Υπάρχει σοβαρός λόγος για τον οποίο το υπουργείο Οικονομικών και η ΑΑΔΕ πιέζουν για να προχωρήσουν ταχέως όλα τα μέτρα που έχουν δρομολογηθεί κατά της φοροδιαφυγής: το ψηφιακό βιβλίο πελατών, το ηλεκτρονικό τιμολόγιο, το άυλο δελτίο αποστολής, οι έμμεσες πρακτικές ελέγχου και η αξιοποίηση των big data από τις φορολογικές αρχές.
Όλα πρέπει να είναι στην … πρίζα μέχρι το καλοκαίρι του 2026 προκειμένου να δοθεί η δυνατότητα στον πρωθυπουργό να εξαγγείλει από το βήμα της ΔΕΘ τον Σεπτέμβριο του 2026 (μερικούς μήνες πριν από τις επόμενες βουλευτικές εκλογές) την κατάργηση του ελάχιστου τεκμαρτού εισοδήματος.
Τι θα σημαίνει αυτό στην πράξη; Ότι κατά τη διαδικασία υποβολής των φορολογικών δηλώσεων του 2027 (η οποία έχει πιθανότητες να ξεκινήσει εν μέσω προεκλογικής περιόδου καθώς η ΑΑΔΕ θα επιμείνει στο να ξεκινάει η διαδικασία από τις αρχές Μαρτίου σε μόνιμη βάση) οι εκατοντάδες χιλιάδες επαγγελματίες θα δουν εκκαθαριστικά τα οποία θα προβλέπουν φόρο ο οποίος θα προκύπτει επί της διαφοράς «έσοδα μείον έξοδα» χωρίς να μπαίνει παράμετρος «ελάχιστου εισοδήματος» και σύνδεσης με τα μεταβολή του κατώτατου μισθού.
Το ζητούμενο βέβαια για την κυβέρνηση είναι να εμφανίσει προς τα έξω ότι καταργεί το ελάχιστο τεκμαρτό εισόδημα για τους 800.000 επιτηδευματίες επειδή δεν θα τα χρειάζεται πλέον και όχι επειδή διολισθαίνει στην λογική του «εκλογικού κύκλου». Τι σημαίνει αυτό; Ότι τα φορολογικά έσοδα από τους αυτοαπασχολούμενους, θα διασφαλίζεται μέσω του μηχανισμού ότι θα είναι περισσότερα (ή τουλάχιστον τα ίδια) με σήμερα και ότι δεν θα χαθεί ούτε ένα ευρώ φόρου εξαιτίας της κατάργησης του ελάχιστου τεκμαρτού εισοδήματος.
Και ποιο το όφελος πολιτικά αν τα ποσά που θα βεβαιώνονται θα είναι τα ίδια; Προκύπτει (τουλάχιστον αυτό εκτιμάται) ότι με τους φορολογικούς μηχανισμούς θα αποδίδονται «τα του Καίσαρος τω Καίσαρι». Δηλαδή, ο μικρομεσαίος στο ορεινό χωριό της Ξάνθης δεν θα πληρώνει 1000-2000 ευρώ αν είναι πράγματι ζημιογόνος και ούτε θα χρειάζεται να μπει στη διαδικασία αμφισβήτησης ενός θεωρητικού κέρδους το οποίο στην πράξη δεν υπάρχει.
Χωρίς το ελάχιστο τεκμαρτό εισόδημα, η κυβέρνηση δεν μπορεί να κατηγορηθεί ότι αντιμετωπίζει τους πάντες ως «ύποπτους για φοροδιαφυγή» φορολογώντας τους προληπτικά. Αντίθετα, θα πιστωθεί ότι δημιούργησε έναν μηχανισμό που θα μπορεί να διασφαλίζει ότι η προκλητική φοροδιαφυγή (σ.σ να εμφανίζονται δηλαδή τα καφέ στις κεντρικές πλατείες της πρωτεύουσας με κέρδος 2000-3000 ευρώ τον χρόνο) δεν θα περνάει κάτω από το ραντάρ των φορολογικών αρχών.
Το στοίχημα της κατάργησης του ελάχιστου τεκμαρτού εισοδήματος είναι φιλόδοξο. Το υπουργείο Οικονομικών θα κληθεί να πείσει και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ότι τα μέτρα που θα ενεργοποιηθούν από εδώ και πέρα (σ.σ τα ψηφιακά τιμολόγια, τα ηλεκτρονικά βιβλία πελατών κλπ) θα έχουν την ίδια ή και μεγαλύτερη δημοσιονομική απόδοση. Χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της Κομισιόν, δεν θα μπορεί να προχωρήσει το πακέτο μέτρων στήριξης που προγραμματίζεται να ανακοινωθεί στη ΔΕΘ του 2026.