Στηρίζει τα χαμηλά επιτόκια ο M. Draghi παρά τη σκληρή στάση της Γερμανίας

Στηρίζει τα χαμηλά επιτόκια ο M. Draghi παρά τη σκληρή στάση της Γερμανίας

Πίστωση χρόνου ζήτησε ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Mario Draghi από τους γερμανούς βουλευτές μέχρι να αποδώσουν πλήρως τα μέτρα νομισματικής πολιτικής που εφαρμόζονται.

Ο Draghi απάντησε στην γερμανική κριτική, που κάνει λόγο για ζημιά στην Ευρωζώνη λόγω των χαμηλών επιτοκίων, τα οποία επέφεραν και την άνοδο της λαϊκιστών δεξιών πολιτικών, δηλώνοντας πως τα χαμηλά επιτόκια είναι αναγκαία και ζήτησε από τα κράτη να μοιραστούν τα βάρη.

Παράλληλα κάλεσε τους πολιτικούς σε ολόκληρη την ευρωζώνη να αδράξουν την ευνοϊκή συγκυρία και να προχωρήσουν σε μεταρρυθμίσεις. Όπως αναφέρει, στο κείμενο της ομιλίας του στο γερμανικό Κοινοβούλιο στο Βερολίνο, η ΕΚΤ έχει παρέμβει δυναμικά για την αντιμετώπιση των κινδύνων που εμφανίστηκαν στο μέτωπο της σταθερότητας των τιμών. Ταυτόχρονα η ΕΚΤ με αντισυμβατικά μέτρα πολιτικής που έχει εφαρμόσει συμβάλλει στην οικονομική ανάπτυξη και την αύξηση της απασχόλησης στην ευρωζώνη.

Ωστόσο προειδοποίησε ότι «για να αξιοποιηθούν πλήρως τα οφέλη των μέτρων νομισματικής πολιτικής μας, θα πρέπει να συμβάλλουν πιο αποφασιστικά και άλλες πολιτικές τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο».

Από την πλευρά της, η ΕΚΤ πρέπει να επιτρέψει να αναπτυχθεί πλήρως η πολιτική που εφαρμόζει προκειμένου αυτή να αποδώσει. Ο ίδιος υπερασπίστηκε τα μέτρα νομισματικής πολιτικής που έχουν ληφθεί, τονίζοντας ότι έχουν συμβάλλει στη διατήρηση της σταθερότητας των τιμών, αλλά και στην αντιμετώπιση της απειλής μίας νέας Μεγάλης Ύφεσης.

Υποστήριξε ότι οι αποφάσεις της ΕΚΤ υπόκεινται σε δικαστικό έλεγχο.

Αναφερόμενος στα χαμηλά επιτόκια, ωστόσο, επισήμανε ότι η διατήρηση τους για μεγάλο χρονικό διάστημα μπορεί να επιφέρουν την υπερβολική υπερτίμηση στις αγορές ομολόγων και μετοχών, ως αποτέλεσμα της αναζήτησης υψηλότερων αποδόσεων από τους επενδυτές.

Τέλος, διαβεβαίωσε ότι στην παρούσα φάση δεν είναι ορατός ο κίνδυνος «υπερθέρμανσης» στη ζώνη του ευρώ ή στη γερμανική οικονομία.

Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ