Το Aσφαλιστικό, η αρχή θετικού ντόμινο (και) για τις τράπεζες

Το Aσφαλιστικό, η αρχή θετικού ντόμινο (και) για τις τράπεζες

Του Κωνσταντίνου Μαριόλη

Ντόμινο σημαντικών εξελίξεων φέρνει η έκβαση των διαπραγματεύσεων για το ασφαλιστικό και η ικανότητα της κυβέρνησης να περάσει το σχετικό νομοσχέδιο από το κοινοβούλιο. Οι εξελίξεις αυτές θα έχουν αντίκτυπο για το σύνολο της οικονομίας και θα ανοίξουν το δρόμο για την επιστροφή των τραπεζών στην κανονικότητα.

Γιατί όμως το ασφαλιστικό είναι τόσο σημαντικό;

Μία μεταρρύθμιση που θα κριθεί «βιώσιμη» από τους εκπροσώπους των δανειστών κρίνει στο μέγιστο βαθμό την αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος. Αυτό πλέον είναι σαφές και προκύπτει από τις σχεδόν καθημερινές δηλώσεις Ευρωπαίων αξιωματούχων, οι οποίες αυξάνονται όσο δεν κλείνει η διαπραγμάτευση. Εκτός από μοχλός πίεσης, οι δανειστές θέλουν να στείλουν ένα ακόμη μήνυμα για τη συμμόρφωση της ελληνικής κυβέρνησης με τα συμφωνηθέντα.

Η ολοκλήρωση της αξιολόγησης με τη σειρά της «δεσμεύει» την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα – διά στόματος Μάριο Ντράγκι - να κάνει δεκτά τα ελληνικά ομόλογα ως ενέχυρα και βάζει τη χώρα μας στο... κάδρο της ποσοτικής χαλάρωσης (QE).

Διότι οι δανειστές συνδέουν με το ασφαλιστικό και τη βιωσιμότητα του χρέους που αποτελεί άλλη μία προϋπόθεση για ταχύτερη συμμετοχή στο QE. Η ένταξη δε, της Ελλάδας στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ δίνει ελπίδα ότι η χώρα θα επανέλθει σε τροχιά ομαλότητας ενώ αρχίζει να διαμορφώνει τις συνθήκες για μία σταθερή ανάκαμψη.

Οι εξελίξεις αυτές θεωρείται δεδομένο ότι θα επηρεάσουν την ικανότητα των τραπεζών να λειτουργήσουν σε ένα πιο σταθερό περιβάλλον και παράλληλα θέτουν το πλαίσιο για την σταδιακή άρση των capital controls. Άρα όλα ξεκινούν από το ασφαλιστικό.

Η επαναφορά του waiver είναι η αρχή

Ο επικεφαλής της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι τονίζει σε κάθε ευκαιρία ότι η επαναφορά του waiver (της εξαίρεσης των ελληνικών ομολόγων από τα κριτήρια επιλεξιμότητας της ΕΚΤ) και η ομαλή πρόοδος των αξιολογήσεων του προγράμματος διάσωσης είναι οι δύο βασικές προϋποθέσεις για να συμπεριληφθεί η Ελλάδα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE). Την ίδια ώρα, εκφράζει ανησυχίες για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.

Η επαναφορά του waiver αυτή καθαυτή δεν θα έχει μεγάλο αντίκτυπο στην καθημερινότητα των ελληνικών τραπεζών. Θα σημαίνει ότι οι τράπεζες θα μπορούν να χρησιμοποιούν τα ελληνικά κρατικά ομόλογα που κατέχουν, παρά το γεγονός ότι είναι χαμηλότερης αξιολόγησης από τα υφιστάμενα κριτήρια για τη συμμετοχή στις πράξεις χρηματοδότησης της ΕΚΤ.

Δηλαδή, οι τράπεζες θα μειώσουν το χρηματοδοτικό τους κόστος, αφού θα αντικαταστήσουν μέρος της ρευστότητας που έχουν λάβει μέσω του ακριβού ELA, όχι όμως σε τέτοιο βαθμό που να κάνει τη... διαφορά (λιγότερα από 500 εκατ. ευρώ εκτιμάται η επίπτωση). Γιατί παρά το γεγονός ότι το επιτόκιο του ELA είναι κατά 1,5% υψηλότερο από αυτό της ΕΚΤ, τα ομόλογα που έχουν να διαθέσουν για ενέχυρα είναι λίγα.

Όπως, ωστόσο, προαναφέρθηκε, η επαναφορά του waiver κάνει πιο εφικτή την πολύτιμη συμμετοχή της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Πολύτιμη γιατί πολύ απλά μέσω του QE η ΕΚΤ στην ουσία τυπώνει χρήμα, αυξάνοντας κατά το δοκούν τη ρευστότητα στην αγορά.

Πολλαπλά οφέλη

Συμμετέχοντας η Ελλάδα στην ποσοτική χαλάρωση, αμέσως βελτιώνεται το κλίμα σε όλους τους τομείς που σχετίζονται με τις αγορές.

Η χώρα αντιμετωπίζεται πολύ περισσότερο ως ισότιμο μέλος της Ευρωζώνης και όχι ως η μοναδική χώρα που δεν μπορεί να ξεκολλήσει από τα μνημόνια. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να μειωθούν κατακόρυφα οι αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων. Άρα, λοιπόν, η χώρα θα μπορεί να δοκιμάσει τις αντοχές της στις αγορές και να επιστρέψει σταδιακά στην ομαλότητα. Και μέσα σε όλα αυτά, οι τράπεζες θα έχουν πολλαπλά οφέλη.

Θα μπορούν, για παράδειγμα, να προσελκύσουν επενδυτές, είτε μέσω του χρηματιστηρίου, είτε μέσω εκδόσεων ομολόγων. Έτσι, το κλίμα θα βελτιωθεί και οι καταθέσεις θα αρχίσουν να επιστρέφουν όσο το πρόγραμμα διάσωσης υλοποιείται και γίνεται ξεκάθαρο ότι έχει αποφευχθεί ο κίνδυνος των προηγούμενων ετών. Αυτό βέβαια προϋποθέτει και πολιτική σταθερότητα…

Το σημαντικότερο, ίσως, όφελος για τις τράπεζες θα είναι η συμμετοχή στο QE που θα έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση του χρηματοδοτικού κόστους, εξέλιξη που θεωρητικά οδηγεί σε ενίσχυση της ρευστότητας στην πραγματική οικονομία. Βέβαια, ακόμη και αν φτάσουμε σε αυτό το σημείο βασική προϋπόθεση για την αύξηση των εγκρίσεων χορηγήσεων θα είναι η μείωση του τεράστιου όγκου των «κόκκινων» δανείων.

Κατά συνέπεια, η «θυσία» του ασφαλιστικού ανοίγει το δρόμο για ένα θετικό ντόμινο για τράπεζες και οικονομία, όμως δεν παύουν να παραμένουν πολλά «αν».