Το πρώτο που μαθαίνει ο δημόσιος υπάλληλος, ειδικά όποιος ελπίζει να φτάσει στην κορυφή, είναι να φυλάει τον πισινό του. Δεν χρειάζεται και πολλή φιλοσοφία. Αρκεί να περνά τις ευθύνες που του ανατίθενται, προς τα κάτω και, ακόμη καλύτερα για όσες είναι πιο μεγάλες, προς τα πάνω. Προς την πολιτική ηγεσία.
Η μέθοδος, παλαιά και δοκιμασμένη στα ελληνικά πράγματα αλλά και σε άλλα κράτη, είναι αποτελεσματική. Αν ο υπουργός δεν έχει κοντά του και γύρω του, γενικούς διευθυντές ικανούς να τον προφυλάξουν, θα την πατήσει. Σίγουρα.
Απαραίτητο συμπλήρωμα της μεθόδου είναι η παραπομπή κάθε μείζονος ζητήματος, κάθε περίπλοκης και ίσως «επικίνδυνης» απόφασης, ακόμη πιο ψηλά, στη Βουλή. Ο πολιτικός προϊστάμενος ενημερώνεται από την κρατική γραφειοκρατία πως «αυτό που θέλει να γίνει, απαιτεί νομοθετική ρύθμιση». Εκεί το μπαλάκι χάνεται απολύτως. Η Δικαιοσύνη, εφόσον χρειαστεί, δυσκολεύεται να κρίνει. Κυρίως όμως, αφού το έχει ψηφίσει η Βουλή, κανείς γραφειοκράτης δεν έχει την παραμικρή ευθύνη και, από κοντά, προφυλάσσει και ο υπουργός τον δικό του πισινό, ότι δήθεν πήρε την έγκριση των βουλευτών, οι οποίοι, κατά κανόνα, δεν γνωρίζουν τι ακριβώς ψηφίζουν.
Το δεύτερο που επίσης μαθαίνει γρήγορα ο κρατικός υπάλληλος είναι η «αλληλεγγύη μεταξύ συναδέλφων, δηλαδή η αλληλοκάλυψη εσφαλμένων αποφάσεων και, όταν συμβεί κάποια στραβή, η σκοτεινή συγκάλυψη των ευθυνών. Και σε αυτή την περίπτωση, ειδικά όταν ο επικεφαλής υπηρεσίας έχει τοποθετηθεί με κριτήρια κομματικής υποταγής και «συγγένειας» το κουκούλωμα και η εφαρμογή σιωπητηρίου είναι ο κανόνας.
Τα είδαμε, όλα αυτά, τις τελευταίες μέρες. Κυρίως επειδή στράβωσε η υπόθεση με την εγκληματική αμέλεια σε βάρος κατοίκων και πολιτών στο Μάτι. Κανείς, μέχρι την ρηξικέλευθη απόφαση του δευτεροβάθμιου δικαστικού οργάνου, δεν πίστευε ότι θα χρειαστεί να πάει φυλακή, κάποιος από όσους κάθησαν στο εδώλιο.
Ο πρώτος ως άνω κανόνας γλύτωσε τους υπουργούς που είχαν την ευθύνη να ελέγξουν όσα έκαναν οι αρχές τάξης (πυροσβεστική, αστυνομία και λιμενικό) ώστε να έχουν αντιληφθεί, ως όφειλαν, ότι κάτι γίνεται πολύ στραβά. Ο αρμόδιος υπουργός που είπε ότι όλα έγιναν σωστά, δεν παραπέμφθηκε ποτέ. Όλοι αυτοί, το ίδιο βράδυ και την επόμενη μέρα, «μπάζωσαν» τους νεκρούς, απομάκρυναν τα πειστήρια, δεν έκαναν καμία επιτόπια πραγματογνωμοσύνη, εξαφάνισαν τις μαγνητοφωνημένες συνομιλίες και, γενικότερα, επιχείρησαν να στήσουν την εξέλιξη των τραγικών γεγονότων ώστε να φανεί η φωτιά και τα θύματά της κάτι σαν «θέλημα Θεού» και δεν είπαν μια συγγνώμη.
Προφανώς, κάποιοι στη φυλακή θα ξανασκεφτούν όσα γνωρίζουν και δεν είπαν στις δίκες τους. Κράτησαν το στόμα τους κλειστό, αφού ένοιωθαν ασφαλείς πιστεύοντας πως είχαν περάσει την ευθύνη της τραγωδίας στα πολιτικά κλιμάκια, τα οποία έχουν τον τρόπο τους να καλύπτουν τα λάθη τους, όπως η ψήφος λίγο πριν τις εκλογές του ’19, της μείωση των ποινών.
Όταν χρειάστηκε απείλησαν τον τίμιο εμπειρογνώμονα και ακόμη μέχρι σήμερα ο κύριος Λιότσος ταλαιπωρείται από την κρατική μηχανή που γνωρίζει να φυλάει τον πισινό της, χωρίς να ξεχάσουμε ότι έφαγε μηνύσεις και από τον τότε αρχηγό πυροσβεστικής Ματθαιόπουλο και από την τότε υπουργό Γεροβασίλη.
Στην τρέχουσα υπόθεση με τον ΟΠΕΚΕΠΕ έχουν εφαρμοστεί, με άλλους τρόπους, τα ίδια. Οι υπεύθυνοι που έστησαν το φαγοπότι κάλυψαν τους πολιτικούς τους προϊσταμένους, οι οποίοι περιέργως συμπεριφέρθηκαν ως να μην γνωρίζουν τίποτε για όσα γινόντουσαν, κάτι που πολύ δύσκολα μπορεί να το πιστεύσει κανείς και σίγουρα δεν θα πείσει την Ευρωπαία εισαγγελέα.
Όταν η Διαμάντω Κρητικού από το Αμύνταιο, ταμίας της Εθνικής Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών κατάλαβε τις παρατυπίες και τις κατήγγειλε, υπέστη η ίδια και όσοι ήσαν κοντά της απειλητικούς ελέγχους που διέτασσαν οι διευθυντάδες για να τρομοκρατήσουν. Κι όταν το σκάνδαλο μεγάλωσε, προφανώς απείλησαν την πολιτική ηγεσία, η οποία φαίνεται πως έχει κάνει την κουταμάρα να τους καλύψει για το «καλό της χώρας», πιθανόν και της παράταξης, όπως υπονοεί ο ρόλος της Κρήτης στην κατανομή των αγροτικών ενισχύσεων.
Τουλάχιστον σε αυτές τις δύο περιπτώσεις αλλά και σε άλλες, που δεν έχουν πάρει δημοσιότητα, οι δύο βασικοί κανόνες που εφαρμόζονται στο επίπεδο των ανώτατων κρατικών υπαλλήλων έχουν παίξει καθοριστικό ρόλο.
Δεν θα εκπλαγώ αν μάθουμε ότι και στην περίπτωση των διευθυντών του υπουργείου Υποδομών οι οποίοι εξετάζονται ως κατηγορούμενοι για την υπόθεση των Τεμπών και χρησιμοποιούνται στην παραπομπή του υπουργού Καραμανλή, ίσχυσε ο ίδιος κανόνας μετακύλισης ευθυνών και αποσιώπησης των ευθυνών. Γι αυτό άλλωστε, η εξέλιξη της προανακριτικής θα έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
Περιμένουμε να μάθουμε αν η τότε πολιτική ηγεσία είχε την επάρκεια να καταλάβει το επιχειρούμενο στήσιμο εκ μέρους των κρατικών υπαλλήλων ή έχουσα άλλους λόγους, που δεν τους γνωρίζουμε εισέτι, αγνόησε τις τόσο βολικές για την κρατική ιεραρχία «ειδοποιήσεις».
Η μεγαλύτερη παγίδα για τους πολιτικούς είναι, βεβαίως, η τοποθέτηση των δικών τους «παιδιών» στις κατάλληλες αυτές ανώτερες θέσεις.
Στο μεταξύ, από μη επιβεβαιωμένες, μέχρι στιγμής, πληροφορίες, μαθαίνουμε ότι η αξιολόγηση που βρίσκεται σε εξέλιξη για κρατικά στελέχη στο επίπεδο των γενικών διευθυντών εξελίσσεται σύμφωνα με τις κατευθύνσεις υπουργικών εντολών και όχι στη βάση των κρίσεων απόδοσης και ικανοτήτων και αυτό παρά την εμπλοκή του ίδιου του ΑΣΕΠ, το κύρος του οποίου διακυβεύεται εν προκειμένω.
Η πραγματοποίηση της φυλάκισης μπορεί να κάνει τους πάντες πιο προσεκτικούς, αλλά οι κανόνες της κρατικής ίντριγκας, ανευθυνότητας και «κοματίλας» παραμένουν ισχυροί.