Η Ελλάδα, βρίσκεται σήμερα μπροστά σε μια ιστορική ευκαιρία, να μετατραπεί σε στρατηγικό κόμβο εμπορίου, ενέργειας και ψηφιακών δικτύων στη Μεσόγειο. Οι πρόσφατες ενεργειακές συμφωνίες καθιστούν την Ελλάδα ασφαλή διάδρομο διέλευσης ενεργείας, η δημιουργία του Ινδικού «Δρόμου του Μεταξιού», του Ινδο-Μεσανατολικο-Ευρωπαϊκού Οικονομικού Διαδρόμου (IMEC) τοποθετούν τη χώρα στο επίκεντρο μιας νέας παγκόσμιας αλυσίδας εφοδιασμού, δίνοντάς της μοχλούς διαπραγμάτευσης που δεν είχε ποτέ στο παρελθόν.
Η αναδιάταξη των εμπορικών ροών μεταξύ Ασίας και Ευρώπης, επιβάλλονται από μια νέα πραγματικότητα, καθώς η Ευρώπη αναζητεί ασφαλείς προμηθευτές και ασφαλείς διαδρομές μετά την εμφάνιση των κάθε είδους Χούθι που διαταράσσουν τους εμπορικούς διαδρόμους, αλλά και την οπλοποίηση των προμηθειών από αυταρχικές κυβερνήσεις με αναθεωρητικούς στόχους.
Η Ελλάδα μπορεί να εξελιχθεί σε κεντρικό σημείο διαμετακομιστικού εμπορίου. Λιμάνια όπως ο Πειραιάς, η Θεσσαλονίκη και κυρίως η Αλεξανδρούπολη έχουν τη δυνατότητα να υποδέχονται τεράστιες ποσότητες προϊόντων, τα οποία θα διοχετεύονται στην Κεντρική Ευρώπη μέσω αναβαθμισμένων σιδηροδρομικών διαδρόμων, υπερσύγχρονων δρόμων και αγωγών. Κάθε πλοίο που καταπλέει αποφέρει σημαντικά έσοδα σε λιμενικά τέλη, ενώ οι συνοδευτικές υποδομές (αποθήκες, εφοδιαστικές αλυσίδες, τεχνολογικά κέντρα) δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας και επενδυτικές ευκαιρίες.
Η τοποθέτηση της Ελλάδας ως βασικής πύλης της Ευρώπης σημαίνει ότι στις διαπραγματεύσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση, η χώρα μπορεί να αξιώνει μεγαλύτερη χρηματοδότηση και προνομιακή μεταχείριση για τις υποδομές της, καθώς η επιτυχία του IMEC και η λειτουργία του κάθετου ενεργειακού άξονα, εξαρτώνται από την ετοιμότητα των ελληνικών λιμανιών και άλλων δικτύων υποδομών.
Η κυριαρχία της Ελλάδος στη ναυτιλία με μερίδιο πάνω από 20% στη διακίνηση του παγκόσμιου εμπορίου μπορεί να αποτελέσει ένα επί πλέον καθοριστικό παράγοντα στις νέες ευκαιρίες της χώρας. Η δύναμη της Ελλάδας είναι η θάλασσα, η οποία της δίνει σημαντικό πλεονέκτημα έναντι των περιορισμών που έχουν οι χερσαίες χώρες. Καθώς το 90% και πλέον των παγκόσμιου εμπορίου διακινείτε δια θαλάσσης, η πολύτιμη τεχνογνωσία που κατέχει η ναυτιλία μας στις θαλάσσιες μεταφορές είναι εξαιρετικά σημαντική.
Η ενέργεια ως καταλύτης στρατηγικής επιρροής: Η ενέργεια είναι ίσως ο σημαντικότερος παράγοντας ενίσχυσης της ελληνικής διαπραγματευτικής ισχύος. Με υφιστάμενους τερματικούς σταθμούς LNG (Ρεβυθούσα) και τον νέο πλωτό σταθμό στην Αλεξανδρούπολη, ικανό να τροφοδοτεί εννέα χώρες της Κεντρικής και Νοτιοανατολικής Ευρώπης και νέους που προγραμματίζονται, η χώρα είναι έτοιμη να αξιοποιήσει τις νέες ευκαιρίες.
Η μελλοντική ένταξη πράσινης ενέργειας θα την καταστήσει τον κύριο ενεργειακό κόμβο της ΕΕ, επηρεάζοντας ευρωπαϊκές αποφάσεις για την ενεργειακή ασφάλεια. Οι πρόσφατες ενεργειακές συμφωνίες με τις ΗΠΑ αναδεικνύουν αυτή την επιρροή. Αυτή η ενεργειακή κεντρικότητα επιτρέπει στην Ελλάδα να διαπραγματεύεται από θέση ισχύος τόσο με τις Βρυξέλλες όσο και με το ΝΑΤΟ, καθώς η χώρα μετατρέπεται από «καταναλωτή ενέργειας» σε βασικό διαμεσολαβητή προμηθειών.
Μετά τις εξορύξεις ενέργειας νότια της Κρήτης όπου η χώρα θα απεξαρτηθεί από τους αγωγούς μέσω Τουρκίας, θα γίνει αυτάρκης στην παραγωγή ενέργειας έχοντας φθηνό φυσικό αέριο να καλύπτει τα κενά της παραγωγής των αιολικών και ηλιακών πηγών ενέργειας. Η ΕΕ χρειάζεται το φυσικό αέριο να καλύπτει τα κενά παραγωγής της ηλιακής και αιολικής ενέργειας για να συνεχιστεί η συμβολή της ΕΕ στην προστασία του περιβάλλοντος, που είναι πολύ σημαντική καθώς τα τελευταία 30 έτη μείωσε κατά 40% τις εκπομπές διοξειδίου, σε επίπεδο 5 φορές λιγότερο από την Κίνα με την οποία η ΕΕ έχει εμπορικό έλλειμμα που ανέρχεται κοντά στα 300 δις ετησίως καθώς η Κίνα παράγει φθηνά προϊόντα επειδή χρησιμοποιεί τον φθηνό άνθρακα και εκπέμπει το 1/3 του παγκόσμιου διοξειδίου του άνθρακα.
Η επαναφορά στο προσκήνιο του αγωγού east-med που θα μεταφέρει ενέργεια από Ισραήλ, Κύπρο, Κρήτη, προς την ΕΕ εξασφαλίζει ότι η Μεσόγειος θα αποτελέσει μια σημαντική ενεργειακή θαλάσσια διαδρομή.
Ο ψηφιακός διάδρομος - ένας νέος πυλώνας δύναμης: Η γεωγραφική θέση της Ελλάδας και η σταθερότητά της, την καθιστά ιδανική και για την ανάπτυξη ενός ψηφιακού υπερ-διαδρόμου που θα συνδέει την Ευρώπη με την Ασία. Με τις γεωπολιτικές εντάσεις να καθιστούν παραδοσιακές υποβρύχιες διαδρομές επισφαλείς, οι μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες εξετάζουν την Ελλάδα ως ασφαλή κόμβο φιλοξενίας καλωδίων και data centers. Αυτή η εξέλιξη σημαίνει ότι η χώρα μπορεί να διεκδικήσει στρατηγικές επενδύσεις υψηλής τεχνολογίας, προσελκύοντας εταιρείες-κολοσσούς (Google, Meta, Amazon, Web Services) και ενισχύοντας τη θέση της ως τεχνολογικό hub της ΕΕ, κάτι το οποίο αποτέλεσε αντικείμενο των πρόσφατων συμφωνιών με τις ΗΠΑ.
Η γεωπολιτική διάσταση ανάμεσα σε αντιπάλους: Η νέα αυτή θέση ισχύος προκαλεί αντιδράσεις από ανταγωνιστές. Η Τουρκία χάνει το ρόλο της ως κύρια γέφυρα Ασίας-Ευρώπης. Η απώλεια εμπορικών ροών και γεωπολιτικού βάρους αποτυπώνεται στις προκλήσεις για την ΑΟΖ μέσω των πληρεξουσίων της στην Λιβύη και στην αντίθεσή της στις συνεργασίες Ελλάδας–Ισραήλ. Η Κίνα, που έχει επενδύσει δισεκατομμύρια στην Τουρκία μέσω των Κινέζικων «Δρόμων του Μεταξιού», βλέπει το IMEC (τον ινδικό δρόμο του μεταξιού) ως απειλή στα συμφέροντά της και μπορεί να κινηθεί ώστε να προστατεύσει τον ρόλο της Τουρκίας ή να εξασφαλίσει μερίδιο στον ελληνικό κόμβο. Η Ελλάδα μπορεί να εκμεταλλευθεί αυτές τις δυναμικές, λειτουργώντας ως ρυθμιστής ισορροπίας ανάμεσα σε δυνάμεις που ανταγωνίζονται, κερδίζοντας υποστήριξη από την ΕΕ και τις ΗΠΑ με αντάλλαγμα γεωστρατηγική σταθερότητα και αποτροπή της επιθετικότητας της Τουρκίας.
Η σκοτεινή πλευρά και τα εσωτερικά εμπόδια: Η μεγαλύτερη απειλή για την ελληνική διαπραγματευτική ισχύ δεν είναι εξωτερική, αλλά εσωτερική. Η χρόνια γραφειοκρατία, η πολιτική ασυνεννοησία και οι καθυστερήσεις σε κρίσιμες υποδομές μπορούν να ακυρώσουν το πλεονέκτημα των νέων ενεργειακών διαδρόμων και του IMEC. Ήδη τα ελληνικά λιμάνια χρειάζονται εκτεταμένες αναβαθμίσεις και η χώρα πρέπει να κινηθεί άμεσα για τη δημιουργία ζωνών ελεύθερου εμπορίου και την αναβάθμιση της διεθνούς εικόνας της, ώστε να μην μείνει στη συνείδηση των επενδυτών απλώς ως «τουριστικός προορισμός».
Η διαπραγματευτική ισχύς στην πράξη: Με την πλήρη ανάπτυξη των νέων ενεργειακών διαδρόμων και του IMEC, η Ελλάδα αποκτά διαπραγματευτικό βάρος στην Ε.Ε. καθώς μπορεί να απαιτήσει μεγαλύτερα κονδύλια από το Global Gateway για υποδομές, καθώς η επιτυχία του σχεδίου εξαρτάται από αυτήν. Αποκτά στρατηγική φωνή στο ΝΑΤΟ ως ενεργειακός και εμπορικός κόμβος, μπορεί να απαιτήσει μεγαλύτερη υποστήριξη για την άμυνα της ανατολικής Μεσογείου. Γίνεται ελκυστική για ξένες επενδύσεις από τεχνολογικούς κολοσσούς μέχρι ενεργειακές εταιρείες. Δημιουργεί πολιτική ασπίδα καθώς η διεθνής σημασία της λειτουργεί ως αντικίνητρο για την Τουρκία ή άλλους πληρεξουσίους της να αμφισβητήσουν την ασφάλεια της χώρας.
Η Ελλάδα έχει μπροστά της ένα μοναδικό παράθυρο ευκαιρίας να μετατραπεί από «προβληματική χώρα της Ευρώπης» σε στρατηγικό ρυθμιστή της Μεσογείου, αποκτώντας οικονομική, ενεργειακή και πολιτική ισχύ. Αν η Ελλάδα κινηθεί αποφασιστικά, μπορεί να διαμορφώνει τη γεωπολιτική-γεωοικονομική ατζέντα, ενισχύοντας το ΑΕΠ της, προσελκύοντας επενδύσεις και αποκτώντας ρόλο που θα επηρεάζει όχι μόνο την Ευρώπη, αλλά και την παγκόσμια ισορροπία. Ίσως, εάν επικρατήσει η σοφία στις αποφάσεις να ήρθε η ώρα η Ελλάδα να παίξει τον αναπτυξιακό ρόλο που πολλές φορές είχε στην μακρά ιστορία της από την Μινωική εποχή.
* Ο Γιώργος Ατσαλάκης είναι Οικονομολόγος, Αναπληρωτής Καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης Εργαστήριο Επιστημονικών Δεδομένων.
