«D-Day» για το μεταναστευτικό – σήμερα η πρόταση της Κομισιόν

«D-Day» για το μεταναστευτικό – σήμερα η πρόταση της Κομισιόν

Η Κομισιόν αναμένεται να παρουσιάσει σήμερα, όπως άλλωστε είχε προαναγγείλει από την προηγούμενη εβδομάδα η πρόεδρός της, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, τη νέα πρόταση για το μεταναστευτικό ζήτημα και την παροχή ασύλου στην ΕΕ. Ωστόσο, τα πράγματα δεν θα είναι εύκολα ούτε αυτή τη φορά, καθώς οι γνωστοί «αντιρρησίες» στις τάξεις των «27», οι οποίοι με τη στάση τους είχαν οξύνει δραματικά την κρίση την περίοδο 2015-'16, δεν δείχνουν να έχουν μετακινηθεί ουσιαστικά από τις πάγιες θέσεις τους.  

Η αλήθεια, μάλιστα, είναι ότι οι επίσημες δηλώσεις και οι πληροφορίες από τη Βιέννη, τη Βουδαπέστη, τη Βαρσοβία και άλλες πρωτεύουσες συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι το... αυτί των εκεί κυβερνήσεων δεν ιδρώνει από τις διαρροές που έχουν γίνει και κάνουν λόγο για «μαστίγιο και καρότο». Για την προσπάθεια, δηλαδή, της Κομισιόν αφενός να δελεάσει τους εταίρους με την «τιμολόγηση» κάθε πρόσφυγα που θα δέχονται στο έδαφός τους – 10.000 ευρώ για κάθε ενήλικα και 12.000 για κάθε ασυνόδευτο ανήλικο παιδί – και, αφετέρου, να τιμωρεί όσους δεν πειθαρχήσουν με την επιβολή ποινών. Ποινών που θα φτάνουν μέχρι και στην διακοπή της πρόσβασης στο νέο Ταμείο Ανάκαμψης ή σε μια σειρά κονδύλια του τακτικού κοινοτικού προϋπολογισμού. 

Παρά, λοιπόν, την κατάσταση έκτακτης ανάγκης που έχει δημιουργηθεί εκ νέου στην Λέσβο και άλλα ελληνικά νησιά του ανατολικού Αιγαίου, ουδείς πρέπει να αναμένει ότι το πρόβλημα θα λυθεί γρήγορα και αποτελεσματικά ή, πολύ περισσότερο, ότι κάτι τέτοιο θα γίνει με τη στήριξη και την ενεργό συμμετοχή όλης της Ευρώπης. Κι αυτό, παρά την αποφασιστικότητα που επιδεικνύει το Βερολίνο και προσωπικά η Ανγκελα Μέρκελ – η οποία, εκτός των άλλων, θέλει να πάρει τη ρεβάνς από όσους την αμφισβήτησαν πριν από πέντε χρόνια και την υποχρέωσαν σε αναδίπλωση – και τη συναίνεση που έχουν διασφαλίσει από το Παρίσι. 

Πάλι διαπραγματεύσεις – μέχρι τις επόμενες...

Έτσι, η σημερινή δημοσιοποίηση της πρότασης δεν θα σημάνει πρακτικά τίποτε άλλο πέρα από την έναρξη ενός νέου γύρου μακρόχρονων και επίπονων διαπραγματεύσεων ανάμεσα στους άμεσα ενδιαφερόμενους. Στην τελευταία κατηγορία δε, όπως είναι προφανές, εκτός από τα κράτη-μέλη της ΕΕ, συμπεριλαμβάνεται αντικειμενικά και η Τουρκία, καθώς η συμφωνία που υπογράφηκε μαζί της το 2016 αποτέλεσε μέχρι σήμερα έναν από τους ακρογωνιαίους λίθους της μεταναστευτικής πολιτικής της ΕΕ. 

Σε κάθε περίπτωση, με βάση τα όσα έχουν γίνει γνωστά μέχρι στιγμής, όλα δείχνουν ότι η σημερινή πρόταση θα θέτει οριστικά τέλος στους γνωστούς «Κανονισμούς του Δουβλίνου», που σφράγισαν την πολιτική της ΕΕ τα προηγούμενα χρόνια αλλά έχουν αποδειχθεί στην πράξη απολύτως ανεπαρκείς – και φυσικά άδικοι, καθώς έριχναν όλο το βάρος στις χώρες πρώτης υποδοχής. 

Ο «μαγικός» πίνακας

Οι πληροφορίες, συγκεκριμένα, κάνουν λόγο για την ύπαρξη ενός πίνακα που θα εκδίδει (επικαιροποιημένο) ετησίως η Κομισιόν, με τον αριθμό των προσφύγων θα πρέπει να υποδέχεται κάθε κράτος-μέλος – υπολογισμένο βάσει αλγορύθμου που θα συνυπολογίζει τον πληθυσμό της, το μέγεθος της οικονομίας της και άλλες παραμέτρους. Ωστόσο, ο αριθμός αυτός δεν θα ενεργοποιείται αυτομάτως. Με άλλα λόγια, δεν θα περνούν κάθε χρόνο τα σύνορά της όσοι πρόσφυγες προβλέπονται τυπικά. 

Αυτό θα γίνεται μόνο στην περίπτωση κατά την οποία – σε σχετικά φυσιολογικές συνθήκες και σε χρονιές που δεν θα υπάρχουν «κύματα» ανάλογα με εκείνο του 2015 – οι εθελοντικές προσφορές για υποδοχή δεν θα καλύπτουν τουλάχιστον το 70% του αριθμού όσων έχουν καταφέρει να φτάσουν σε ευρωπαϊκό έδαφος, σε κάποια από τις χώρες πρώτης υποδοχής. Ακόμη και τότε, όμως, το πρώτο βήμα θα είναι οι «27» να υποχρεωθούν να υποδεχθούν το 50% του προβλεπόμενου αριθμού, με το ποσοστό να αυξάνεται εφόσον και πάλι δεν πιαστεί το επιθυμητό 70%. 

Θα αποδειχθούν, άραγε, όλα αυτά αρκετά για να οδηγήσουν σε μια συμφωνία; Πολύ αμφίβολο, με βάση τα ως τώρα δεδομένα. Σίγουρα, όμως, όλοι έχουν συνειδητοποιήσει πλέον ότι η κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί για πολύ ως έχει χωρίς να προκαλέσει εκρηκτικά προβλήματα. Οπότε, εάν διαφωνούν με την πρόταση της Κομισιόν, θα πρέπει να καταθέσουν τη δική τους.