Να το κάνουμε όπως στην Αγγλία. Τελεία και παύλα. (ΙΙ)

Για χρονικό διάστημα δυο μηνών οι ποδοσφαιρικοί αγώνες θα διεξάγονται χωρίς την παρουσία φιλάθλων. Και; Ποιο ακριβώς από τα προβλήματα που ταλανίζουν το ποδόσφαιρο στη χώρα μας, θα λυθεί μετά την επιβολή αυτού του μέτρου; Σχεδόν κανένα. Δεν αποτελούν μοχλό πίεσης. Αφού το 60% των εσόδων των ΠΑΕ είναι ήδη εξασφαλισμένο από την πώληση των εισιτηρίων διαρκείας, οπότε οι κλειστές θύρες δεν θέτουν σε κίνδυνο αυτά τα έσοδα, ούτε την οικονομική βιωσιμότητα των ποδοσφαιρικών ομάδων.

Γιατί άραγε δεν ακολουθείται το μοντέλο αλλαγής του Αγγλικού πρωταθλήματος πριν από τριάντα χρόνια, που από χώρος του υποκόσμου, των λούμπεν στοιχείων και της αλόγιστης βίας μετατράπηκε σε χώρο διασκέδασης και χαράς; Και σε χώρο που απέφερε και αποφέρει σημαντικά κέρδη στις ίδιες τις ποδοσφαιρικές ομάδες. 

Ποια είναι όμως η επιτυχημένη αγγλική συνταγή που δεν ακολουθείται στην Ελλάδα;

Στο χθεσινό άρθρο, είχαμε προβεί σε μια αναδρομή των γεγονότων από το 1985 έως και το 1989, που είχαν οδηγήσει στην έρευνα για την τραγωδία του Χίλσμπορο και στα ευρήματα της έκθεσης που παρουσίασε ο Δικαστής Πήτερ Τέϊλορ. Μιας έκθεσης που σηματοδότησε την αλλαγή πορείας του αγγλικού ποδοσφαίρου. Μιας έκθεσης της οποίας στα τελικά συμπεράσματα αναφερόταν ότι το κόστος αλλαγής των γηπέδων και των συνθηκών παρακολούθησης των αγώνων ήταν μεγάλο, αλλά θα μπορούσε να καλυφθεί από τα έσοδα των εταιρειών, τόσο από τα εισιτήρια που θα δικαιολογούσαν υψηλότερες τιμές, όσο και από τις τηλεοπτικές μεταδόσεις.   

Οι προτάσεις του Δικαστή Πήτερ Τέϊλορ, που πρότεινε να καταργηθούν οι θέσεις όρθιων στα πέταλα των γηπέδων, να απομακρυνθούν τα κάγκελα, να αλλάξουν όλοι οι κανόνες ασφαλείας, να αλλάξει το προφίλ των φιλάθλων που προσέρχονται για να παρακολουθήσουν τους ποδοσφαιρικούς αγώνες, να απομακρυνθεί η βία από τα γήπεδα, να τερματιστεί η παρουσία αστυνομικών δυνάμεων στις κερκίδες, να δημιουργηθούν λέσχες φιλάθλων που να ελέγχονται από τις ίδιες τις ομάδες και να τοποθετηθούν περισσότερες κάμερες ασφαλείας, είχαν υιοθετηθεί στα τέλη του 1990 από τον διάδοχο της Μάργκαρετ Θάτσερ, Τζον Μέιτζορ, η κυβέρνηση του οποίου χρηματοδότησε σε μεγάλο βαθμό την ανακατασκευή των γηπέδων των ποδοσφαιρικών ομάδων, με τη λογική της προσέλκυσης φιλάθλων διαφορετικού και αναβαθμισμένου προφίλ. 

Αυτά έκανε η Downing Street. Τα υπόλοιπα ανέλαβαν να τα κάνουν  οι ίδιες οι ποδοσφαιρικές ομάδες, οι οποίες κατά τη διάρκεια της πενταετούς εξορίας του αγγλικού ποδοσφαίρου από τα ευρωπαϊκά δρώμενα, διαπίστωσαν το πόσο πίσω είχε μείνει το αγγλικό ποδόσφαιρο σε διασυλλογικό  επίπεδο από το αντίστοιχο ιταλικό, γερμανικό και ισπανικό. 

Η πρώτη άτυπη συνάντηση που έβαλε το νερό στο αυλάκι της δημιουργίας της Premier League, πραγματοποιήθηκε με πρωτοβουλία του διευθύνοντα συμβούλου της LWT (London Weekend Television), με τη συμμετοχή της Τόττεναμ, της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, της Άρσεναλ, της Έβερτον και της Λίβερπουλ. Η συνάντηση αφορούσε τη δημιουργία ενός «προϊόντος» που θα έφερνε έσοδα, κυρίως μέσω της τηλεοπτικής κάλυψης των ποδοσφαιρικών αγώνων.  

Οι διεργασίες διήρκεσαν αρκετούς μήνες  και στις 20 Φεβρουαρίου του 1992, ιδρύθηκε η Premier League, με γενικό διευθυντή τον Ρικ Χάρι που ήταν υψηλόβαθμο στέλεχος της τότε Ernst & Young και σημερινής ΕΥ. Οι ιδιοκτήτες των ποδοσφαιρικών εταιρειών επέλεξαν ένα τεχνοκράτη για να διαχειριστεί το «εύθραυστο» μέχρι εκείνη τη στιγμή προϊόν τους. Και μόνο η αρχική συμφωνία για την κατανομή των τηλεοπτικών εσόδων, έδειξε το μακροπρόθεσμο σχεδιασμό που θα οδηγούσε στη βιωσιμότητα όλων των ποδοσφαιρικών ομάδων της Premier League. Έτσι από το 50% των τηλεοπτικών εσόδων, το 25% θα κατανεμόταν με βάση τη θέση στη βαθμολογία και το υπόλοιπο 25% ισόποσα ανάμεσα στη γηπεδούχο και φιλοξενούμενη ομάδα. Με αυτόν τον τρόπο επιβραβεύονταν οι καλύτερες ομάδες, αλλά και οι υπόλοιπες ομάδες ενισχύονταν σημαντικά.

Το πρώτο τηλεοπτικό συμβόλαιο που έκλεισε η Premier League το 1992 ήταν με τον BSkyB (σημερινό Sky) και με το κρατικό BBC έναντι £214 εκατ. για χρονικό διάστημα 5 ετών. To πρόσφατο συμβόλαιο της Premier League, που υπεγράφη την περασμένη εβδομάδα με το Sky και το TNT Sports και θα ισχύσει από τη σαιζόν 2025-26 και για μια τετραετία, ανέρχεται στα £6,7 δισ. Η συμφωνία προβλέπει τη μετάδοση 215 αγώνων από τον Sky, 52 αγώνων από το TNT Sports και τη μετάδοση της εβδομαδιαία κλασσικής εκπομπής Match of the Day από το BBC που έχει εξασφαλίσει τα αντίστοιχα δικαιώματα.

Τα έσοδα των αγγλικών ομάδων της Premier League είναι πολύ υψηλά. Από την πρωταθλήτρια Μάντσεστερ Σίτυ που εμφανίζει έσοδα £713 εκατ. μέχρι την ουραγό Μπράϊτον που έχει έσοδα £227. Τα έσοδα των ομάδων συμπεριλαμβάνουν τηλεοπτικά δικαιώματα, εισιτήρια, διαφημίσεις στις αθλητικές εμφανίσεις και στις επίσημες ενδυμασίες, χορηγίες, διαφημίσεις στα γήπεδα, εμπορικές δραστηριότητες, μεταγραφές και άλλα.

Στην Ελλάδα τι έχουμε; Νέα σύγχρονα γήπεδα που κατασκευάζονται κυρίως με τα χρήματα των φορολογουμένων. Χαμηλά τηλεοπτικά έσοδα ανά ομάδα χωρίς κεντρική διαπραγμάτευση από την Ένωση των ΠΑΕ. Χαμηλά έσοδα από τις διαφημίσεις στις αθλητικές εμφανίσεις, που στηρίζονται σχεδόν αποκλειστικά  στον μεγαλύτερο στοιχηματικό όμιλο της χώρας, τον ΟΠΑΠ. Μοναδικό καταλυτικό έσοδο είναι αυτό από τη συμμετοχή των ομάδων στο Champion League και στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Οπότε όλες οι ομάδες χρησιμοποιούν κάθε μέσο για να επιτύχουν τον στόχο της κατάκτησης του πρωταθλήματος και απόκτησης του εισιτηρίου της Ευρώπης.

Ωστόσο, το κυρίαρχο πρόβλημα είναι άλλης υφής. Οι μέτοχοι των ομάδων αδυνατούν να κάτσουν στο ίδιο τραπέζι για να συζητήσουν και να αναλάβουν τις ευθύνες τους για το ποδόσφαιρο σαν «προϊόν», από το οποίο σε βάθος χρόνου θα κερδίσουν όλοι. Όταν λοιπόν οι άμεσα ενδιαφερόμενοι αδιαφορούν για το προϊόν που δημιουργούν και πωλούν, εστιάζοντας μόνο στην υπερδιέγερση του θυμικού των οπαδών των ομάδων τους, για τα δικά τους προσωπικά συμφέροντα, το ελληνικό ποδόσφαιρο δεν μπορεί να πάει μακριά. Θα παραμένει ένας ανυπόληπτος παρίας της Ευρώπης, που θα συγκεντρώνει το ενδιαφέρον όσων επιθυμούν να εκτονώνονται στις κερκίδες και μόνο.