Μπορούν οι προτάσεις της Ευρώπης να ρίξουν τις τιμές;
Ενέργεια

Μπορούν οι προτάσεις της Ευρώπης να ρίξουν τις τιμές;

Οι πάντες πλέον στην Ευρώπη μιλούν για την ανάγκη μιας κοινής λύσης. Η περίπλοκη αυτή εξίσωση, ξεκινάει από το φυσικό αέριο και με τη βεβαιότητα ότι όποιο μέτρο και να λάβουν οι Ευρωπαίοι, αν και λογικό, δεν θα αρέσει στη Μόσχα και πιθανόν να προκαλέσει απάντηση σε ένα ολοένα πιο επικίνδυνο chicken game με την Ευρώπη.

H συζήτηση για την επιβολή πλαφόν στον ολλανδικό κόμβο TTF δεν είναι απλή. Η μεγαλύτερη ανησυχία εδράζεται στο πώς θα αντιδράσει η αγορά από την πλευρά της προσφοράς. Εάν μπει ανώτατη οριακή τιμή, θα πρέπει αυτή να διασφαλίζει ότι θα διατηρηθεί το ενδιαφέρον των παραγωγών να διαθέτουν το προϊόν τους στην Ευρώπη. Τουλάχιστον με όρους οικονομικούς, γιατί η πολιτικοποίηση και εργαλειοποίηση του «όπλου» του φυσικού αερίου είναι πλέον φανερή. Αν επιτρέπει όμως κάτι αισιοδοξία, είναι είναι η στάση των αγορών την τελευταία εβδομάδα, όπου οι τιμές του TTF έχουν υποχωρήσει μέχρι 35%.

Γιατί άραγε; Μάλλον επειδή προεξοφλούν ότι δεν πάει άλλο και τα μέτρα επίκεινται. Επίσης, επειδή γνωρίζουν ότι η Ρωσία δεν έχει και πολλές εναλλακτικές λύσεις να διαθέσει το αέριό της καθόσον οι υποδομές που έχουν κατασκευασθεί καθιστούν Ρωσία και Ευρώπη εξαρτώμενους ο ένας από τον άλλο. Κίνα και Ινδία δεν μπορούν να υποκαταστήσουν την Ευρώπη, τόσο λόγω υποδομών μεταφοράς όσο και λόγω ζήτησης. 

Τα πάντα ακόμα είναι ρευστά, ωστόσο, έστω και με καθυστέρηση, η Ευρώπη πρέπει να αλλάξει το παρανοϊκό μοντέλο με το οποίο λειτουργεί ακόμη και σήμερα η ενεργειακή της αγορά.

Η τρέλα των τιμών φυσικού αερίου

Είναι άλλωστε ένα από τα πρώτα μαθήματα που διδάσκονται οι φοιτητές των οικονομικών σχολών: Ο νόμος της προσφοράς και ζήτησης για τη διαμόρφωση της τιμής ενός αγαθού, προϋποθέτει μεγάλο πλήθος πωλητών και αγοραστών. Αν αυτή η συνθήκη δεν πληρούται, οδηγούμαστε σε μονοπωλιακές ή ολιγοπωλιακές καταστάσεις, που είναι ο,τι χειρότερο μπορεί να συμβεί σε μια κοινωνία.  

Και όμως, η ΕΕ προώθησε τη δημιουργία χρηματιστηριακής αγοράς για το φυσικό αέριο, ενώ η εξάρτησή της από λίγους προμηθευτές και μάλιστα εκτός των συνόρων, ήταν γεγονός (εις εξ αυτών μόνο, η ρωσική Gazprom, κατείχε μερίδιο 40% της κατανάλωσης!). Πράγμα που δεν μπορούσε να αλλάξει καθώς το φυσικό αέριο, σε αντίθεση με το πετρέλαιο, χρειάζεται για τη μεταφορά του συγκεκριμένες υποδομές που απαιτούν πολλά χρόνια για να αναπτυχθούν, και οι οποίες την είχαν καταστήσει δέσμια προς τους συγκεκριμένους παραγωγούς. Παραιτήθηκε δε και από την όποια διαπραγματευτική δύναμη είχε στο παρελθόν μέσω των μακροχρόνιων διακρατικών συμβολαίων, αφού τα έθεσε υπό διωγμό και προωθούσε την τελευταία 20ετία μόνο τις spot αγορές. Στην ουσία δηλ. παρέδωσε τα κλειδιά του καθορισμού της τιμής του φυσικού αερίου στην Gazprom και σε λίγους άλλους προμηθευτές!

Ως αποτέλεσμα, παρατηρούμε από τα μέσα του 2021 μια παράνοια στις τιμές του φυσικού αερίου, η οποία αποτυπώνεται γλαφυρά στο παρακάτω διάγραμμα της σύγκρισης των τιμών του ευρωπαϊκού TTF και του αμερικανικού Henry hub.

Μεταξύ των τιμών των δύο χρηματιστηρίων, κατά μια πρώτη προσέγγιση, δεν δικαιολογείται διαφορά μεγαλύτερη των 20 €/MWh περίπου (για να ληφθεί υπόψη το κόστος υγροποίησης και μεταφοράς και το κίνητρο για τη διοχέτευση του αερίου από τις ΗΠΑ στην Ευρώπη). Εν τούτοις, οι διαφορές από το φθινόπωρο του 2021 είναι πάνω από 30 και φθάνουν και μέχρι τα 150 €/MWh! 

Τεράστιος πλούτος διοχετεύεται καθημερινά από τους Ευρωπαίους καταναλωτές στους παραγωγούς της Ρωσίας, της Αμερικής και άλλων εξαγωγικών χωρών ΦΑ!

Και όμως, υπάρχουν ακόμα φωνές για διατήρηση του μοντέλου αυτού! Πρόκειται για δογματισμούς και παρερμηνείες της θεωρίας της ελεύθερης αγοράς; Πρόκειται για απροθυμία παραδοχής λάθους; Δεν είναι φανερό ότι το πρόβλημα είναι συστημικό και όχι περιστασιακό; Και ότι, ακόμα και αν, ως δια μαγείας, τελείωνε ο πόλεμος στην Ουκρανία και αποκαθίσταντο οι σχέσεις με τη Ρωσία, πάλι θα βρισκόμαστε υπό ομηρία και ο κίνδυνος νέων εξωπραγματικών αυξήσεων θα επικρέμαται συνεχώς πάνω από την Ευρώπη;

Η τρέλα των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας

Οι εξωφρενικές τιμές φυσικού αερίου οδήγησαν στη συνέχεια στις εξωπραγματικές τιμές ηλεκτρισμού. Όχι όμως κατά το ποσοστό συμμετοχής του ΦΑ στην ηλεκτροπαραγωγή, αλλά κατά 100%! Για τη μεγέθυνση αυτή του προβλήματος, ευθύνεται το, επίσης άστοχο, μοντέλο απελευθέρωσης της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας (target model). Το οποίο μετέτρεψε τον ηλεκτρισμό σε χρηματιστηριακό είδος, όπου η τιμή του αποσυνδέεται πλήρως από το κόστος παραγωγής και μεγεθύνεται πάντα προς τα πάνω, μέσω του μηχανισμού της οριακής τιμής (τιμολόγηση με βάση την ακριβότερη προσφορά κάθε ώρας) και μέσω του μηχανισμού σύζευξης των αγορών.

Ειδικά ο τελευταίος μηχανισμός, σημαίνει ότι, σε περιβάλλον υψηλών τιμών φυσικού αερίου, ακόμα και αν μια αγορά ηλεκτρισμού έχει μικρή εξάρτηση από το φυσικό αέριο (ΦΑ), αν η γειτονική αγορά έχει υψηλή εξάρτηση, οι υψηλές τιμές μεταφέρονται και στην πρώτη. Το φαινόμενο αυτό είναι τόσο μεγαλύτερο, όσο μεγαλύτερη είναι η δυναμικότητα ηλεκτρικής διασύνδεσης μεταξύ των δύο χωρών. Αυτό επιβεβαιώνεται από το παράδειγμα της Βουλγαρίας, Ελλάδας και Ιταλίας, όπου οι τιμές που εκκαθαρίζονται στα χρηματιστήρια των χωρών αυτών ευρίσκονται στα ίδια περίπου επίπεδα, μολονότι υπάρχουν σημαντικές διαφορές στο ποσοστό της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ΦΑ (βλ. τα παρακάτω διαγράμματα). Δηλ. με το σημερινό μοντέλο της αγοράς, όσο και αν μειώσουμε την εξάρτησή μας από το ΦΑ, αν και η Ιταλία δεν μειώσει ανάλογα (σήμερα η Ιταλία έχει μεγαλύτερη εξάρτηση από την Ελλάδα), οι τιμές ηλεκτρισμού δεν θα πέσουν! 

Αντίστοιχο πρόβλημα βιώνουν η Γαλλία και οι Σκανδιναβικές χώρες που έχουν μεγάλη παραγωγή από μονάδες σταθερού κόστους (πυρηνική ενέργεια και υδροηλεκτρικά αντίστοιχα), είναι όμως συζευγμένες με άλλες ευρωπαϊκές αγορές που εξαρτώνται από το ΦΑ.. 

Τι μπορεί να γίνει τώρα;

Κατά τη ρήση του Προέδρου Kennedy «το λάθος γίνεται σφάλμα όταν δεν διορθώνεται».

Το εφαρμοζόμενο προσωρινό Ιβηρικό μοντέλο

Για την αντιμετώπιση του προβλήματος, στα κράτη-μέλη της Ιβηρικής χερσονήσου (Ισπανία, Πορτογαλία), εφαρμόζεται (σε προσωρινή βάση κατόπιν έγκρισης της Επιτροπής) το μοντέλο της επιβολής πλαφόν στην τιμή του ΦΑ με κάλυψη της διαφοράς του πλαφόν από τη χρηματιστηριακή τιμή από το Δημόσιο. Με τον τρόπο αυτόν, σταματά η μετάδοση της υψηλής τιμής και στις τιμές ηλεκτρισμού που εκκαθαρίζονται στο χρηματιστήριο ηλεκτρικής ενέργειας, αντιμετωπίζεται δηλ. το πρόβλημα του μηχανισμού της οριακής τιμής, γι’αυτό και οι χονδρεμπορικές τιμές ηλεκτρισμού στην Ιβηρική είναι τώρα σημαντικά χαμηλότερες. Είναι φανερό όμως ότι  το μοντέλο αυτό, μολονότι ανακουφίζει τους καταναλωτές, δεν αποτελεί ικανοποιητική λύση διότι επιβαρύνει τις κρατικές δαπάνες μεταφέροντας κόστος από τους καταναλωτές στους φορολογούμενους και χωρίς να εμποδίζει τα υπερέσοδα των παραγωγών ΦΑ.

Το εφαρμοζόμενο προσωρινό ελληνικό μοντέλο (Greek model  II)

Στην Ελλάδα δεν εφαρμόσθηκε το Ιβηρικό μοντέλο προκειμένου να μην επιβαρυνθούν τα δημόσια οικονομικά. Για να αντιμετωπισθεί όμως το πρόβλημα της μετάδοσης των αυξημένων τιμών ΦΑ στην τιμή όλης της ηλεκτρικής ενέργειας που εκκαθαρίζεται στο χρηματιστήριο, εφαρμόζεται από 1ης Ιουλίου 2022 ένα σύστημα αφαίρεσης στην πηγή (δηλ. από το χρηματιστήριο) των υπερεσόδων των μονάδων και επιστροφής τους στους καταναλωτές. Η τελική αμοιβή όλων των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής καθορίζεται από τη ΡΑΕ κάθε μήνα με βάση τα στοιχεία κόστους, έτσι ώστε να είναι ικανοποιητική για τους ηλεκτροπαραγωγούς, εμποδίζοντας συγχρόνως τα υπερέσοδα.

Έτσι, η χονδρεμπορική αγορά εξορθολογίσθηκε και αντιμετωπίσθηκε το πρόβλημα του μηχανισμού της οριακής τιμής, χωρίς επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού (εκτός αν γίνεται περαιτέρω επιδότηση για να αντιμετωπισθεί το κόστος και του παραγόμενου από ΦΑ  ηλεκτρισμού). 

Το ανωτέρω σύστημα όμως έχει λάβει μέχρι τώρα έγκριση εφαρμογής σε προσωρινή βάση (μέχρι και τον Μάιο 2023). Επίσης, δεν λύνει το πρόβλημα των υπερβολικών τιμών φυσικού αερίου.

Το νέο προτεινόμενο ελληνικό μοντέλο (Greek model  Ι)

Η νέα πρόταση της ελληνικής κυβέρνησης για την αποσύνδεση των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας από τις τιμές του φυσικού αερίου, προβλέπει τη διχοτόμηση της παραγωγής σε δύο τμήματα: 

Από τη μία οι μονάδες σταθερής ή στοχαστικής παραγωγής και συγχρόνως πολύ χαμηλού οριακού κόστους, δηλ. συνολικού κόστους που καθορίζεται από το CAPEX (ΑΠΕ, υβριδικές ΑΠΕ υποχρεωτικά υδροηλεκτρικά, πυρηνικά) καθώς και όλες οι μονάδες με εγγυημένες τιμές (feed-in tariffs, contracts for differences) ή με διμερή συμβόλαια (power purchase agreements). Οι μονάδες αυτές θα αμείβονται με τις εγγυημένες ή συμφωνημένες τιμές, ή με σταθερές  τιμές που θα καθορίζονται διοικητικά με βάση το μακροχρόνιο συνολικό κόστος (long term levelized cost), και θα έχουν προτεραιότητα στην παραλαβή της παραγωγής τους. Περικοπές θα γίνονται μόνο για τεχνικούς λόγους. 

Από την άλλη οι μονάδες μεταβλητού κόστους ή/και ευέλικτης παραγωγής (μονάδες ΦΑ, λιγνιτικές, υδροηλεκτρικά μεταβλητής λειτουργίας, μονάδες αποθήκευσης με ενίσχυση επένδυσης μόνο, όπως μπαταρίες και αντλησιοταμιευτικά, demand  response), οι οποίες θα διαθέτουν την παραγωγή τους μέσω του χρηματιστηρίου με τον μηχανισμό της οριακής τιμής όπως και σήμερα, χωρίς να έχουν εγγυημένη παραλαβή της παραγωγής τους. 

Η τελική εκκαθάριση της αγοράς, σύμφωνα με την πρόταση αυτή, θα προκύπτει από τη στάθμιση των δύο «καλαθιών». Έτσι, αν πχ οι μονάδες της πρώτης κατηγορίας αντιστοιχούν στο 60% της κατανάλωσης και έχουν μέσο κόστος 85 €/MWh και οι μονάδες της δεύτερης κατηγορίας εκκαθαρίζονται στα 250 €/MWh, ο καταναλωτής που τιμολογείται με την τιμή εκκαθάρισης της προ-ημερήσιας αγοράς θα πληρώνει (0,60)Χ85+(0,40)Χ250= 151 €/MWh, η οποία είναι είναι 40% χαμηλότερη από την τιμή των 250 €/MWh  που θα διαμορφωνόταν με το σημερινό μοντέλο. 

Αυτό απαιτεί επίλυση της αγοράς επόμενης ημέρας σε δύο στάδια για όλες τις συζευγμένες αγορές μαζί. Είναι σημαντική για τον λόγο αυτόν η ακριβέστερη δυνατή πρόβλεψη της παραγωγής των μονάδων της πρώτης κατηγορίας, και γι’αυτό θα πρέπει να θεσπισθεί σύστημα ποινών που θα αποτρέπει τα «ηθελημένα» λάθη. Η ενδοημερήσια αγορά και η αγορά εξισορρόπησης θα λειτουργούν κανονικά μέσω του χρηματιστηρίου όπως σήμερα. 

Το νέο μοντέλο αυτό απαιτεί χρόνο για την εφαρμογή του στην πράξη πανευρωπαϊκά αφού πρέπει να προηγηθούν τόσο νομοθετικές/κανονιστικές ρυθμίσεις όσο και προσαρμογή των πληροφοριακών συστημάτων σε όλα τα κράτη-μέλη, εν αντιθέσει με το προηγούμενο που εφαρμόσθηκε άμεσα ως προσωρινή λύση.

Το σύστημα μετασχηματισμού της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας με το οποίο διακόπτεται ο μηχανισμός της οριακής τιμής, όπως διαμορφώθηκε με την καθοριστική συμβολή του καθηγητή Π. Κάπρου και της ομάδας του και προτείνεται από την Ελλάδα (Greek model Ι -μόνιμο και Greek model ΙΙ – προσωρινό), είναι η καλύτερη πρόταση μέχρι τώρα για την αντιμετώπιση των προβλημάτων του σημερινού target model, καθώς το πρόβλημα που βιώνουμε σήμερα δεν είναι περιστασιακό, αλλά συστημικό, και θα εμφανιζόταν κάποια στιγμή οπωσδήποτε, ανεξαρτήτως του πολέμου στην Ουκρανία. Διότι ο μηχανισμός της οριακής τιμής, οδηγεί σε κάθε περίπτωση στην ακριβότερη τιμή ολόκληρη την παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια, ακόμα και αυτή σταθερού κόστους, πράγμα που είναι εις βάρος της οικονομικής αποτελεσματικότητας της αγοράς και μπορεί εύκολα να εξελιχθεί σε ακρότητες,  όπως αυτή που βιώνουμε σήμερα.

Το φυσικό αέριο όμως και η παραγόμενη από αυτό ηλεκτρική ενέργεια, θα συνεχίσουν να είναι αδικαιολόγητα ακριβά. 

Η ελληνική πρόταση για πλαφόν στο φυσικό αέριο

Για τον λόγο αυτόν, η ελληνική κυβέρνηση έχει προτείνει προς την ΕΕ ταυτόχρονα τη λύση του πλαφόν στα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια φυσικού αερίου, έτσι ώστε προσφορές άνω του πλαφόν να μη γίνονται δεκτές. Με τον τρόπο αυτόν, η τιμή του TTF θα ευρίσκεται πάντα κάτω από το πλαφόν. Είναι η καλύτερη πρόταση μέχρι τώρα για το πρόβλημα αυτό. Πρέπει βέβαια το πλαφόν θα καθορισθεί σε εύλογα επίπεδα, ώστε να διασφαλίζεται από οικονομικής απόψεως η προσφορά ΦΑ. Προτιμότερο είναι το πλαφόν να καθορισθεί υπό μορφή φόρμουλας σε συνάρτηση με τον δείκτη του χρηματιστηρίου Henry Hub, το οποίο φαίνεται να λειτουργεί ομαλά, για να μην υπάρχει η ανάγκη καθημερινού επαναπροσδιορισμού, δεδομένης και της δυσκολίας λήψης αποφάσεων στο επίπεδο της ΕΕ. 

Οι ανησυχίες ότι αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μειωμένη προσφορά ΦΑ φαίνεται να διαψεύδονται. Όπως ήδη αναφέρθηκε, οι τιμές TTF μειώθηκαν σημαντικά (περίπου 35%), όταν άρχισαν να διαρρέουν πληροφορίες ότι η Ε.Ε. σκέπτεται σοβαρά την καθιέρωση πλαφόν. Μια ακόμα απόδειξη της «φούσκας» που είχε δημιουργηθεί..

Και με την ενεργειακή μετάβαση τι γίνεται;

Έχουν ακουστεί ορισμένα επιχειρήματα ότι οι υψηλές τιμές φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας βοηθούν στην ταχύτερη ενεργειακή μετάβαση. Δεν φαίνεται όμως αυτό να επαληθεύεται στην πράξη. Αντίθετα, οι υψηλές τιμές του ΦΑ οδηγούν σε επιστροφή στον άνθρακα (και στην πυρηνική ενέργεια, που και αυτή δεν είναι βιώσιμη λύση, αλλά αντίθετα πολύ επικίνδυνη). Οδηγούν και σε μείωση της φορολογίας των ορυκτών καυσίμων. Διότι τα κράτη-μέλη θα κάνουν ο,τι μπορούν για να αποφύγουν την ύφεση και τη φτωχοποίηση των πολιτών τους.. 

Επίσης, πως μπορεί να προχωρήσει η ενεργειακή μετάβαση, η οποία βασίζεται σε ευρύ εξηλεκτρισμό (ηλεκτροκίνηση, αντλίες θερμότητας, κλπ.), με εξωπραγματικές τιμές ηλεκτρισμού; 

Από τις υψηλές τιμές φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού φαίνεται να ωφελείται μόνο η εξοικονόμηση ενέργειας, και αυτό είναι αλήθεια. 

Επίσης, ορισμένοι θεωρούν ότι ενισχύεται η αυτοπαραγωγή/ παραγωγή  από ΑΠΕ. Αυτό όμως δεν είναι σίγουρο, καθώς ο πληθωρισμός που δημιουργείται από τις τιμές ενέργειας σε όλη την αλυσίδα παραγωγής, μεταφέρεται και στις τιμές των «πράσινων» επενδύσεων, ενώ η ύφεση που σίγουρα θα ακολουθήσει, θα πλήξει τις οικονομικές δυνατότητες πολιτών, επιχειρήσεων και κυβερνήσεων για τέτοιες επενδύσεις.

Θεωρούμε ότι η ενεργειακή μετάβαση μπορεί να προχωρήσει ομαλά, χωρίς οικονομικούς και κοινωνικούς κλυδωνισμούς, μόνο με σταθερότητα σε λογικά επίπεδα στις τιμές φυσικού αερίου (που αποτελεί μεταβατικό ορυκτό καύσιμο με σημαντικό ρόλο κατά τη διάρκεια της μετάβασης) και ηλεκτρικής ενέργειας. Οι τιμές των ορυκτών καυσίμων ούτως ή άλλως θα ακριβήνουν λόγω μείωσης των επενδύσεων στην παραγωγή τους, αλλά αυτό δεν χρειάζεται να καταστρέφει και τις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας. Ούτε και να γίνεται απότομα (5-10 φορές πάνω σε μερικούς μήνες)!

Άλλωστε, σε καμία περίπτωση δεν είναι αποδεκτή μια τεχνητή αύξηση των τιμών των βασικών αγαθών του φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας (δηλ. που δεν δικαιολογείται από τα κόστη και το εύλογο κέρδος), η οποία μεταφέρει τεράστιους πόρους από τον ευρύ πληθυσμό σε λίγους παραγωγούς..

Συμπέρασμα

Είναι γεγονός ότι η Ελλάδα, στο πεδίο του προβληματισμού και της εύρεσης λύσεων στο ενεργειακό, έχει  πρωτοπορήσει.

Με τις δύο προτάσεις της Ελληνικής Κυβέρνησης, ήτοι:

(α) πλαφόν στα Ευρωπαϊκά χρηματιστήρια φυσικού αερίου, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό θα ορισθεί σε εύλογο ύψος, 

και 

(β) μετασχηματισμός του μοντέλου της χονδρεμπορικής αγοράς φυσικού αερίου ώστε να μην μεταβιβάζονται οι μεταβλητές τιμές και στις μονάδες σταθερού κόστους   

εφόσον γίνουν δεκτές και από τα λοιπά κράτη-μέλη

Θα μπορούσε να διορθωθεί (έστω και αργά) το ιστορικό λάθος του μοντέλου της απελευθέρωσης των αγορών ενέργειας που εφαρμόσθηκε στην ΕΕ, και να σταματήσει η σημερινή «παράνοια», η οποία απειλεί τόσο την οικονομική ανάπτυξη της ΕΕ όσο και την ενεργειακή μετάβαση.

* Ο Δημήτρης Καρδοματέας είναι τ. Γενικός Διευθυντής Στρατηγικής & Ανάπτυξης του ΔΕΣΦΑ. Το άρθρο αυτό εκφράζει προσωπικές απόψεις του συγγραφέα