Οι απρόθυμες τράπεζες «απειλούν» να διακόψουν το μεγάλο ράλι των εμπορευμάτων

Οι απρόθυμες τράπεζες «απειλούν» να διακόψουν το μεγάλο ράλι των εμπορευμάτων

Όλοι μας ασχοληθήκαμε με την είδηση που ήρθε από το Λονδίνο σχετικά με την απόφαση του τοπικού χρηματιστηρίου μετάλλων L.M.E. να καταργήσει εντελώς την παραδοσιακή μέθοδο διαπραγμάτευσης και να περάσει σε πλήρη ηλεκτρονική λειτουργία, ύστερα από 144 χρόνια. Η εξέλιξη αυτή μπορεί να στενοχώρησε πολύ κόσμο, ιδίως τους μικρούς ανεξάρτητους χρηματιστές μετάλλων που δύσκολα θα καταφέρουν να επιβιώσουν μετά την οριστική παύση λειτουργίας του «πατώματος» του χρηματιστηρίου, αλλά ήταν μάλλον αναμενόμενη. Η προσωρινή αναστολή λειτουργίας του «πατώματος» λόγω της πανδημίας διευκόλυνε την απόφαση της διοίκησης του L.M.E. να ακολουθήσει τα βήματα των περισσότερων παρόμοιων χρηματιστηρίων στον κόσμο.

Αυτό όμως που προκάλεσε μεγαλύτερη ανησυχία στους συναλλασσόμενους χρηματιστές και traders του L.M.E., ήταν η πρόθεση του χρηματιστηρίου να αλλάξει τους κανόνες με τους οποίους μπορούν να παρέχουν πίστωση στους πελάτες τους. Αν οι προτάσεις εφαρμοσθούν στην πράξη (πράγμα που είναι εξαιρετικά πιθανόν να γίνει), θα δυσκολέψουν την διαδικασία χρηματοδότησης των πελατών από τους χρηματιστές τους. Σύμφωνα με χθεσινό ρεπορτάζ του Bloomberg, ορισμένοι από τους χρηματιστές/μέλη του L.M.E. εκτιμούν πως οι αλλαγές θα αναγκάσουν τους χρηματιστές να περιορίσουν το ύψος των πιστώσεων που χορηγούν στους πελάτες τους ή να αυξήσουν το κόστος τους. Σύμφωνα με το ίδιο ρεπορτάζ, οι πελάτες που θα πληγούν περισσότερο από αυτές τις αλλαγές είναι εταιρείες εξόρυξης μετάλλων μικρού και μεσαίου μεγέθους και βιομηχανίες αντίστοιχου μεγέθους που χρησιμοποιούν το L.M.E. για την αντιστάθμιση του επιχειρηματικού κινδύνου. Από την μεριά της, η διοίκηση του L.M.E. παραδέχεται πως οι ανησυχίες αυτές έχουν κάποια βάση αλλά υποστηρίζει πως οι αλλαγές είναι αναπόφευκτες καθώς αφενός τις ζητούν τα μεγάλα hedge funds και αφετέρου έχουν ήδη υιοθετηθεί από τα υπόλοιπα μεγάλα χρηματιστήρια εμπορευμάτων του κόσμου.

Η αλλαγή στους κανόνες παροχής πιστώσεων στους πελάτες του L.M.E., ξανάφερε στην επιφάνεια ένα ζήτημα που απασχολεί την αγορά εμπορευμάτων από το περσινό καλοκαίρι. Οι ευρωπαϊκές τράπεζες, οι οποίες εδώ και πολλές δεκαετίες είναι οι βασικοί χρηματοδότες του παγκόσμιου εμπορίου εμπορευμάτων, μετάλλων, ενεργειακών πρώτων υλών και αγροτικών προϊόντων, αποσύρονται σιγά σιγά από αυτή την δραστηριότητα. Οι λόγοι είναι πολλοί: Η υιοθέτηση πιο αυστηρών κανόνων από τις διεθνείς εποπτικές αρχές, η επικράτηση πολύ χαμηλών επιτοκίων, διάφορα σκάνδαλα που προκάλεσαν ζημιές σε κάποιες από αυτές και έφεραν και μεγάλα πρόστιμα και η μεγάλη αναταραχή που επικράτησε στις αγορές εμπορευμάτων λόγω της πανδημίας. Η ολλανδική ABN ανακοίνωσε την αποχώρησή της τον περασμένο Αύγουστο, χτυπημένη από την χρεωκοπία ενός μεγάλου κινέζου εμπόρου πετρελαίου, η γαλλική BNP Paribas τον Σεπτέμβριο, αφού ποτέ δεν συνήλθε μετά από ένα μεγάλο πρόστιμο που της επιβλήθηκε από τις αμερικανικές αρχές το 2014. Η ολλανδική Rabobank, και οι γαλλικές Natixis και Societe General περιορίζουν και αυτές τις δραστηριότητές τους στην χρηματοδότηση των αγορών εμπορευμάτων.

Οι συνέπειες της σταδιακής αποχώρησης των ευρωπαϊκών τραπεζών είναι αρκετά σημαντικές. Η βασικότερη είναι η μείωση της ρευστότητας της αγοράς, με κύρια θύματα τις εταιρείες μικρού και μεσαίου μεγέθους, όπως συμβαίνει και με τους πελάτες του L.M.E. Μία άλλη συνέπεια θα γίνει αισθητή αν συνεχίσει η ανάκαμψη των τιμών των εμπορευμάτων και αυξηθεί πολύ το ύψος της απαιτούμενης χρηματοδότησης, καθώς δεν θα υπάρχουν αρκετές διαθέσιμες πιστώσεις για να προχωρήσουν οι αγοραπωλησίες των προϊόντων. Βέβαια, ένα μέρος από τις πιστώσεις που δεν θα δίνουν πλέον οι τράπεζες θα αναπληρωθεί από άλλους «παίκτες» της αγοράς με υψηλά διαθέσιμα κεφάλαια, όπως π.χ. εξειδικευμένα hedge funds και γενικότερα από τις κεφαλαιαγορές. Όμως, ορισμένα χαρακτηριστικά των τραπεζικών πιστώσεων, όπως οι εγγυητικές επιστολές, δεν θα είναι εύκολο να υποκατασταθούν γρήγορα, ειδικά στην περίπτωση αύξησης των αναγκών χρηματοδότησης, ενώ δεν πρέπει να ξεχάσουμε και την τεράστια πείρα που διαθέτουν οι τράπεζες και δεν διαθέτουν (ακόμα) οι υπόλοιποι πιθανοί χρηματοδότες.

Το πιο σίγουρο συμπέρασμα στο οποίο καταλήγουμε παρατηρώντας τις εξελίξεις που περιγράψαμε παραπάνω, είναι πως θα δυσκολέψει η θέση των «αδύναμων κρίκων», είτε αυτοί είναι οι ανεξάρτητοι χρηματιστές, είτε τα μικρομεσαία ορυχεία, είτε οι μικρού μεγέθους έμποροι εμπορευμάτων. Είναι επίσης προφανές πως θα ενισχυθεί η θέση των μεγάλων της αγοράς, που έχουν εξ’ ορισμού πολύ μεγαλύτερη ευχέρεια για λήψη δανείων. Η μείωση του συνολικού αριθμού των συναλλασσόμενων μερών λογικά θα μειώσει την ρευστότητα και την μεταβλητότητα του συστήματος, είτε μιλάμε για τα χρηματιστήρια μετάλλων και εμπορευμάτων είτε για τις απ’ ευθείας μεγάλες αγοραπωλησίες. Κατά την άποψή μας, αυτό θα αυξήσει και τον κίνδυνο για τις αγορές, ειδικά αν επαληθευθούν όσοι προβλέπουν πως η άνοδος των τιμών θα δημιουργήσει μεγαλύτερη δυσκολία χρηματοδότησης.

Η συνεχιζόμενη ανάκαμψη της διεθνούς οικονομίας λογικά θα ανεβάσει ακόμα περισσότερο τις τιμές του χαλκού, του αργού πετρελαίου, του καλαμποκιού, της ζάχαρης και των υπόλοιπων προϊόντων που διακινούνται ανά την υφήλιο και διαπραγματεύονται στα χρηματιστήρια εμπορευμάτων. Πρέπει όμως να έχουμε υπ’ όψη μας πως μία σκιά πλανάται πάνω από τις αγορές. Δεν είναι εύκολο να προβλέψουμε αν οι αλλαγές στον τρόπο χρηματοδότησης των αγορών εμπορευμάτων θα έχουν σημαντικές παρενέργειες, αλλά δεν θα πρέπει να εκπλαγούμε αν τις δούμε μπροστά μας.

Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.