Καλή δημοσιογραφία είναι αυτή που μας υπακούει

Καλή δημοσιογραφία είναι αυτή που μας υπακούει

Ο λύκος κι αν εγέρασε... Τους είχε προειδοποιήσει ο ευρωβουλευτής τους Στέλιος Κούλογλου από την ιστοσελίδα του tvxs με άρθρο «Στερνή μου γνώση να σε είχα πρώτα», με την οποία ασκούσε κριτική για την συμπεριφορά του ΣΥΡΙΖΑ σε ΜΜΕ και ΕΣΡ, γράφοντας: «Η σταλινική λογική «όσοι δεν είναι μαζί μας είναι εναντίον μας», δεν δημιούργησε παρά εχθρούς».

Αλλά η στερνή γνώση δεν είναι ίδιον του ΣΥΡΙΖΑ. Χθες στην συνεδρίαση της Επιτροπής Θεσμών και διαφάνειας της Βουλής ήρε την εμπιστοσύνη του προς τον πρόεδρο του ΕΣΡ Αθανάσιο Καραμάνο, και ζήτησε την παραίτησή του. Ο λόγος είναι λέει ότι δεν εξασφαλίζει την πολυφωνία - κάτι που δεν είναι στις αρμοδιότητές του, δηλαδή του αρχισυντάκτη δελτίων ειδήσεων.

Στα τηλεπαραθύρια πάντως οι εριστικοί εκπρόσωποι του ΣΥΡΙΖΑ υπάρχουν πάντα. Τι να πουν το ΚΙΝΑΛ και το ΚΚΕ;

Ο άδηλος σταλινισμός του ΣΥΡΙΖΑ πάντα μισούσε τα Μέσα Ενημέρωσης, όταν δεν μπορούσε να ελέγξει την ειδησεογραφία και να κατευθύνει την σχολιογραφία τους.

Στην αντιμνημονιακή και κυβερνητική περίοδό του περίσσεψε η στοχοποίηση Μέσων και δημοσιογράφων. Ύβρεις στα social media, εμπάργκο σε τηλεοπτικές εκπομπές και σταθμούς, μειωτικές αναφορές και ντροπιαστικοί χαρακτηρισμοί κατά δημοσιογράφων, με στόχο να απαξιώσουν πλήρως το επάγγελμα, άρα και τη δημοσιογραφική κριτική επί των εξαγγελιών και των πεπραγμένων τους.

Ήθελαν τους δημοσιογράφους υποτακτικούς τους. Αυτοί ήταν οι «δημοσιογράφοι -λαϊκοί αγωνιστές», οι «αφοσιωμένοι στην ενημέρωση του λαού», οι «προοδευτικοί», οι «έγκυροι», οι «υπεράνω υποψίας ως προς την αληθεία λόγου τους». Οι άλλοι ήταν τα «τσιράκια των αφεντικών», οι «υπάλληλοι», οι «υπηρέτες».

Παρεμπιπτόντως, η κουλτούρα ΣΥΡΙΖΑ είχε εισχωρήσει και στον ίδιο τον δημοσιογραφικό κόσμο. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο της ΕΣΗΕΑ είχε καλέσει εις ακρόασιν δημοσιογράφους που τάσσονταν ευθαρσώς και επωνύμως υπέρ του «ναι» στο δημοψήφισμα. Υποτίθεται δεν ήταν αυτός ο ρόλο τους. Κανέναν όμως από εκείνους που το ίδιο επωνύμως και ευθαρσώς προπαγάνδιζαν το «όχι». Αυτοί προφανώς εκπληρούσαν τον ρόλο τους!

Το τι ρόλο επεφύλασσε ο ΣΥΡΙΖΑ στην ενημέρωση φάνηκε εκπάγλως από την ρήση της τότε κυβερνητικής εκπροσώπου Όλγας Γεροβασίλη εν έτει 2016, που υποστήριζε ότι είναι δικαίωμα της κυβέρνησης να επισημαίνει στα κανάλια πως θα ενημερώνουν τους πολίτες «ειδικά όταν η πρακτική αυτή υποκρύπτει σκοπιμότητα».

Η τότε κυβερνητική εκπρόσωπος τα είχε ψέξει επειδή δεν διέκοψαν το πρόγραμμά τους προκειμένου να προβάλουν τη… βαρυσήμαντη (και τελικώς άνευ ουσίας) σύνοδο των «ηγετών του Νότου» που είχε συγκαλέσει ο Τσίπρας στο Ζάππειο. Τα κατηγόρησε ότι «προτίμησαν να παίζουν επαναλήψεις και εκπομπές μαγειρικής» (δηλαδή η κυβέρνηση εκτός από αρχισυντάκτης διεκδικούσε και ρόλο διευθυντή προγράμματος των καναλιών.

Ήταν η εποχή της εποποιίας Νίκου Παππά που είχε ανακαλύψει το Ινστιτούτο Φλωρεντίας, το οποίο είχε γνωμοδοτήσει ότι μόλις τέσσερα κανάλια χωράνε στις ελληνικές συχνότητες. (Τι να λένε τώρα οι «επιστήμονες» του Ινστιτούτου που χώρεσαν περισσότερα των τεσσάρων; ).

Πριν και μετά είχαν λάβει χώραν οι νυχτερινές συναντήσεις Τσίπρα με τον Ψυχάρη ενώπιον της γάτας των Ιμαλαίων, για να βάλει στο χέρι τον ΔΟΛ, η έκκληση Καλογρίτσα στον Μαρινάκη για δανεικά 20 εκατομμύρια για τη δόση της τηλεοπτικής αδείας, τα βοσκοτόπια του ιδίου επίδοξου καναλάρχη, η εμπλοκή του με την κατασκευαστική CCC για τα fake έργα στο Άμπου Ντάμπι, με χρήματα που προορίζονταν για δημιουργία καναλιού (όλα όπως λέει κατόπιν παροτρύνσεων ΣΥΡΙΖΑ) .

Μνημειώδης έχει μείνει και η καταγγελία του ιδιοκτήτη του Άλφα Δημήτρη Κοντομηνά. Στον «αέρα» του καναλιού του σε ψυχαγωγική εκπομπή, δήλωσε ότι ήθελαν να πάρουν τον πολιτικό έλεγχο του σταθμού. Είπε συγκεκριμένα: Ήρθε άνθρωπός του και μου λέει «θα μου δώσετε το 51%. «Λέω τι άλλο θέλεις; Λέει: «Θέλω τέσσερις εκπομπές την εβδομάδα πολιτικές, να τα έχω εγώ». Λέω άλλο τίποτα θες; «Θέλω και έλεγχο των ειδήσεων». Λέω, πήγαινε στο καλό αγόρι μου δεν πουλιέται τίποτα.

Σαφώς η ενημέρωση των καναλιών πάσχει πολλαπλώς, καθώς από τη δημιουργία τους πρωτίστως είναι παραδεδομένα στον εντυπωσιασμό και τη δραματοποίηση των ειδήσεων, και δευτερευόντως σε πολιτικές σκοπιμότητες (που υπάρχουν και αυτές).

Αλλά δεν είναι δουλειά του ΕΣΡ και πολύ περισσότερο κανενός κόμματος να αξιολογεί και να καθορίζει τις ειδήσεις. Είναι δουλειά των δημοσιογράφων.