suez, είναι πως αν γίνει η εξαγορά θα πουληθεί το μεγαλύτερο μέρος των γαλλικών δραστηριοτήτων της Suez προκειμένου να μην προκύψουν θέματα με τις αρχές ανταγωνισμού.

Οι τελευταίες προτάσεις της Veolia, που έγιναν πριν 20 μέρες περίπου, είχαν ακριβώς αυτό τον σκοπό. Στην ουσία η Veolia πρότεινε την πώληση του συνόλου των γαλλικών δραστηριοτήτων της Suez σε μία τρίτη εταιρεία που θα δεσμευθεί για την διατήρηση του συνόλου των θέσεων εργασίας. Αν οι εργατικές ενώσεις πεισθούν, θα γίνει και πιο εύκολο για τη γαλλική κυβέρνηση να «ευλογήσει» την εξαγορά.

Η κυβέρνηση αιφνιδιάστηκε το φθινόπωρο από την κίνηση της Veolia, αλλά τώρα επιθυμεί την ομαλή λήξη αυτού του σίριαλ. Όπως δήλωσε πριν μία εβδομάδα ο υπουργός οικονομικών της χώρας, καλό θα είναι οι δύο εταιρείες να βρουν γρήγορα μία λύση πριν γίνει μεγάλη ζημιά χωρίς σοβαρό λόγο.

Από την πλευρά της, η διοίκηση της Suez επιμένει πως μόνο αν το προτεινόμενο τίμημα ανέβει στα 22,5 ευρώ ανά μετοχή θα σταματήσει να αντιδρά. Εναλλακτικά, προτείνει την αύξηση του τιμήματος στα 20 ευρώ και την παράλληλη πώληση σημαντικού μέρους των διεθνών δραστηριοτήτων της σε τρίτους επενδυτές.

Παράλληλα, χρησιμοποιώντας κάποια νομικά τεχνάσματα, προσπαθεί να μπλοκάρει την πώληση του γαλλικού κομματιού της μέχρι το 2024. Αυτό θα δημιουργήσει ανυπέρβλητα εμπόδια στην εξαγορά, καθώς θα είναι σχεδόν αδύνατη η έγκρισή της από τις αρμόδιες αρχές ανταγωνισμού. Αντιδρώντας σε αυτές τις πρωτοβουλίες της Suez, η Veolia προσπαθεί να πάρει την άδεια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προκειμένου να συμμετάσχει στη γενική συνέλευση της Suez και να μπορέσει να ψηφίσει.

Είναι φανερό πως η λύση πρέπει να βρεθεί γρήγορα. Η καθυστέρηση βλάπτει και τις δύο επιχειρήσεις. Η Veolia, η οποία πλήρωσε 3,4 δισ. ευρώ για την αγορά των μετοχών της Suez και δεν μπορεί να «τα αφήσει να κάθονται», το κόστος είναι πολύ μεγάλο.

Οι κινήσεις της διοίκησης της Suez και οι απειλές για πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων μάλλον θα βλάψουν την επιχείρηση. Επίσης, όσο περνά ο χρόνος θα αυξάνεται και η πολιτική πίεση προς τις δύο διοικήσεις.

Για να μην φτάσουμε μέχρι τη γενική συνέλευση της Suez, το πιθανότερο, και λογικότερο, είναι να υποχωρήσουν και οι δύο πλευρές. Το τίμημα πρέπει προφανώς να ανέβει, σίγουρα πάνω από τα 20 ευρώ ανά μετοχή, ενώ η Suez πρέπει να εγκαταλείψει τις απειλές και τις κινήσεις που μπορεί να βλάψουν τα συμφέροντά της.

Καθώς είναι βέβαιο πως από το περσινό φθινόπωρο μέχρι τώρα αρκετοί θεσμικοί επενδυτές έχουν αγοράσει μετοχές της Suez περιμένοντας μία τέτοια εξέλιξη, η αντίδραση της αγοράς σε μία τέτοια εξέλιξη θα είναι θετική, αφού ένα κέρδος της τάξης του 10% σε ένα διάστημα λίγων μηνών δεν θα στενοχωρήσει κανέναν επενδυτή.

Αν επικρατήσει η λογική, μέσα στο επόμενο δίμηνο θα έχουμε μία ευτυχή κατάληξη και ο Frerot θα μπορέσει να ξεκινήσει την προσπάθεια δημιουργίας ενός παγκόσμιου πρωταθλητή. Αν δεν καταφέρουν να συνεννοηθούν, το πιθανότερο είναι πως και οι δύο διοικήσεις θα βρεθούν σε δύσκολη θέση, εκτός και αν βρεθεί κάποιος τρίτος επενδυτής να αγοράσει το μερίδιο της Veolia στη Suez σε τιμή συμφέρουσα και για τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές.

Όποια και να είναι η κατάληξη της διαμάχης μεταξύ των δύο παραδοσιακών αντιπάλων, είναι σχεδόν βέβαιο πως σύντομα θα ξέρουμε και εμείς στην Ελλάδα τι θα απογίνει το μερίδιο (τουλάχιστον 5%) που κατέχει η Suez στην εταιρεία ύδρευσης και αποχέτευσης της Θεσσαλονίκης. Στην περίπτωση που αλλάξει χέρια, δεν αποκλείεται να ξεκινήσουν εξελίξεις και στο ελληνικό χρηματιστήριο.

Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.