Μικρασιατών ίχνη… Από τη Μικρά Ασία στο Αιγάλεω

Μικρασιατών ίχνη… Από τη Μικρά Ασία στο Αιγάλεω

Της Άννα Λυδάκη

Η εικόνα είναι ο τρόπος της μνήμης, που «καδράρει» και ακινητοποιεί. Γι' αυτό η φωτογραφία αφήνει βαθιά σημάδια και το αίσθημα αποκρυσταλλώνεται ευκολότερα γύρω από αυτή, παρά γύρω από ένα λεκτικό συναίσθημα, έγραφε η Susan Sontag (Παρατηρώντας τον πόνο των άλλων, μετ. Σ. Βελέντζας, Scripta).

Οι εικόνες, όμως, μπορεί να παρερμηνευτούν. Χρειάζονται λέξεις για την ερμηνεία τους. Γι' αυτό και στο λεύκωμα Μικρασιατών Ίχνη… Από τη Μικρά Ασία στο Αιγάλεω*, που εμπεριέχει φωτογραφίες και άλλα ντοκουμέντα (πιστοποιητικά, βιβλιάρια προσφυγικής ιδιότητας και άλλα έγγραφα)  από την περίοδο  πριν και μετά το 1922, η Αθηνά Δασκαλάκη και ο  Γιάννης Κουτούλιας, γράφουν μικρά, προσεγμένα, κατατοπιστικά κείμενα που μιλούν για την καθημερινή ζωή στη Μ. Ασία, την έξοδο από την πατρώα γη και την εγκατάσταση των προσφύγων στο Αιγάλεω.

Τα ίχνη από εκείνη τη δύσκολη περίοδο καταγράφονται στις ασπρόμαυρες φωτογραφίες, πάνω στα πρόσωπα που κοιτούν κατάματα τον φακό. Πίσω από το ορατό ο προσεκτικός θεατής μπορεί να αισθανθεί το αθέατο, τις βουβές μαρτυρίες αγάπης, χαράς, πόνου, αλλά και θάρρους που λανθάνουν σ' αυτές. Οι φωτογραφίες γίνονται οι σιωπηλοί αλλά ταυτόχρονα, με ένα δικό τους τρόπο, «εύγλωττοι» αυτόπτες μάρτυρες μιας ξένοιαστης προηγούμενης ζωής, μιας τραγωδίας και μιας προσπάθειας επούλωσης των τραυμάτων του παρελθόντος και συνέχισης της ζωής.

Οι φωτογραφίες στο λεύκωμα παραχωρήθηκαν από τους δημότες στον Σύλλογο Μικρασιατών Αιγάλεω «Νέες Κυδωνίες» και συνοδεύονται με επεξηγηματικές λεζάντες για την οικογένεια και τον τόπο καταγωγής των εικονιζόμενων και συχνά με μικρά βιογραφικά και αφηγήσεις. Είναι φωτογραφίες οικογενειακές, με τα μεγαλύτερα σε ηλικία μέλη να κάθονται και ολόγυρά τους όρθια τα υπόλοιπα, φωτογραφίες γάμου,  στιγμιότυπα από την καθημερινότητα και τις γιορτές με φιλικές παρέες, φωτογραφίες από το «κουράκι» (περιφορά των εικόνων για την πρόκληση βροχής), φωτογραφίες από μια εκδρομή… Απεικονίζονται ανδρόγυνα -άλλα νεαρά και άλλα ηλικιωμένα- και πορτρέτα ανδρών και γυναικών. Οι τόποι καταγωγής που αναφέρονται είναι Αλάτσατα, Σμύρνη, Αϊβαλί, Κωνσταντινούπολη, Τσεσμές, Αλάγια, Αττάλεια, Λιβίσι, Βουρλά, Τσοπανισά, Οργανλί, Καρατζορέν, Μπουρνόβα, Κουκλουτζάς, Κορδελιό, Σινασός, Τσανάκαλλε, Τροία, Αλικαρνασσός, Τραπεζούντα, Ντεηρμέν… όλα μέρη της Ανατολής.   

Οι άντρες που φωτογραφίζονται είναι καλοντυμένοι, σοβαροί συχνά με παπιγιόν ή γραβάτα, με λουλούδι ή μαντιλάκι στο πέτο που φανερώνουν ευημερία και ξένοιαστες μέρες. Άλλοι είναι ασκεπείς, και άλλοι με καπέλο ή με τον χαρακτηριστικό σκούφο. Πολλοί φορούν ρούχα στρατιωτικά. Οι γυναίκες στις φωτογραφίες είναι όμορφες, με στολίδια, με ωραία, μοντέρνα φορέματα και παπούτσια ψηλοτάκουνα σύμφωνα με τη μόδα και τον κοσμοπολίτικο αέρα που χαρακτήριζε την περιοχή τότε. Άλλες είναι ντυμένες με παραδοσιακές στολές. Άλλες φωτογραφίζονται στο σπίτι τους, άλλες στην παραλία, στη βόλτα ή σε κλειστούς χώρους, καθισμένες σε κομψά καθίσματα με φόντο λουλούδια, ακουμπισμένες με απερίγραπτη χάρη πάνω σε σκαλιστές ανθοστήλες. Τα αγόρια είναι καλοχτενισμένα και τα κορίτσια έχουν λευκούς φιόγκους στα μαλλιά…

Ανάμεσά στις φωτογραφίες υπάρχουν «Φύλλα ταυτότητας» από τη Μ. Ασία, πιστοποιητικά στέψεως και βάφτισης από την Ιερά Μητρόπολη της Κρήνης  και την Ιερά Μητρόπολη Κυδωνιών, από το Οικουμενικόν Πατριαρχείον… Και ένα ενδεικτικό με άριστα από τα Εκπαιδευτήρια Κυδωνιών, το δημοτικό σχολείο αρρένων του 1921.

Όλα αυτά χάθηκαν μετά την υπογραφή της σύμβασης για την ανταλλαγή πληθυσμών το 1923 στη Λωζάνη. Οι άνθρωποι αναγκάστηκαν να φύγουν από τις προγονικές εστίες ως πρόσφυγες και να εγκατασταθούν αργότερα στην περιοχή του Αιγάλεω ιδρύοντας τις Νέες Κυδωνίες.

Στις φωτογραφίες τις τραβηγμένες στον νέο τόπο, οι πρόσφυγες απεικονίζονται στις οικοδομές που θα γίνονταν τα νέα σπιτικά τους, στις αυλές των προσφυγικών, στους χώρους της δουλειάς, στο καφενείο, στον δρόμο παρέα με τους νέους γείτονες…

Τα κουστούμια και τα ακριβά φορέματα έχουν αντικατασταθεί από ρούχα εξίσου προσεγμένα, αλλά και πιο καθημερινά που φανερώνουν τον μόχθο για την επιβίωση. Οι παππούδες και οι γιαγιάδες, που γέρασαν περιμένοντας μάταια ότι θα καταφέρουν να δουν ξανά τον γενέθλιο τόπο, έχουν μια θλίψη στη ματιά. Βλέποντας κανείς τα πρόσωπά τους στις φωτογραφίες, μπορεί να φανταστεί τις κουβέντες τους στις βεγγέρες:  Αφηγούνται συχνά τα παλιά, μιλούν για το παρελθόν, που είναι εσαεί παρόν, συζητούν για το παρόν και κάνουν όνειρα για το μέλλον, το άμεσο στην Ελλάδα και κάποιοι το απώτερο, εκείνο που ονειρεύονται ότι θα ζήσουν στον τόπο τους, όταν επιστρέψουν εκεί. Αυτή η αξεχώριστη χρονική ενότητα σημαδεύει όλη τους τη ζωή. Προχωρούν με το κεφάλι στραμμένο στα αλλοτινά χρόνια. Και όταν θα τους πλημμύριζε το παράπονο για την προσφυγιά θα «έπιαναν» με καημό τα σμυρνέικα και τους αμανέδες…

Ο χαρακτηρισμός «πρόσφυγας» υπάρχει πια στα χαρτιά τους και μαζί σημειωμένη «Σπουδαία ειδοποίησις: Ουδείς πρόσφυξ! [με θαυμαστικό για να τονίζεται η διαταγή] Ουδείς πρόσφυξ! Πρέπει να φεύγει από τόπου εις τόπον άνευ αδείας των αρχών».

Συχνά στα οικογενειακά βιβλιάρια των προσφύγων στη θέση του ονόματος του αρχηγού της οικογένειας είναι ένα γυναικείο όνομα, μια γυναίκα που φωτογραφίζεται πλαισιωμένη από τα παιδιά της, χωρίς τον άντρα της. Εκείνος, ποιος ξέρει πού θα χάθηκε…

Το κράτος δεν κατάφερε να βοηθήσει επαρκώς τους πρόσφυγες και η ανεπάρκεια αυτή καλυπτόταν με την καλλιέργεια της ελπίδας ότι γρήγορα θα γυρίσουν στον τόπο τους, ότι όλα ήταν προσωρινά. Και εκείνοι το πίστευαν. Η επιστροφή έγινε το όνειρο των εκπατρισμένων που δεν ήθελαν να αποδεχτούν το γεγονός του διά παντός ξεριζωμού τους, όπως φαίνεται από λόγια τους που σημειώνονται στο λεύκωμα. Η εύφορη γη των Κυδωνιών δεν έμοιαζε με τις Νέες Κυδωνίες όσο και αν προσπαθούσαν, μετονομάζοντας τον χώρο που τους παραχωρήθηκε, να τον κάνουν τόπο.

Παρ' όλα αυτά, παρά τη νοσταλγία, δεν σκύβουν το κεφάλι. Φροντίζουν τα μικρά τους σπίτια, δουλεύουν, προοδεύουν, ασχολούνται με τα κοινά και αφήνουν το στίγμα τους στην τοπική κοινωνία. Και αυτό διαφαίνεται στις μετέπειτα φωτογραφίες που φανερώνουν μια ικανοποίηση για ό,τι κατάφεραν με τη σκληρή δουλειά τους, την απόφαση και τη θέλησή τους να μη σκύψουν το κεφάλι: απεικονίζονται μεν βασανισμένα πρόσωπα, αλλά και θεληματικά μάτια, αποφασισμένα να επιβιώσουν. Μπορεί κανείς να δει εικόνες γλεντιού, εκδρομής, χαράς… φωτογραφίες παιδιών που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στην Ελλάδα.

Το υπερήφανο βλέμμα που ανακτάται και πάλι δεν κρύβει, βέβαια, την πικρία για όσα πέρασαν, αλλά φανερώνει, επίσης, τη δύναμή τους. Οι άντρες κοιτούν ξανά με θάρρος το φακό και οι γυναίκες ποζάρουν χαμογελώντας.

Στο λεύκωμα Ίχνη ζωής… Από τη Μικρά Ασία στο Αιγάλεω της Αθηνάς Δασκαλάκη και του Γιάννη Κουτούλια οι φωτογραφίες ανακαλούν στη μνήμη και «μιλούν» σιωπηλά για πράγματα συχνά ανείπωτα, ενώ η ιστορία δομείται και παρουσιάζεται ως βιωμένη ιστορία. Δεν είναι η ιστορία των συμβάντων και των μεγάλων γεγονότων που καταγράφουν οι ιστορικοί στα αρχεία τους. Εκείνη είναι συνήθως η ιστορία της εκάστοτε εξουσίας που παίρνει τις αποφάσεις της ερήμην του λαού («αρχείο» σήμαινε το σπίτι του άρχοντα).Η ιστορία που παρουσιάζεται στο λεύκωμα συγκροτείται από τις μικρές ιστορίες των καθημερινών ανθρώπων, αυτές που σκιαγραφούν τον πραγματικό, τον βιωμένο κόσμο, πέρα από τις στεγνές χρονολογίες. Και η συνύπαρξη της ιστορικής γνώσης με το συναίσθημα που αναδύεται από τις φωτογραφίες καθιστά το λεύκωμα ιδιαίτερα ενδιαφέρον.

 

*Α. Δασκαλάκη & Γ. Κουτούλιας (επιμέλεια – κείμενα), Μικρασιατών ίχνη… Από τη Μικρά Ασία στο Αιγάλεω, Σύλλογος Μικρασιατών Αιγάλεω «Νέες Κυδωνίες», Αιγάλεω 2015.