Αγροβολταϊκά: Γιατί οι παραγωγοί κρατούν μικρό καλάθι για το νέο νομοσχέδιο

Αγροβολταϊκά: Γιατί οι παραγωγοί κρατούν μικρό καλάθι για το νέο νομοσχέδιο

Με επιφυλάξεις υποδέχεται ο αγροτικός κόσμος το νέο πλαίσιο στήριξης για τα αγροβολταϊκά που προωθεί η κυβέρνηση μέσω του ενεργειακού νομοσχεδίου, το οποίο βρίσκεται προς ψήφιση στη Βουλή.

Παρότι η ιδέα των εγκαταστάσεων που επιτρέπουν ταυτόχρονα καλλιέργεια και παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας παρουσιάζεται ως «εργαλείο» ενεργειακής αυτονομίας για τον πρωτογενή τομέα, οι άνθρωποι της αγοράς και οι αγροτικοί φορείς κρατούν –όπως λένε– μικρό καλάθι για το αν θα μπορέσει να περπατήσει στην πράξη.

Στον πυρήνα της συζήτησης βρίσκεται η τιμή αποζημίωσης. Η ταρίφα των 65 ευρώ ανά μεγαβατώρα, που προβλέπεται στο υπό συζήτηση πλαίσιο, χαρακτηρίζεται από τους αγρότες χαμηλή σε βαθμό που δεν «βγαίνει» η επένδυση.

Ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Αγροτικών Φωτοβολταϊκών (ΠΣΑΦ) έχει επισημάνει ότι η αποζημίωση θα έπρεπε να είναι πιο κοντά στο κόστος που πληρώνουν οι αγρότες για το ρεύμα, ώστε να λειτουργεί ως πραγματική αντιστάθμιση και όχι ως οριακό κίνητρο.

Το δεύτερο μεγάλο «αγκάθι» είναι το κόστος εγκατάστασης. Τα αγροβολταϊκά δεν μοιάζουν με τα κλασικά φωτοβολταϊκά πάρκα. Απαιτούν ειδική κατασκευή, καθώς τοποθετούνται σε ύψος περίπου 2,1 μέτρων πάνω από το έδαφος για να μπορεί να συνεχιστεί η καλλιεργητική δραστηριότητα από κάτω.

Αυτή η τεχνική προδιαγραφή ανεβάζει σημαντικά το κόστος, αφού οι βάσεις και οι υποδομές στήριξης είναι ακριβότερες. Με άλλα λόγια, το capex είναι υψηλότερο, ενώ η προβλεπόμενη ταρίφα δεν ακολουθεί την ίδια «λογική» ενίσχυσης.

Παράλληλα, αντιδράσεις προκαλεί η απαγόρευση εγκατάστασης σε γη υψηλής παραγωγικότητας. Οι αγρότες μιλούν για «φάουλ» που στην πράξη αποκλείει τους πραγματικούς παραγωγούς, καθώς αυτοί δραστηριοποιούνται κατά κανόνα σε εύφορες, αρδευόμενες εκτάσεις. Αντίθετα, η άγονη γη που μένει διαθέσιμη είναι πολλές φορές ξηρική, χωρίς άρδευση, γεγονός που γεννά ένα εύλογο ερώτημα: ποια καλλιέργεια μπορεί ρεαλιστικά να σταθεί εκεί ώστε να υπηρετείται ο διττός στόχος «ρεύμα και παραγωγή».

Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η κριτική για τη δυνατότητα συμμετοχής τρίτων νομικών ή φυσικών προσώπων μέσω μίσθωσης της γης για το ενεργειακό σκέλος.

Αγροτικές οργανώσεις και παράγοντες της αγοράς φοβούνται ότι, αντί να ενισχυθεί η αγροτική οικονομία, το νέο σχήμα ενδέχεται να λειτουργήσει ως «πύλη» για μεγαλύτερους παίκτες των ΑΠΕ, οι οποίοι διαθέτουν την κλίμακα και τη χρηματοδοτική άνεση να υλοποιήσουν αγροβολταϊκά με όρους κερδοφορίας.

Την καχυποψία τροφοδοτεί και το «βαρύ» προηγούμενο του προγράμματος «Φωτοβολταϊκά στο Χωράφι». Παρότι ως δικαιούχοι εντάχθηκαν πάνω από 3.000 αγρότες, περίπου 350 κατέθεσαν τελικά αίτηση σύνδεσης στον ΔΕΔΔΗΕ, με βασικό λόγο τα εμπόδια που σχετίστηκαν με τη δυνατότητα έγχυσης/ένταξης της παραγωγής στο δίκτυο.

Η εμπειρία αυτή έχει αφήσει πίσω της την αίσθηση ότι η πρόθεση δεν αρκεί, αν το πλαίσιο δεν είναι σχεδιασμένο για τις πραγματικές συνθήκες της υπαίθρου.

Το ερώτημα πλέον είναι αν το νέο νομοσχέδιο θα διορθωθεί ώστε να γίνει ελκυστικό και εφαρμόσιμο ή αν οι ενστάσεις των αγροτών θα επιβεβαιωθούν, οδηγώντας σε ένα ακόμη μέτρο που θα μείνει στα χαρτιά.