Τι θα σήμαινε μια κατάρρευση της αγοράς ενέργειας αλά Lehman Brothers

Τι θα σήμαινε μια κατάρρευση της αγοράς ενέργειας αλά Lehman Brothers

Ντόμινο που θα απειλούσε με κραχ ολόκληρες οικονομίες, όπως η γερμανική και θα εξαπλώνονταν σε όλη την Ευρώπη, θα σήμαινε μια νέα «Lehman Brothers» στην αγορά ενέργειας. Η περαιτέρω μείωση των ρωσικών ροών αερίου θα ανέβαζε τόσο πολύ την τιμή του ρεύματος, ώστε πάροχοι που πωλούν συμβόλαια σε σταθερές ταρίφες, δεν θα μπορούσαν να τα εξυπηρετήσουν και θα χρεοκοπούσαν.

Τα χρέη τους θα μετακυλίονταν σε όλη την ενεργειακή αλυσίδα και φυσικά στις τράπεζες. Βιομηχανίες θα αναγκάζονταν να σταματήσουν τη παραγωγή και να απολύσουν εργαζόμενους, οι αλυσίδες εφοδιασμού θα απειλούνταν με κατάρρευση, η κρίση θα μεταδίδονταν σε όλη την Ευρώπη και οι κυβερνήσεις δεν θα ήξεραν ποιον να πρωτοδιασώσουν. Η χιονοστιβάδα εξελίξεων θα ήταν μεγαλύτερη από εκείνη που πυροδότησε η κατάρρευση του αμερικανικού τραπεζικού κολοσσού το 2008.

Ο κίνδυνος αποσταθεροποίησης της ευρωπαϊκής αγοράς ενέργειας είναι άμεσος και δεν αφορά μόνο τη Γερμανία. Καθώς ένα ντόμινο χρεών βραχυκυκλώνει επικίνδυνα τις λιανικές αγορές ηλεκτρισμού των «27», οι οποίες «κοκκινίζουν» παντού, με τους ευρωπαίους μήνα με το μήνα να δυσκολεύονται όλο και περισσότερο να αποπληρώσουν τους λογαριασμούς ρεύματος, οι ανεξόφλητες οφειλές προς τους παρόχους αυξάνονται δραματικά. Εκείνοι με τη σειρά τους δημιουργούν νέα χρέη στους διαχειριστές, οι τελευταίοι δεν εξοφλούν τους πιστωτές τους και έτσι μπαίνουν οι βάσεις για ένα χειμώνα με φτωχότερους καταναλωτές, κοινωνική ένταση, αύξηση του λαϊκισμού και των άκρων στην Ευρώπη.

Τι θα φέρει μια «Lehman» στην ενέργεια

Είμαστε μπροστά σε ένα φαινόμενο «Lehman» στο ενεργειακό σύστημα; Κατάρρευση μπορεί να προκαλέσει μια ακόμη υψηλότερη από τη σημερινή τιμή μεγαβατώρας στο ρεύμα, που κανείς δεν θα μπορεί να πληρώσει, ούτε τα κράτη να την επιδοτήσουν, απαντούν οι ειδικοί.

Πότε μπορεί να συμβεί αυτό; Εφόσον οι τιμές φυσικού αερίου, του βασικού καυσίμου για την παραγωγή ρεύματος, ξεφύγουν κι άλλο μέσα στον χειμώνα. Και αυτό θα συμβεί, εάν από το Σεπτέμβριο και μετά, οπότε και αυξάνεται η ζήτηση για αέριο, οι Ρώσοι μειώσουν κι άλλο τις εξαγωγές.

Στο σενάριο λοιπόν που η τιμή στο ολλανδικό χρηματιστήριο TTF, τον μεγαλύτερο κόμβο συναλλαγών στην Ευρώπη, απογειωθεί προς τα 200, 300 ή και 400 ευρώ/ MWh από 129 ευρώ σήμερα - τέτοιες είναι οι προβλέψεις σε περίπτωση διακοπής των ρωσικών ροών - τότε μπορεί και να είναι αργά για να αποφύγουμε μια «Lehman» στην ενέργεια, όπως προειδοποίησε ο Γερμανός υπ. Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ.

Μπορούμε να το αποφύγουμε;

Πώς θα εμποδιστεί μια κατάρρευση της αγοράς; Η απάντηση όσων παρακολουθούν χρόνια το χώρο είναι ότι εάν η τιμή αερίου στο TTF αρχίσει να απογειώνεται προς τα 200 ευρώ/ MWh, τότε η λειτουργία της χρηματιστηριακής αυτής αγοράς πρέπει άμεσα να ανασταλεί. 

Η τιμή του φυσικού αερίου κάθε τύπου, είτε αφορά αγωγούς, είτε φορτία LNG που προμηθεύονται οι ευρωπαϊκές χώρες, είναι συνδεδεμένη με τον παραπάνω χρηματιστηριακό δείκτη. Οι διακυμάνσεις του έχουν εδώ και καιρό αποσυνδεθεί εντελώς από την οικονομία της αγοράς. Αντ’ αυτού ακολουθούν τις παρορμήσεις του φόβου και της κερδοσκοπίας. Στο διάστημα 10 - 24 Ιουνίου, δηλαδή σε συνθήκες χαμηλής ζήτησης για αέριο, οι τιμές του δείκτη αυξήθηκαν κατά 60%.

Τα μηνύματα σχετικά με την προμήθεια φυσικού αερίου οδηγούν σε αντιδράσεις της αγοράς που καταλήγουν σε εξωφρενικές τιμές, οι οποίες δεν αντικατοπτρίζουν πλέον την προσφορά και τη ζήτηση εντός της Ευρώπης. Γι' αυτό και αυξάνονται πανευρωπαϊκά, οι φωνές για μια κεντρική συμφωνία της ΕΕ με παραγωγούς τρίτων χωρών. Η κεντρική ιδέα είναι η προμήθεια αερίου να γίνεται πλέον μέσω διμερών συμφωνιών, και να σταματήσουν οι αγορές ποσοτήτων συνδεδεμένων με τον ολλανδικό δείκτη.

Η συζήτηση έχει ανοίξει στην Γερμανία, στην Ιταλία, στην Ελλάδα και αλλού, και αποτελεί μια παραλλαγή της πρότασης Μητσοτάκη-Ντράγκι για πλαφόν στο ολλανδικό χρηματιστήριο ενέργειας, μια πρόταση με αστερίσκους, αφού δύσκολα μπαίνει ανώτατο όριο τιμής σε μια χρηματιστηριακή αγορά. Σε ένα τέτοιο σενάριο, θα απαιτούνταν μια κεντρική πολιτική διαπραγμάτευση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με όλους τους μεγάλους παραγωγούς φυσικού αερίου, δηλαδή Αίγυπτο, Κατάρ, Αλγερία και Αζερμπαϊτζάν.

Εγχείρημα που ούτε αυτό είναι απλό σε μια συγκυρία πεπερασμένης παραγωγής LNG παγκοσμίως. Σε μια περίοδο όπου Κορέα, Ιαπωνία και Ινδία σπεύδουν από τώρα να εισάγουν ό,τι προλαβαίνουν και αγοράζουν μαζικά φορτία για το χειμώνα, βλέποντας ότι τα δύσκολα έρχονται. Ενας σκληρός ανταγωνισμός που θα αυξήσει κι άλλο τις τιμές, προβλέπει η Sanford C. Bernstein. 

Συναγερμός από μεγάλους Ευρωπαίους παρόχους

Όσο για την ενεργοποίηση του δεύτερου επιπέδου συναγερμού από τη κυβέρνηση Σολτς, δεν αρκεί. Οι αποθήκες δεν θα γεμίσουν ως τον Οκτώβριο, απαιτούνται επειγόντως άλλα μέτρα, όπως προειδοποιεί η Uniper, ο μεγαλύτερος εισαγωγέας αερίου της χώρας, προμηθευτής πλειάδας βιομηχανιών και Δήμων.

Το ίδιο καμπανάκι έκρουσε και η Eon, ο άλλος μεγάλος γερμανικός ενεργειακός πάροχος με εκατομμύρια πελάτες. Σειρά χωρών, από τη Γερμανία έως την Ολλανδία, την Ιταλία, την Ελλάδα και την Αυστρία αναζητούν «άμυνες» στον λιγνίτη, με την τελευταία, παρ’ ότι διαθέτει τις δεύτερες σε χωρητικότητα αποθήκες αερίου στην Ευρώπη, να εκφράζει βάσιμους φόβους ότι δεν θα προλάβει να τις έχει γεμίσει ως το χειμώνα. 

Αύξηση τιμών στο ρεύμα από το 2023

Τα χειρότερα είναι μπροστά. Οι αγορές ρεύματος στην Γερμανία, την Ολλανδία, το Βέλγιο και αλλού, λειτουργούν ως επι τω πλείστον με «κλειδωμένα» συμβόλαια διάρκειας ενός ή δύο ετών. Στα τέλη του 2022 λήγει η περίοδος για την οποία πολλές ευρωπαϊκές εταιρείες είχαν χετζάρει για τις ποσότητες ενέργειας που πωλούσαν σε σταθερές τιμές. Ήδη, αρκετές ενημερώνουν τους πελάτες τους ότι θα προχωρήσουν σε αυξήσεις τιμολογίων. Πέρυσι είχαν καταφέρει να «κλειδώσουν» τιμές ρεύματος στην χονδρική προς 80 ευρώ/ MWh, όμως πλέον οι νέες συμφωνίες θα αφορούν τα 200 ευρώ.

Το κόστος ρεύματος θα αυξηθεί εκ των πραγμάτων από το 2023 και μετά για νοικοκυριά, επιχειρήσεις και βιομηχανίες. Αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει ακόμη και αν σταματήσει ο πόλεμος. Οι κυρώσεις της ΕΕ προς Ρωσία θα παραμείνουν για κάποια περίοδο ενεργές. Στο μεσοδιάστημα ο Πούτιν θα συνεχίσει να εκβιάζει τους Ευρωπαίους, προκειμένου να τους αναγκάσει να άρουν τις κυρώσεις, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την πίεση που θα ασκείται στις τιμές του φυσικού αερίου και κατ' επέκταση του ρεύματος.