H Αγγλία προπομπός των επιπτώσεων των υψηλών επιτοκίων
Shutterstock
Shutterstock

H Αγγλία προπομπός των επιπτώσεων των υψηλών επιτοκίων

Υπό το βάρος των συνεχών αυξήσεων των τιμών των 4 τελευταίων μηνών, η Αγγλία οδηγήθηκε στην 13η συνεχόμενη αύξηση των επιτοκίων της, φτάνοντας στο 5%, διαψεύδοντας τις προσδοκίες πολλών οικονομικών αναλυτών.

Τον Μάιο ο πληθωρισμός ήταν στο 8,7%, έναντι 7,1 της Ε.Ε. και 2,7% των ΗΠΑ. Οι ΗΠΑ ωφελούνται από την άνοδο του δολαρίου, η οποία κάνει τις εισαγωγές προϊόντων πιο φθηνές με αποτέλεσμα να μειωθούν πολύ γρηγορότερα οι τιμές. Στην Αγγλία, ο δομικός πληθωρισμός (χωρίς την ενέργεια και τα τρόφιμα) έφθασε στο 7,1%, το υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 30 ετών. 

Όταν τα επιτόκια αυξάνονται, τα δάνεια γίνονται πιο ακριβά και οι άνθρωποι δανείζονται λιγότερο για κατανάλωση. Επίσης, οι άνθρωποι μπορεί να ενθαρρυνθούν να αποταμιεύσουν περισσότερο, επειδή οι τόκοι που αποκτούν από τις αποταμιεύσεις τους είναι υψηλότεροι. Αυτό μειώνει τη ζήτηση για αγαθά και υπηρεσίες, πράγμα που πιέζει προς τα κάτω τις τιμές.

Αντίστοιχα, όταν τα επιτόκια αυξάνονται, οι επενδύσεις γίνονται λιγότερο ελκυστικές. Οι επιχειρήσεις είναι λιγότερο πιθανό να δανειστούν χρήματα για να επενδύσουν σε νέα προγράμματα ή εξοπλισμό όταν τα επιτόκια είναι υψηλά, διότι το κόστος απόκτησης κεφαλαίου (δηλαδή το επιτόκιο που πρέπει να πληρώσουν για το δάνειο) είναι υψηλότερο. Αυτό μπορεί να μειώσει τις επενδύσεις, και συνεπώς τη ζήτηση για αγαθά και υπηρεσίες, πράγμα που μπορεί να μειώσει τις τιμές και να περιορίσει τον πληθωρισμό.

Αυξημένα επιτόκια μπορούν επίσης να διευρύνουν το επιτόκιο μεταξύ δύο χωρών, το οποίο μπορεί να αυξήσει τη ζήτηση για το νόμισμα μιας χώρας, καθώς οι επενδυτές αναζητούν υψηλότερα επιτόκια. Αυτό μπορεί να αυξήσει την αξία του νομίσματος, πράγμα που μειώνει το κόστος των εισαγωγών και μπορεί να μειώσει τον πληθωρισμό.

Πρέπει να σημειωθεί, όμως, ότι υπάρχουν και πιθανές αρνητικές συνέπειες από την αύξηση των επιτοκίων, όπως η επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης και η αύξηση της ανεργίας.  Επομένως, τα κεντρικά τραπεζικά ιδρύματα πρέπει να επιδιώκουν μια προσεκτική ισορροπία όταν ρυθμίζουν τα επιτόκια. Αν τα αυξήσουν πολύ γρήγορα ή πάρα πολύ, μπορεί να προκαλέσουν οικονομική ύφεση. Αντίθετα, αν τα κρατήσουν πολύ χαμηλά για πολύ καιρό, μπορεί να προκαλέσουν υπερθέρμανση της οικονομίας και υπερβολικό πληθωρισμό.

Τέλος, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι, αν και η αύξηση των επιτοκίων είναι ένα αποτελεσματικό εργαλείο για τον περιορισμό του πληθωρισμού, είναι μόνο ένας από τους πολλούς παράγοντες που επηρεάζουν την οικονομία και τις τιμές των αγαθών και των υπηρεσιών. Άλλοι παράγοντες, όπως η κυβερνητική πολιτική, οι διεθνείς εμπορικές σχέσεις, και οι αλλαγές στην παραγωγική ικανότητα, επηρεάζουν επίσης τον πληθωρισμό.

Όμως, ό,τι συμβαίνει στην Αγγλία που είναι η πρωτοπόρος στις αυξήσεις των επιτοκίων μπορεί να αποτελέσει παράδειγμα για τις οικονομικές συνέπειες που θα ακολουθήσουν. Το επιτόκιο των στεγαστικών δανείων έχει αυξηθεί από 2% (το 2021) στο 6%. Αυτό οδηγεί σε σημαντική επιβάρυνση των δανειοληπτών (σχεδόν τριπλάσια δόση) που αφορά το 30% των νοικοκυριών καθώς τα μισά τους δάνεια είναι με κυμαινόμενο επιτόκιο.

Τα υπόλοιπα μισά που ήταν με σταθερό επιτόκιο θα μετατραπούν σε κυμαινόμενο εντός της επόμενης πενταετίας. Οπότε μειώνεται το διαθέσιμο εισόδημά τους καθόσον το δάνειο απορροφά περίπου το 1/3 των εισοδημάτων τους. Όσο περισσότερες δόσεις απομένουν να πληρωθούν τόσο μεγαλύτερη θα είναι η περικοπή του διαθεσίμου εισοδήματος των νοικοκυριών.

Η αύξηση του κόστους του χρήματος θα μειώσει την ζήτηση για αγορές ακινήτων, πράγμα το οποίο θα οδηγήσει σε μείωση των τιμών των ακινήτων. Με αυξημένα επιτόκια οι δανειολήπτες που είχαν αγοράσει ακίνητα στην περίοδο των χαμηλών επιτοκίων με σκοπό να τα εκμισθώνουν, αντιμετωπίζουν υψηλότερες δόσεις, οπότε οδηγούνται να αυξήσουν τα ενοίκια. Ή οδηγούνται να πωλήσουν το ακίνητο, έτσι αυξάνουν την προσφορά οπότε μειώνουν τις τιμές των ακινήτων. Μόνο τον περασμένο Μάιο τα ενοίκια στην Αγγλία αυξήθηκαν 5%. Το 30% των νοικοκυριών εκμισθώνουν ακίνητα. Οπότε μειώνεται και σε αυτούς το διαθέσιμο εισόδημά τους καθώς πρέπει να δαπανήσουν περίπου το 1/3 των εισοδημάτων τους για ενοίκια.

Η αύξηση των επιτοκίων οδηγεί σε υψηλότερα επιτόκια για τους αποταμιευτές οπότε οι αποταμιευτές έχουν κίνητρο να αποταμιεύσουν και μειώνουν και αυτοί τις δαπάνες τους. Αποταμιευτές είναι κυρίως το 35% των νοικοκυριών που έχουν ιδιόκτητο σπίτι χωρίς υποθήκη και έχουν περιθώριο να αποταμιεύσουν. Οι νέοι που δεν έχουν αγοράσει ακόμη σπίτι, μπορεί να έχουν την ευκαιρία να αγοράσουν σε χαμηλότερη τιμή από σήμερα, καθώς τα νοικοκυριά που δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν στις νέες υψηλότερες πληρωμές αρχίζουν να πωλούν.

Άρα και το 30% των ενοικιαστών και το 30% των δανειοληπτών και το 35% των ιδιοκτητών κατοικιών, θα μειώσουν τις δαπάνες τους. Δηλαδή η μειωμένη δαπάνη οδηγεί στη μείωση των εσόδων των επιχειρήσεων, άρα και την οικονομία σε ύφεση, καθώς θα έχουν λιγότερα έσοδα, άρα λιγότερα κέρδη, οπότε μειώνουν τις επενδύσεις κ.ο.κ.

Η Αγγλία έχει ήδη πολύ υψηλό δημόσιο χρέος που φθάνει στο 100% του ΑΕΠ. Άρα η κυβέρνηση θα αδυνατεί με τόσο υψηλό χρέος και υψηλά επιτόκια να δανειστεί χρήματα για να ανακουφίσει τα νοικοκυριά που υποφέρουν από υψηλές δόσεις ή υψηλά ενοίκια. Σε τέτοιες περιπτώσεις επιβάλλετε η αναδιάρθρωση των χρεών με επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής ώστε να αποφευχθούν χρεοκοπίες νοικοκυριών ή τραπεζών από την μη αποπληρωμή των δανείων. 

Ήδη, και τα δάνεια των εμπορικών ακινήτων δημιουργούν προβλήματα στις τράπεζες, και κυρίως τα κτίρια γραφείων. Η εξ αποστάσεως εργασία μειώνει σημαντικά την ανάγκη για γραφεία σε φυσική μορφή (ετησίως κοστίζουν περίπου 18.000$ ανά άτομο).

Τα γραφεία έχουν ενοικιαστεί στο παρελθόν με πολυετή μισθωτήρια. Όταν θα λήξουν τα μισθωτήρια, πάνω από το 1/3 των γραφείων δεν θα ανανεωθούν. Οι ιδιοκτήτες των γραφείων θα αδυνατούν να αποπληρώσουν τα δάνεια τους και οι αθετήσεις πληρωμών προς τις τράπεζες θα εμφανιστούν. Έρχεται ένα δύσκολο περιβάλλον για τα νοικοκυριά, τις επιχειρήσεις, τις τράπεζες και τις κυβερνήσεις.

* Ατσαλάκης Γιώργος, Οικονομολόγος, Αναπληρωτής Καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης, Εργαστήριο Ανάλυσης Δεδομένων και Πρόβλεψης