Η «μαύρη τρύπα» της τουρκικής οικονομίας
Shutterstock
Shutterstock

Η «μαύρη τρύπα» της τουρκικής οικονομίας

Το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών της 14ης Μαΐου δεν άφησε πολλά περιθώρια παρερμηνειών.

Η πιθανότητα να τελειώσει η εικοσαετής και πλέον κυριαρχία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στη γειτονική μας ήταν πολύ μικρή. Αυτό ήταν και το μήνυμα που πήραν οι αγορές, όπως φάνηκε από την αρνητική αντίδραση του τουρκικού χρηματιστηρίου, το οποίο έχασε περίπου 9% στις δύο εβδομάδες που ακολούθησαν τον πρώτο γύρο των εκλογών.

Αξίζει να σημειωθεί πως το χρηματιστήριο της Κωνσταντινούπολης είχε ανεβεί κατά 9% την εβδομάδα που προηγήθηκε των εκλογών, καθώς πολλοί επενδυτές είχαν προεξοφλήσει τη νίκη του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, οποίος όπως κατάφερε να συγκεντρώσει μόνο το 45% και έμεινε πίσω από το 49,5% που συγκέντρωσε ο Ερντογάν. Η αρνητική προδιάθεση των επενδυτών φάνηκε και από την πορεία της τουρκικής λίρας, καθώς άρχισε να διολισθαίνει αμέσως μετά τον πρώτο γύρο των εκλογών, παρά τις προσπάθειες των τουρκικών αρχών να δυσκολέψουν όσο περισσότερο γίνεται την πώληση λιρών από τους Τούρκους πολίτες και τις τουρκικές επιχειρήσεις που θα επιχειρούσαν να αγοράσουν ξένο συνάλλαγμα και κυρίως δολάρια ΗΠΑ. 

Δεν χρειάζεται να προσπαθήσουμε πολύ για να ερμηνεύσουμε τις ανησυχίες των αγορών. Η μεγάλη πλειοψηφία των επενδυτών πιστεύει πως η οικονομική πολιτική που ακολουθεί η Τουρκία κάτω από τις οδηγίες - πολλές φορές και κάτω από την πίεση - του προέδρου Ερντογάν θα οδηγήσει τελικά τη χώρα σε μία μεγάλη καταστροφή. Αυτό που προβληματίζει τους περισσότερους επενδυτές και οικονομολόγους είναι η επιμονή του Τούρκου προέδρου να κρατά χαμηλά τα επιτόκια παρά τη μεγάλη άνοδο του πληθωρισμού, πράγμα που τελικά προκαλεί ακόμα μεγαλύτερο πληθωρισμό μέσω της συνεχούς υποτίμησης της λίρας.

Αρκετοί επενδυτές είχαν ελπίσει πως ο υποψήφιος της «ενωμένης» αντιπολίτευσης Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου θα κατάφερνε να επικρατήσει του Ερντογάν και γι’ αυτό είχαμε και την προεκλογική άνοδο στο Χρηματιστήριο της Κωνσταντινούπολης. Ο Κιλιτσντάρογλου είχε δεσμευθεί να επαναφέρει την χώρα στην οικονομική ορθοδοξία και να εγκαταλείψει τα οικονομικά πειράματα των τελευταίων ετών. Αυτές οι ελπίδες έσβησαν οριστικά χθες το βράδυ με την επιβεβαίωση της επανεκλογής του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. 

Με βάση τα όσα έχει πει μέχρι τώρα ο πρόεδρος Ερντογάν, οι διεθνείς αγορές αναμένουν πως θα συνεχίσει, ή τουλάχιστον θα προσπαθήσει να συνεχίσει, την ίδια «ανορθόδοξη» πολιτική των χαμηλών επιτοκίων με πληθωρισμό της τάξης του 50%, εξακολουθώντας να αντιμετωπίζει τον διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας σαν «υπάλληλό» του. Είναι αλήθεια πως μέχρι τώρα η τουρκική οικονομία έχει αποφύγει την πλήρη κατάρρευση, σε πείσμα πολλών διεθνών παρατηρητών που την θεωρούν αναπόφευκτη.Ο τρόπος με τον οποίον το έχει καταφέρει ο πρόεδρος δεν είναι απόλυτα ξεκάθαρος, αλλά είναι αλήθεια πως μέχρι τώρα αντέχει.

Βέβαια, το «αντέχει» είναι τρόπος του λέγειν, αφού η τουρκική λίρα έχει χάσει τα τελευταία δέκα χρόνια το 90% της αξίας της απέναντι στο δολάριο ΗΠΑ και το Ευρώ. Αυτό όμως έχει βοηθήσει πολύ τις τουρκικές εξαγωγές και τον τουρισμό, εξομαλύνοντας λίγο την κατάσταση. Κάτι άλλο που έχει βοηθήσει τον πρόεδρο να αποφύγει την οικονομική κατάρρευση είναι και τα υψηλά συναλλαγματικά διαθέσιμα που είχαν συσσωρευθεί τα προηγούμενα χρόνια. Αυτά του έχουν δώσει την δυνατότητα να στηρίζει τη λίρα παρεμβαίνοντας στις αγορές συναλλάγματος.

Όπως υπολογίζουν οι αναλυτές του Bloomberg, τους τελευταίους 16 μήνες έχουν ξοδευτεί περίπου 177 δισ. δολάρια σε αυτήν την προσπάθεια. Τώρα όμως τα πράγματα έχουν δυσκολέψει, καθώς τα συναλλαγματικά αποθέματα στα οποία έχει πρόσβαση η κεντρική τράπεζα έχουν λιγοστέψει πολύ. Όπως αναφέρουν το Bloomberg και το Reuters, την εβδομάδα μετά τον πρώτο γύρο των εκλογών, τα καθαρά συναλλαγματικά αποθέματα της χώρας έπεσαν κάτω από το μηδέν για πρώτη φορά ύστερα από 21 χρόνια, από τότε δηλαδή που η τουρκική οικονομία ήταν υπό την εποπτεία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.

Αυτό δεν σημαίνει πως η χώρα έχει ξεμείνει από συνάλλαγμα. Σύμφωνα με ειδικούς που μίλησαν στο Bloomberg, η χώρα θα μπορούσε να έχει πρόσβαση σε ακόμα 25 δισεκατομμύρια δολάρια μέσω πιστωτικών γραμμών με διάφορους πιστωτές και άλλες κεντρικές τράπεζες. Πέρα από αυτό, υπάρχει και η έμμεση βοήθεια που δέχεται η Τουρκία από διάφορες ασιατικές χώρες.

Σύμφωνα με το Reuters, περίπου 28 δισ. δολάρια ΗΠΑ έχουν περάσει τα τελευταία χρόνια στα αποθεματικά της κεντρικής τράπεζας μέσα από συμφωνίες με το Κατάρ, την Κίνα, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και τη Νότια Κορέα. Κάτι τέτοιο, ίσως και κάτι παραπάνω, παραδέχθηκε την Πέμπτη ο πρόεδρος Ερντογάν, ο οποίος δήλωσε δημοσίως πως χώρες, κυρίως του Αραβικού κόλπου, βοήθησαν πρόσφατα την Τουρκία εισφέροντας χρήματα στο τουρκικό τραπεζικό σύστημα, το οποίο είναι πολύ ισχυρό, όπως και η οικονομία της χώρας. Όπως πρόσθεσε ο πρόεδρος, αυτό είναι κάτι πρόσφατο και ανακούφισε την κεντρική τράπεζα της χώρας. Κατέληξε μάλιστα λέγοντας πως μετά τον δεύτερο γύρο των εκλογών θα ευχαριστήσει δημοσίως τους ηγέτες αυτών των χωρών και θα τους δείξει την ευγνωμοσύνη του. Παρόλα αυτά, οι αγορές συναλλάγματος φαίνεται να προεξοφλούν τη σημαντική χειροτέρευση της κατάστασης για την λίρα.

Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Bloomberg, οι κινήσεις στα παράγωγα προϊόντα της αγοράς συναλλάγματος δείχνουν πως οι επενδυτές δίνουν πιθανότητα 53% για νέα μεγάλη πτώση της τουρκικής λίρας μέχρι το τέλος του 2023. Τα σχετικά «στοιχήματα» προβλέπουν πως η ισοτιμία της απέναντι στο δολάριο ΗΠΑ θα φτάσει στις 29 λίρες/δολάριο από τις 20 λίρες/δολάριο που βρίσκεται αυτές τις μέρες. Ένας οικονομολόγος της εταιρείας οικονομικών μελετών Tellimer από το Λονδίνο, μιλώντας στο Bloomberg, εκφράζει με τον σαφέστερο δυνατό τρόπο την άποψη των δυτικών αγορών για την κατάσταση της τουρκικής οικονομίας λέγοντας πως «χωρίς σημαντική αύξηση των επιτοκίων και ταυτόχρονη υποτίμηση της λίρας για να προσελκυστεί ξένο συνάλλαγμα και να μειωθεί το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών, τα «τραπουλόχαρτα» τελικά θα πέσουν κάτω». 

Πιθανότατα ο πρόεδρος Ερντογάν διαφωνεί με αυτή την άποψη, ακόμα και μετά το τεράστιο πλήγμα που δέχθηκε η οικονομία της χώρας με τους καταστροφικούς σεισμούς του Φεβρουαρίου. Η ανακοίνωση της κεντρικής τράπεζας που συνόδευσε την απόφασή της να κρατήσει τα επιτόκια αναφοράς στο 8,5% την Πέμπτη επισήμανε πως η τωρινή νομισματική πολιτική είναι κατάλληλη για την υποστήριξη της προσπάθειας για την ανάκαμψη μετά τους σεισμούς.

Πρόσθεσε επίσης πως οι πρώτες ενδείξεις από την οικονομική δραστηριότητα οδηγούν στο συμπέρασμα πως ο σεισμός δεν θα έχει μόνιμη επίδραση στις επιδόσεις της τουρκικής οικονομίας σε μεσοπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα. Αποκλείουμε την πιθανότητα διαφωνίας του προέδρου με τα λεγόμενα της κεντρικής τράπεζας και πιθανολογούμε πως αυτές οι ανακοινώσεις δείχνουν και τον δρόμο που θα προσπαθήσει να ακολουθήσει μετά την επανεκλογή του. Με λίγα λόγια, μία από τα ίδια, ίσως με ακόμα μεγαλύτερη συνεισφορά και κρυφή βοήθεια από τις χώρες του Αραβικού κόλπου και της Ασίας.

Ο πρόεδρος Ερντογάν προφανώς πιστεύει πως οι ασκήσεις ισορροπίας που θα κάνει το επόμενο διάστημα θα είναι αρκετές για να αποφύγει την κατάρρευση που προβλέπουν οι περισσότεροι ειδικοί από τη Δύση. Δεν μπορούμε να προεξοφλήσουμε την αποτυχία του αλλά με τα συναλλαγματικά αποθέματα της χώρας του σε τόσο χαμηλό επίπεδο τα περιθώρια ελιγμών είναι πλέον πολύ μικρά. Για να αποφύγει τα χειρότερα θα πρέπει κάποια στιγμή να κάνει μία σημαντική στροφή στην οικονομική πολιτική του. Αν θα είναι στροφή προς την οικονομική ορθοδοξία ή μία ακόμα μεγαλύτερη στροφή προς την Ανατολή και τις χώρες κρυφούς χορηγούς είναι κάτι που θα περιμένουμε με πολύ ενδιαφέρον να μάθουμε.