Δικογραφία για κακούργημα σε βάρος των δυο ανήλικων αδελφών για τον ξυλοδαρμό του σταθμάρχη

Δικογραφία για κακούργημα σε βάρος των δυο ανήλικων αδελφών για τον ξυλοδαρμό του σταθμάρχη

Στην δικαιοσύνη παραπέμπονται σήμερα τα δύο ανήλικα αδέλφια, 15 και 17 ετών από το Περιστέρι, που συνελήφθησαν την Παρασκευή από την Ασφάλεια Αθηνών για τον ιδιαίτερα βίαιο ξυλοδαρμό του 53χρονου σταθμάρχη στις 13-1-20121 στην Ομόνοια, καθώς και ο ειδικός φρουρός που κατηγορείται για παράβαση καθήκοντος και υπόθαλψη, καθώς έδωσε οδηγίες στους δύο νεαρούς για το πώς θα κρυφτούν για να αποφύγουν τη σύλληψη.

Όπως έγινε γνωστό από την αστυνομία, σε βάρος των δύο παιδιών σχηματίστηκε δικογραφία για κακούργημα και συγκεκριμένα για απόπειρα ανθρωποκτονίας κατά συναυτουργία, καθώς και απείθεια, καθώς αρνήθηκαν να δώσουν δακτυλικά αποτυπώματα.

Ο εισαγγελέας θα μελετήσει τη δικογραφία και θα αποφασίσει αν τελικά θα ασκήσει δίωξη για κακούργημα, οπότε θα τους παραπέμψει στον ανακριτή.

Σύμφωνα με πληροφορίες από αστυνομική πηγή οι δράστες της επίθεσης εντοπίστηκαν αφενός από τις κάμερες που τους είχαν καταγράψει, αφετέρου από πληροφορίες που οδήγησαν στην ταυτοποίηση τους.

Προσήχθησαν χτες και αναγνωρίστηκαν ανεπιφύλακτα από τον παθόντα.

Τα δυο αδέλφια είχαν μπει στο μετρό από τον σταθμό του Αγίου Αντωνίου και διαπληκτίστηκαν με τον σταθμάρχη, γιατί τους έκανε παρατήρηση επειδή δεν φορούσαν μάσκες και είχαν τα πόδια πάνω στο κάθισμα.

Στους αστυνομικούς ισχυρίστηκαν ότι ο 53χρονος τους μίλησε άσχημα για το σπίτι τους κάτι που τους εξαγρίωσε, γι' αυτό του επιτέθηκαν, όταν βγήκαν στον σταθμό της Ομόνοιας, χωρίς να έχουν συναίσθηση πόσο άσχημα τον χτύπησαν.

Αμέσως μετά μπήκαν σε τρένο του ηλεκτρικού και κατέβηκαν στο Μοναστηράκι, απ' όπου, σύμφωνα με πληροφορίες, τηλεφώνησαν στη μητέρα τους, η οποία πήγε και τους πήρε με το αυτοκίνητο.

Κατά τις ίδιες πληροφορίες αυτή φέρεται ότι ενημέρωσε τον 24χρονο ειδικό φρουρό, ο οποίος κατηγορείται ότι καθοδήγησε τα δύο αδέλφια για το πως να κρυφτούν και έδωσε οδηγίες για την αποφυγή της σύλληψης τους και τι να κάνουν σε περίπτωση που συλλαμβάνονταν.

Ο ειδικός φρουρός ο οποίος είναι φίλος της οικογένειας, συνελήφθη στην Ασφάλεια, όπου πήγε να επισκεφθεί τα δυο παιδιά και για να ρωτήσει σχετικά με τις κατηγορίες σε βάρος τους.

Σημειώνεται ότι τα δυο αδέλφια δεν έχουν απασχολήσει άλλη φορά τις αρχές, ενώ τη νύχτα εστάλη από την Υποδιεύθυνση Ανηλίκων ειδική ψυχολόγος, η οποία συνομίλησε μαζί τους στην Ασφάλεια Αθηνών όπου κρατούνταν.

Το χρονικό του άγριου ξυλοδαρμού του σταθμάρχη 

Υπενθυμίζεται ότι την Πέμπτη ο σταθμάρχης έπεσε θύμα ξυλοδαρμού στο μετρό από αρνητές της μάσκας, περιστατικό που κατέγραψε βίντεο στο οποίο οι δύο νεαροί τον γρονθοκοπούν, επειδή τους έκανε παρατήρηση να τηρήσουν τα μέτρα, με αποτέλεσμα αυτός να καταλήξει στο νοσοκομείο.

Ανάλογα φαινόμενα έχουν καταγραφεί τους τελευταίους μήνες σε βάρος εργαζόμενων στα μέσα μαζικής μεταφοράς αλλά και εναντίον εκπαιδευτικών από γονείς που αρνούνταν να φορέσουν μάσκα τα παιδιά τους.

Του άγριου ξυλοδαρμού είχε προηγηθεί σύσταση από τον εργαζόμενο του μετρό στους δύο νεαρούς επιβάτες να φορέσουν τη μάσκα τους και στον έναν εξ αυτών να κατεβάσει τα πόδια του από το κάθισμα και ενώ ο συρμός εκτελούσε τη διαδρομή Ανθούπολη - Ομόνοια.

Όταν ο εργαζόμενος της ΣΤΑΣΥ αποβιβάστηκε στην Ομόνοια, εκείνοι τον ακολούθησαν και στην αποβάθρα του σταθμού του επιτέθηκαν, τον γρονθοκόπησαν, τον χτύπησαν με κλωτσιές σε διάφορα άλλα σημεία του σώματός του. Το θύμα παρέλαβε το ΕΚΑΒ για να τον μεταφέρει σε νοσοκομείο, ενώ οι δράστες διέφυγαν.

«Πίστεψα ότι θα με αφήσουν ανάπηρο», δήλωσε ο σταθμάρχης του Μετρό

«Θυμάμαι ότι φώναζα "φτάνει" και στη συνέχεια νόμιζα ότι θα μείνω ανάπηρος», είναι τα λόγια του σταθμάρχη της ΣΤΑΣΥ για τον άγριο ξυλοδαρμό του χθες από τους δύο νεαρούς στον σταθμό της Ομόνοιας. «Τους μίλησα όπως στο παιδί μου, ήταν αγρίμια», ανέφερε χαρακτηριστικά, περιγράφοντας στον ΑΝΤ1 τις λεπτομέρειες του άγριου ξυλοδαρμού.

«Κάθισαν στα καθίσματα και έβαλαν και τα πόδια πάνω στα καθίσματα. Λέω στον ένα “βρε παλικάρι, έτσι κάθεσαι στο σπίτι σου, και χωρίς μάσκα και βάζεις τα πόδια σου στο κάθισμα;”. Γυρνάει τότε και μου απαντάει: “Εγώ έτσι κάθομαι στο σπίτι μου”. Του είπα κι εγώ “ωραίο σπίτι”. Σηκώθηκε ο μεγαλύτερος και μου είπε: “Τι είπες στον αδελφό μου”. Σηκώθηκαν και οι δύο όρθιοι, σηκώθηκα κι εγώ γιατί φοβήθηκα. Επειδή είχε ένα τσαντάκι φοβήθηκα μήπως είχε κάποιο μαχαίρι, κάτι άλλο. Δεν κατέβηκα σε άλλον σταθμό, είπα θα κατεβώ στην Ομόνοια γιατί εκεί έχει πάντα κόσμο», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Στη συνέχεια, όπως περιέγραψε ο σταθμάρχης, «κατέβηκα στην Ομόνοια και την ώρα που ήταν να φύγει το τρένο βγήκαν και οι νεαροί, κρατώντας δύο κουτάκια αναψυκτικά, τα οποία του πέταξαν». «Την ώρα που πήγα να αποφύγω το δεύτερο, ο ένας ήρθε από πίσω, μου τράβηξε μια μπουνιά στο κεφάλι και στο σαγόνι, με ρίξανε κάτω και στη συνέχεια με βάραγαν και με κλώτσαγαν», είπε φορτισμένος ο άτυχος άνδρας.

Στη συνέχεια περιέγραψε ότι θυμάται να τους φώναζα «φτάνει» και πως νόμιζε ότι θα μείνει ανάπηρος από τα χτυπήματα.

«Έφαγα κάτι κλωτσιές μέσα στη μέση και σα να μου κοπήκανε τα πόδια. Από ό,τι έμαθα αργότερα, και ο αστυνομικός-βάρδια, που ήταν εκεί το παιδί, κατέβηκε, αλλά επειδή είναι μεγάλος σταθμός η Ομόνοια και έχει πολλές εξόδους δεν τους πρόλαβε», σημείωσε, για να προσθέσει: «Έβριζαν. Εγώ εκείνη τη στιγμή προτεραιότητα είχα να προστατευτώ όσο μπορούσα και να δω πού θα τελειώσει. Όπως ήμουν πεσμένος, μου χτυπάγανε το κεφάλι από τη δεξιά πλευρά, το σαγόνι, τη μύτη και μου έριξαν κλωτσιά στην πλάτη».

 «Μου έκαναν εξετάσεις: δύο κατάγματα στη μύτη, ένα κάταγμα στην κάτω γνάθο δεξιά και τρεις ραγισμένους σπονδύλους και μώλωπες και όλα τα υπόλοιπα στο πρόσωπο… Αυτή τη στιγμή δεν μπορώ να μιλήσω. Μιλάω κάπως ψευδά κι έχω συνέχεια νοσοκομεία», τόνισε ο εργαζόμενος στο Μετρό.

«Η κόρη μου είναι 23 χρόνων, άρα ήταν μικρότερα από τα παιδιά μου. Τους μίλησα όπως θα μιλούσα στην κόρη μου: “γιατί βάζεις τα πόδια σου στο κάθισμα και γιατί δεν φοράς μάσκα” και νομίζω ότι οποιοσδήποτε πολίτης έχει μια στοιχειώδη παιδεία πρέπει να ενδιαφέρεται για τον συμπολίτη του», εξήγησε ο 53χρονος

Τόνισε ότι «δεν φορούσαν, ούτε κρατούσαν καν μάσκες. Άλλοι σηκώνουν τη μάσκα και σε κοροϊδεύουν... Αυτοί ήταν αγρίμια, δεν μπορώ να το καταλάβω» είπε και διερωτήθηκε: «Γιατί τέτοιο μένος; Θες να κάνεις αυτό που θες; Δώσε μου μια μπουνιά, ένα χαστούκι και φύγε. Η συνεχόμενη ροή με μπουνιές και κλωτσιές είναι σαν να θες να σκοτώσεις κάποιον, δεν θες μόνο να τον τραυματίσεις».

Παρά το βίαιο περιστατικό, ο 53χρονος εργαζόμενος είπε πως δεν φοβάται να επιστρέψει στη δουλειά του: «Εγώ είμαι σταθμάρχης και μπορώ να πω ό,τι μου αρέσει. Όχι, δεν φοβάμαι να γυρίσω. Πηγαίνοντας στη δουλειά, πηγαίνω στην οικογένειά μου εδώ και 17 χρόνια. Οι σταθμοί που δουλεύω και οι συνάδελφοι που δουλεύω είναι οικογένεια».