Παπουτσάνης: Η «επιστροφή» της εταιρείας που πατά σε τρεις αιώνες

Παπουτσάνης: Η «επιστροφή» της εταιρείας που πατά σε τρεις αιώνες

Του Απόστολου Σκουμπούρη

Σε μια χώρα που έχει υποστεί ιστορική αποβιομηχάνιση και οι παραγωγικές βιομηχανίες κάθε είδους έχουν λιγοστέψει σε αξιοσημείωτο βαθμό, είναι πολύ θετικό γεγονός ότι μια ιστορική βιομηχανία, με πλούσιο παρελθόν και καλά προϊόντα, δείχνει να «επιστρέφει» για τα καλά. Ο λόγος για την εταιρεία Παπουτσάνης, που αποτελεί μια από τις πλέον παλαιές βιομηχανίες στη χώρα μας, μιας και «κρατά» την ίδρυσή της από το μακρινό 1870. 

Μετά από πολλά χρόνια ταλαιπωρίας και συρρίκνωσης, η εταιρεία παρουσιάζει διαρκώς βελτιούμενη εικόνα, αυξάνοντας την παραγωγή της, εμπλουτίζοντας τα προϊόντα της, έχοντας μάλιστα καλές επιδόσεις στις εξαγωγές. Και είναι αξιοσημείωτη η «επιστροφή» της Παπουτσάνης, καθώς, μια πρώην πτωχευμένη εταιρεία κατάφερε και «γύρισε» μέσα στη... φωτιά της κρίσης.

Το 2010 ήταν κομβικό έτος, εν μέσω απεργιακών κινητοποιήσεων, κάκιστων αποτελεσμάτων, διόγκωση ζημιών, σημαντικό δανεισμό και τη μετοχή σε επιτήρηση. Τότε, το management ανέλαβαν οι κ.κ. Γεώργιος Γκάτζαρος και Μενέλαος Τασσόπουλος, που βρίσκονται και τώρα στο «τιμόνι».

Σταδιακά απέκτησαν και την πλειοψηφία των μετοχών από τον όμιλο Δαυίδ, στον οποίο είχε πωληθεί η Παπουτσάνης από το 1990, ενώ στα τέλη του 2010 ολοκληρώθηκε αύξηση κεφαλαίου 12 εκατ. ευρώ που έδωσε σημαντικές ανάσες στην εταιρεία, δίνοντας κεφάλαια κίνησης, προμήθεια πρώτων υλών, αποπληρωμή υποχρεώσεων.

Κατόπιν, επανήλθε η ιστορική ονομασία Παπουτσάνης, δεδομένου ότι πρωτύτερα και για αρκετά χρόνια είχε μετονομαστεί (απολύτως ατυχώς) σε Plias! To νέο management επικεντρώθηκε στην εξυγίανση αρχικά της λειτουργίας της επιχείρησης, τη μείωση των λειτουργικών εξόδων, τον περιορισμό του κόστους μέσα από την αναζήτηση νέων προμηθευτών, την ενίσχυση των εξαγωγών, αλλά και την ανάπτυξη της αγοράς των ξενοδοχειακών προϊόντων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.

Συνολικά 30 εκατ. ευρώ επενδύθηκαν την 7ετία 2010-2016 ενώ τη διετία 2017-2018 οι επενδύσεις θα ανέλθουν σε περίπου 3,7 εκατ. ευρώ και αφορούν νέα αυτοματοποιημένη γραμμή συσκευασίας καλλυντικών, νέα γραμμή παραγωγής ξενοδοχειακών σαπουνιών κ.α.

Δεν είναι τυχαίο ότι και στο χρηματιστήριο η μετοχή της Παπουτσάνης «επιβεβαιώνει» την επιστροφή της εταιρείας, έχοντας άνοδο άνω του 30% το 2017, ενώ το 10μηνο του 2018 έχει ράλι κοντά στο 150%!

Η Παπουτσάνης ΑΒΕΕ είναι κορυφαία ελληνική εταιρεία στον τομέα της και μεταξύ των τριών μεγαλύτερων παραγωγών σαπουνιών στην Ευρώπη. Διαθέτει τη μεγαλύτερη μονάδα παραγωγής του είδους της στα Βαλκάνια και μια από τις πιο εξελιγμένες τεχνολογικά σε όλη την Ευρώπη.

Ετήσιοι ρυθμοί αύξησης 10% και νέα προϊόντα

Τον περασμένο Ιούνιο, σε παρουσίαση στην Ένωση Θεσμικών Επενδυτών, ο διευθύνων σύμβουλος Μενέλαος Τασόπουλος εκτίμησε πως ο φετινός κύκλος εργασιών θα σημειώσει αύξηση άνω του 15%, με παράλληλη βελτίωση της κερδοφορίας. Τόνισε πως τα μεγάλα προβλήματα του παρελθόντος έχουν ξεπεραστεί, καθώς η εταιρεία έχει μέση ετήσια αύξηση πωλήσεων περί το 10% από το 2010 έως το 2017, ενώ από πέρυσι έχει επιστρέψει στα κέρδη.

Μάλιστα, η εταιρεία δρομολογεί το λανσάρισμα δικών της brands, ετοιμάζοντας να εισέλθει στα ελληνικά super markets με νέα κατηγορία προϊόντος, η οποία θα φέρει το brand name «Παπουτσάνης».

Η βιομηχανία επενδύει στρατηγικά στην προώθηση των εξαγωγών της, οι οποίες πλέον υπερβαίνουν το 40% των συνολικών πωλήσεών της. Συνολικά, παράγει πάνω από 100 εκατ. τεμάχια έτοιμου προϊόντος ετησίως και πραγματοποιεί εξαγωγές σε περισσότερες από 25 χώρες, σε Ευρώπη, Μεξικό, Νέα Ζηλανδία και Αυστραλία ενώ υπάρχει στόχευση για άνοιγμα σε αγορές Ασίας και ειδικά οι χώρες της Κίνας και της Νότιας Κορέας.

Μακράν ο μεγαλύτερος προμηθευτής ξενοδοχείων

Η Παπουτσάνης κατέχει ηγετική θέση στην κατηγορία σαπουνιού σε μπάρες, ενώ αποτελεί τον μεγαλύτερο προμηθευτή ξενοδοχειακών προϊόντων προσωπικής περιποίησης στην Ελλάδα. Το 34% του κύκλου εργασιών της προέρχεται από την κατηγορία των ξενοδοχειακών καλλυντικών.

Τα ξενοδοχειακά προϊόντα της Παπουτσάνης (Olivia, Skin Essentials, Karavaki) και τα ξενοδοχειακά προϊόντα Κορρέ - σε συνεργασία με την ομώνυμη εταιρεία- διανέμονται στις μεγάλες ξενοδοχειακές αλυσίδες και τουριστικές μονάδες τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό.

Μεγάλες προσδοκίες από τη συνεργασία με την Windmill και τα OLIVIA

olivia

Πολλά περιμένει η Παπουτσάνης από την στρατηγική συνεργασία που ανακοινώθηκε τον περασμένο Μάιο με την αμερικανική Windmill Health Products, για τη διάθεση της σειράς προϊόντων περιποίησης προσώπου, σώματος και μαλλιών OLIVIA στην Αμερική.

Η εταιρεία έχει μεγάλες προσδοκίες, στοχεύοντας στην περαιτέρω διείσδυση στην αγορά των ΗΠΑ μέσω της τοποθέτησης των προϊόντων OLIVIA σε ανεξάρτητα φαρμακεία της χώρας, ενώ από το 2019 η διανομή θα επεκταθεί σε μεγάλες αλυσίδες φαρμακείων. Η συνεργασία αναμένεται να επεκταθεί μελλοντικά, εκτός της αγοράς των φαρμακείων, και να συμπεριλάβει τη διανομή των προϊόντων OLIVIA σε μεγάλα σημεία λιανικής πώλησης στις ΗΠΑ που ανήκουν στο δίκτυο της Windmill.

Η Windmill διαθέτει ένα από τα μεγαλύτερα δίκτυα διανομής προϊόντων υγείας σε φαρμακεία και σημεία λιανικής σε παναμερικανική κλίμακα. Τα προϊόντα της, κυρίως βιταμίνες και συμπληρώματα διατροφής, διατίθενται σε 150.000 σημεία πώλησης στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Η σειρά OLIVIA αξιοποιεί βιολογικά εκχυλίσματα φύλλων ελιάς, οργανικού ελαιολάδου, οργανικού καρπού και κουκουτσιού ελιάς, τα οποία παράγονται βάσει των αυστηρών προδιαγραφών της Ε.Ε για χρήση σε καλλυντικά, σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Αθηνών. Η σειρά OLIVIA έχει παρουσία σε φαρμακεία, καταστήματα καλλυντικών, καταστήματα αφορολογήτων ειδών (duty free) και ξενοδοχεία στην Ελλάδα και σε 14 ακόμη χώρες.

Τι δείχνουν τα αποτελέσματα του 1ου εξαμήνου 2018

Αύξηση στα καθαρά κέρδη μετά φόρων εμφάνισε η βιομηχανία το πρώτο εξάμηνο του 2018, με τον κύκλο εργασιών να ενισχύεται κατά 19,8%. Αναλυτικότερα, ο κύκλος εργασιών έφτασε στα 12 εκατ. ευρώ έναντι 10 εκατ. ευρώ πέρυσι, ενώ τα κέρδη προ φόρων έφτασαν σε 0,52 εκατ. ευρώ, έναντι 0,25 εκατ. ευρώ το α'' εξάμηνο του 2017, αυξημένα κατά 106%.
Τα κέρδη μετά φόρων διαμορφώθηκαν σε 0,38 εκατ. ευρώ, έναντι κερδών 0,12 εκατ. ευρώ το α'' εξάμηνο του 2017, αυξημένα κατά 215%.

Με ιστορία που «πατά» σε τρεις αιώνες

Η εταιρεία ιδρύθηκε το 1870 στο Πλωμάρι της Λέσβου από τον Δημήτρη Παπουτσάνη, ο οποίος με πρώτη ύλη τα φυτικά έλαια ίδρυσε τη φερώνυμη σαπωνοποιία. Ο ίδιος συνεργαζόταν με εμπορικούς οίκους της Μασσαλίας, της Γένοβας, της Αλεξάνδρειας, της Σμύρνης και της Κωνσταντινούπολης, ενώ είχε ιδιόκτητο πλοίο για τη μεταφορά των εμπορευμάτων του. Παράλληλα, αντιλήφθηκε πολύ γρήγορα την ανάγκη της σαπωνοβιομηχανίας.

Το 1899 οι τρεις γιοί του ίδρυσαν την πρώτη εταιρεία Παπουτσάνης, ενώ το 1913 οι εγκαταστάσεις μεταφέρθηκαν στον Πειραιά.

Από το 1917 έως το 1936 που ξεκίνησε η αρωματική σαπωνοποιία, το εργοστάσιο Παπουτσάνη του Πειραιά παρήγε πράσινο σαπούνι μπουγάδας και κύβους σαπουνιού Μασσαλίας. Γνωστά, προπολεμικά προϊόντα της φίρμας ήταν το «Νο. 2», ένα σαπούνι ευρείας κατανάλωσης με άρωμα πασχαλιάς και το σαπούνι «Φλώρα», που κυκλοφόρησε τυλιγμένο σε ζελατίνα.
Το διώροφο εργοστάσιο της οδού Πολυδεύκους, λειτούργησε έως το χειμώνα του ''44, οπότε και καταστράφηκε ολοκληρωτικά στο βομβαρδισμό του Πειραιά.

Ένα χρόνο μετά το βομβαρδισμό φτιάχτηκε νέο εργοστάσιο, ενώ το 1967 η μονάδα μεταφέρθηκε στην Κάτω Κηφισιά, όπου χτίστηκαν καινούριες εγκαταστάσεις που περιελάμβαναν νέες μονάδες λιπαρών οξέων-γλυκερίνης, τμήμα καλλυντικών και κλάδο βρώσιμων ελαίων και λοιπών.

Η εταιρεία εισήχθη στο ελληνικό χρηματιστήριο στις 16 Αυγούστου του 1972, ενώ στις αρχές του 1990 η οικογένεια Παπουτσάνη μεταβίβασε τις μετοχές στον όμιλο Δαυίδ. Το 2001 δημιουργήθηκε το σύγχρονο εργοστάσιο παραγωγής προϊόντων προσωπικής φροντίδας στη Ριτσώνα Ευβοίας, σε οικόπεδο 60.000τμ.,. αποτελώντας τη μεγαλύτερη μονάδα παραγωγής σαπουνιού στη Νοτιοανατολική Ευρώπη.