Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Έχουμε συνηθίσει τα τελευταία χρόνια να μιλάμε για τα «λουκέτα» στην αγορά, για τις ασφυκτικές πιέσεις που δέχονται οι επιχειρήσεις λόγω των συνεχώς αυξανόμενων επιβαρύνσεων και για το μείζον πρόβλημα των «κόκκινων» δανείων το οποίο πνίγει την πραγματική οικονομία.
Μέσα σε όλη αυτή τη μιζέρια ξεχνάμε ότι υπάρχει και η θετική πλευρά. Η πλευρά των επιχειρήσεων που όχι μόνο επιβιώνουν αλλά αναπτύσσονται και εκείνων που παρά το γεγονός ότι σήμερα δεν εξυπηρετούν τα δάνειά τους, μπορούν – με την κατάλληλη διαχείριση - να ανακάμψουν. Σύμφωνα με στοιχεία από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες, περίπου 8 στις 10 επιχειρήσεις με «κόκκινα» δάνεια που συνεχίζουν να λειτουργούν, είναι βιώσιμες.
Το ποσοστό της τάξης του 20% που θεωρείται μη βιώσιμο και σε μεγάλο βαθμό αντιστοιχεί σε εταιρείες-ζόμπι, μόνο αμελητέο δεν είναι. Αφορά περίπου 15.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις και αρκετές δεκάδες χιλιάδες μικρές επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες. Ιδίως στον κλάδο των ελεύθερων επαγγελματιών ένα στα δύο δάνεια είναι καταγγελμένα.
Παράγοντες της αγοράς επισημαίνουν σε κάθε ευκαιρία πως το μεγάλο στοίχημα είναι να σωθούν οι βιώσιμες επιχειρήσεις και όχι να συντηρείται μία κατάσταση με εταιρείες και επαγγελματίες σε… ημιθανή κατάσταση. Η απόφαση των τραπεζών, σε πλήρη συντονισμό με την Τράπεζα της Ελλάδος, είναι ειλημμένη. Θα στηρίξουν τις βιώσιμες για να διασφαλιστούν οι θέσεις εργασίας και να ανακάμψουν για να δημιουργήσουν καινούριες δουλειές, δίνοντας με αυτόν τον τρόπο ώθηση στο ΑΕΠ.
Πόσα κεφάλαια μπορούν να απελευθερωθούν από την αντιμετώπιση των επιχειρήσεων-ζόμπι; Υπολογίζεται ότι αν οι τράπεζες, με τη βοήθεια της ΤτΕ και του κράτους, κινηθούν προσεχτικά και με γνώμονα τη διευκόλυνση της ανάπτυξης, τότε το ελληνικό ΑΕΠ μπορεί να κερδίσει 9 δισ. ευρώ, ή σωρευτικά 5%, μέσα στην επόμενη πενταετία.
Στους προσεχείς μήνες και κυρίως αφού τεθούν σε πλήρη εφαρμογή τα εργαλεία διαχείρισης που ψηφίστηκαν πρόσφατα, οι τράπεζες θα εστιάσουν σε περίπου 2.500 επιχειρήσεις. Στόχος είναι μέσα από την ενεργή διαχείριση και κατάλληλη αναδιάρθρωση να κινητοποιήσουν κεφάλαια και να προσελκύσουν επενδύσεις. Μόνο έτσι μπορεί σε εύλογο χρονικό διάστημα να δοθεί ώθηση στην ανάπτυξη με αρκετά δισεκατομμύρια ευρώ.
Πρόκειται για επιχειρήσεις που είτε είναι ανταγωνιστικές και έχουν ανάγκη επενδύσεων, είτε διαθέτουν στοιχεία που μπορούν να προσελκύσουν επενδύσεις. Όπως εκτιμά η PwC, περίπου 1.000 εταιρείες με ετήσια έσοδα πάνω από 10 εκατ. ευρώ είναι αρκετά ανταγωνιστικές και έχουν ανάγκη επενδύσεων. Άλλες 1.400 έχουν στοιχεία που μπορούν να προσελκύσουν επενδύσεις. Αναδιαρθρώνοντας άμεσα κεφάλαια 13,5 δισ. ευρώ και μετατρέποντας σε κεφάλαια αυξημένου κινδύνου ακόμη 10,3 δισ. ευρώ, μπορεί να κινητοποιηθούν πρόσθετα περίπου 6 δισ. ευρώ στην μορφή ιδίων κεφαλαίων και να αποδοθούν πίσω στην παραγωγή περιουσιακά στοιχεία 2 δισ. ευρώ.
Τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία σήμερα είναι παγιδευμένα στους ισολογισμούς των τραπεζών και των εταιρειών, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να συμμετάσχουν στην αύξηση του δυναμικού της οικονομίας. Παράλληλα, απαλλαγμένες από τον δυσβάσταχτο δανεισμό, οι επιχειρήσεις αφενός θα εισέλθουν σε αναπτυξιακή τροχιά και αφετέρου θα προσελκύσουν κεφάλαια.
Κεφάλαια για τις ΜμΕ
Στη μελέτη της PwC, με τίτλο «Από την ύφεση στην αναιμική ανάπτυξη», τονίζεται ότι η κινητοποίηση θεσμικών ιδίων κεφαλαίων για τις ΜΜΕ, που αποτελούν τον κύριο όγκο στην ελληνική οικονομία, είναι αναγκαία συνθήκη για το ξεκλείδωμα δανειακών κεφαλαίων και «μαλακής» χρηματοδότησης.
Σε αυτό το πλαίσιο, υπογραμμίζεται η ανάγκη διευκόλυνσης των εξαγορών και συγχωνεύσεων για την αύξηση του μεγέθους των επιχειρήσεων με διαδικαστικά και φορολογικά κίνητρα, καθώς και η διευκόλυνση δημιουργίας επενδυτικών κεφαλαίων για μικρού μεγέθους συναλλαγές, μικρότερων δηλαδή των 10 εκατ. ευρώ.
Προτείνεται, επίσης, η δημιουργία εισηγμένου επενδυτικού fund (Ταμείο Επιχειρηματικών Κεφαλαίων), με αρχικά κεφάλαια 200-300 εκατ. ευρώ, προερχόμενα από τι IfG και το ελληνικό κράτος, με αποκλειστικό σκοπό την επένδυση σε επιχειρήσεις. Το fund θα πρέπει να διαχειρίζεται ένας αναγνωρισμένος Venture Capital Manager και να υπόκειται σε συνεχή έλεγχο αξιολόγησης και αποτίμησης των εταιρειών. Έτσι, εκτιμάται ότι ένα κρυφό μέρος της ελληνικής οικονομίας θα γίνει ορατό σε διεθνείς επενδυτές.
Σταθερό φορολογικό πλαίσιο
Η δημιουργία ενός σταθερού φορολογικού πλαισίου αποτελεί μία πρόταση που υπάρχει στο τραπέζι εδώ και πάρα πολλά χρόνια, όλοι συμφωνούν ότι είναι απαραίτητη η υλοποίησή της, αλλά κάθε κυβέρνηση έχει τη δική της ερμηνεία και τις δικές της δικαιολογίες. Το σίγουρο είναι ότι το σταθερό φορολογικό πλαίσιο θα προσφέρει κίνητρα για την προσέλκυση επενδύσεων.
Η PwC προτείνει τη μείωση των εταιρικών φόρων με σκοπό την μείωση της απόστασης μεταξύ αναλαμβανόμενου κινδύνου και προσφερόμενης απόδοσης στην Ελλάδα, έτσι ώστε να έρθουν ξένα κεφάλαια. Η μείωση των φόρων είναι απόλυτα συνδεδεμένη με την οριστική τακτοποίηση του ασφαλιστικού, το οποίο απορροφά περίπου το 10% του ΑΕΠ.
Η φορολογική σταθερότητα μπορεί να επέλθει μέσω «άτυπου συμβολαίου» δέσμευσης μη-αλλαγής του φορολογικού καθεστώτος για 5 τουλάχιστον έτη. Προτείνεται, επίσης, η πραγματοποίηση τακτικών φορολογικών ελέγχων η οποία θα επιφέρει άμεσα χρηματικά οφέλη στην οικονομία, ενώ παράλληλα θα αποτελέσει μήνυμα νομιμότητας και διαφάνειας του Ελληνικού επιχειρείν στις αγορές.
Επιπρόσθετα, ο συνολικός επανασχεδιασμός του φορολογικού συστήματος στην κατεύθυνση της απλοποίησης, της μείωσης των συντελεστών και αύξησης ορίων ώστε να καταστεί οικονομικά αποτελεσματικότερο. Τέλος, θεωρείται αναγκαία η ευθυγράμμιση της Ελλάδας με τις φορολογικές πρακτικές της Ε.Ε. (Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα δημοσίου τομέα) θα καταστήσει την δημοσίευση των δημόσιων οικονομικών πιο αξιόπιστων και ευκολότερα συγκρίσιμων με αντίστοιχων Ευρωπαϊκών.