Καμπανάκι τιμών υπηρεσιών

Ο πληθωρισμός συνεχίζει να τροφοδοτεί την ακρίβεια. Όμως, εδώ και δέκα μήνες είναι οι υπηρεσίες που πυροδοτούν την επίμονα αρνητική εξέλιξη και κρατούν τις πληθωριστικές πιέσεις πάνω από έναν μέσο ετήσιο ρυθμό ελαφρά υψηλότερο από το 3%. Πράγματι, ο τιμάριθμος υπηρεσιών συνεχίζει να τρέχει με 5,5% (στοιχεία Μαΐου) όταν ο αντίστοιχος για τα αγαθά βραδυπορεί με 0,2%.

Επειδή όμως η Ελλάδα είναι οικονομία υπηρεσιών, η ανησυχητική εξέλιξη καταγράφεται στην πίεση που ασκείται στον πυρήνα του πληθωρισμού. Ο «πυρήνας» ήταν αρνητικός μέχρι τον Αύγουστο 2021, αλλά ο μέσος ρυθμός των τελευταίων 40 μηνών στον πυρήνα του πληθωρισμού, δηλαδή στην ομάδα των αγαθών που δεν επηρεάζονται από ειδικές συνθήκες των αγορών (τρόφιμα, καύσιμα), είναι στο 4%. Πολύ υψηλός.

Η εξέλιξη του «πυρήνα» είναι σημαντική ένδειξη για το φαινόμενο του πληθωρισμού, άρα για τη διατήρηση του προβλήματος της ακρίβειας, όσο σημαντικός είναι ο πυρήνας της Γης για τον πλανήτη, τη ζωή επάνω του και την κίνησή του στο διάστημα.

Πιο πεζά, όσο η Ελλάδα έχει υψηλότερο πληθωρισμό, τόσο πιέζεται αρνητικά η όποια πρόοδος της πραγματικής οικονομίας, που δεν είναι δα και εντυπωσιακή. Τα μικρά κέρδη παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας εξανεμίζονται γρηγορότερα.

Με δύο λόγια, όσο συντηρούμε τον πληθωρισμό, όχι μόνον συντηρούμε την ακρίβεια, αλλά κατατρώμε με βουλιμία την όποια βελτίωση των εισοδημάτων μας. Για τους μισθωτούς η κατάσταση είναι απογοητευτική. Για τους συνταξιούχους αδιέξοδη.

Δυστυχώς, το ίδιο ισχύει και για τις παραγωγικές επιχειρήσεις, οι οποίες ενώ επιδιώκουν και συχνά καταφέρνουν να δημιουργήσουν ανταγωνιστικά προϊόντα, υφίστανται τις επιπτώσεις του υψηλού εγχώριου πληθωρισμού.

Κάποιος βεβαίως κερδίζει. Είναι κατά τεκμήριο όσοι κυριαρχούν στην παροχή υπηρεσιών, μικρότεροι, μεγαλύτεροι και πολύ μεγάλοι, μεταξύ των οποίων, πρώτο (και χειρότερο...) το κράτος. Ειδικά εκείνοι που βρίσκονται σε στενότερη επαφή με ό,τι συναπαρτίζει τον τουρισμό ή δραστηριοποιούνται σε τομείς υψηλής, σχεδόν εκβιαστικής, ζήτησης, όπως είναι η κατοικία.

Δυστυχώς, το επίσημο κράτος, δηλαδή η κυβέρνηση, εμφανίζεται παγιδευμένη στο κυρίαρχο αφήγημα (της ακραίας αριστεράς μέχρι την ακροδεξιά) σύμφωνα με το οποίο η τιθάσευση του τιμάριθμου είναι ζήτημα γραφειοκρατικών ελέγχων και η αντιμετώπιση της ακρίβειας επιτυγχάνεται με πρόσθετες παροχές.

Πρόκειται για απέλπιδες προσπάθειες. Αν και οι Έλληνες έχουμε το ίδιο νόμισμα, το ευρώ, με τα άλλα μέλη της Ευρωζώνης, στην πραγματικότητα, το δικό μας ευρώ υποχωρεί, χάνει δηλαδή σε αγοραστική αξία, γρηγορότερα από το ευρώ που διαθέτουν πολίτες άλλων κρατών, όσο συντηρείται στα καθ’υμάς διαφορικός, υψηλότερος, πληθωρισμός συγκριτικά προς εκείνους.

Η πραγματική προσαρμογή είναι πολύ δύσκολη για την πραγματική παραγωγή, επειδή απαιτεί ισχυρές επενδύσεις. Αντιθέτως, η προσαρμογή των υπηρεσιών γίνεται πολύ ευκολότερα. Με αποτέλεσμα η ακρίβεια να είναι, τελικά, ιδιαίτερα ανυπόφορη σε μια χώρα που ζει καταναλώνοντας κατά κύριο λόγο υπηρεσίες.

Περαστικά!