Τα ψιλά γράμματα των δημοσκοπήσεων

Το δηλώνουν οι επαΐοντες των δημοσκοπήσεων, το βλέπουν και όσοι έχουν μια επιφανειακή έστω γνώση του αντικειμένου:  το πολιτικό σκηνικό δείχνει να έχει παγώσει κάπου στο καλοκαίρι του 2019, όταν εξελέγη η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Κι αυτό  συμβαίνει ενώ τα γεγονότα και οι κρίσεις που κατά κύριο λόγο είναι παγκόσμια και εξωγενή, μαζί με τα αυτογκόλ, θα δικαιολογούσαν να έχει μπει η κυβέρνηση προ πολλού, σε σπιράλ καθόδου.  

Είναι πρωτοφανές αλλά δεν είναι ανεξήγητο.  Ούτε δικαιολογείται από την εκτίμηση, που διατυπώνουν αρκετοί που ψήφισαν τον Κ. Μητσοτάκη - και οι οποίοι δεν ανήκουν στον πυρήνα των νεοδημοκρατών ψηφοφόρων  - ότι αν αντίπαλός του ήταν κάποιος καλύτερος από τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο πρωθυπουργός θα είχε σοβαρό πρόβλημα. 

Αυτό ως μια γενική αρχή είναι σωστή. Αλλά μέχρι εκεί. 

Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο κόσμος του, σε μια σχετικά ανοικτή διαδικασία, ψήφισαν τον κ. Τσίπρα ως τον καλύτερό τους.

Αυτό άλλωστε, πιστεύει και ο ίδιος. Διότι αν θεωρούσε κάτι διαφορετικό, θα άκουγε τους ουδέτερους και καλόπιστους και θα επιδίωκε να επουλώσει με όποιο τρόπο μπορεί τα πλήγματα στην αξιοπιστία του, να φτιάξει ένα άλλο προφίλ στο οποίο, δεν θα αντανακλάται μονίμως το πρόσωπο του κ. Πολάκη, να συγκροτήσει προτάσεις και πρόγραμμα, να αποτάξει το λαϊκισμό χωρίς φρένο, που δεν υπολογίζει τη ζημιά που προκαλεί στο σώμα της κοινωνίας. 

Την άρνηση ή την αδυναμία του Αλέξη Τσίπρα να μετασχηματιστεί σε κάποιον που θα μπορούσε να θεωρηθεί ως καταλληλότερος για πρωθυπουργός, την εισπράττουν οι πολίτες και την εκφράζουν σε όλες τις δημοσκοπήσεις.  Τουλάχιστον όπως τίθεται το δίπολο των υποψηφίων πρωθυπουργών: Μητσοτάκης- Τσίπρας. Έχει δε μεγαλύτερη αξία το που ανήκουν ιδεολογικά οι ψηφοφόροι εκείνοι που πιστεύουν μέσα τους ότι ο κ. Τσίπρας δεν πρέπει να έχει δεύτερη ευκαιρία να κυβερνήσει.

Στην τελευταία δημοσκόπηση της Pulse  ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης εμφανίζεται να προηγείται μια μονάδα από τον πρωθυπουργό στο ερώτημα «ποιος μπορεί να αντιμετωπίσει καλύτερα τα θέματα θεσμών διαφάνειας».

Εντυπωσιακό και ανησυχητικό, θα  σκεφτεί κάποιος που γνωρίζει τον βαθμό  κακοποίησης των θεσμών επί ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ, τα πρόσωπα και τις μεθόδους τους.  Αναμενόμενο όμως μέσα στον κυκεώνα πραγματικών και μυθιστορηματικά ψευδών σεναρίων για τις υποκλοπές, το «πες πες» της αξιωματικής αντιπολίτευσης για την υποτιθέμενη «χούντα» κλπ.  

Είναι όμως έτσι;

Ο κ.Τσίπρας ανέκτησε  ηθική υπεροχή; Η εικόνα είναι ελλιπής. Ένα υπολογίσιμο ποσοστό αριστερών, κεντροαριστερών και ένα πολύ μεγάλο ποσοστό κεντρώων ψηφοφόρων δεν το συμμερίζεται.

Το 7% των αριστερών ψηφοφόρων, το 9% των Κεντροαριστερών, το 33% των Κεντρώων πιστεύει ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης στα θέματα θεσμών και διαφάνειας, είναι καλύτερος από τον Αλέξη Τσίπρα!  Πάνω - κάτω αυτά είναι και τα ποσοστά αποδοχής που εισπράττει από αριστερούς, κεντροαριστερούς και κεντρώους και στα θέματα οικονομίας και ανάπτυξης, στα εθνικά και εξωτερικά θέματα, ακόμη και για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης. 

Από αυτά τα ψιλά γράμματα των δημοσκοπήσεων μπορεί να συμπεράνει κανείς ότι ο  πρωθυπουργός και η κυβέρνησή του έχουν πολλές πιθανότητες και μεγάλα περιθώρια να κερδίσουν ξανά το στοίχημα της θετικής ψήφου.

Να πάνε οι πολίτες στις κάλπες με τη γενική αίσθηση ότι είναι μια καλή κυβέρνηση που διορθώνει λάθη και θεσμικά ολισθήματα και όχι ένα αναγκαίο κακό για να γλιτώσουμε από το χειρότερο.