Ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι τάσεις στο χώρο των σιτηρών στη Ελλάδα

Ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι τάσεις στο χώρο των σιτηρών στη Ελλάδα

Βιώνοντας μια κατάσταση πρωτοφανούς πληθωρισμού, βλέπουμε ότι τα προϊόντα διατροφής κρατάνε τα σκήπτρα στο ράλι των τιμών. Τα άλευρα ως ένα από τα σημαντικότερα είδη διατροφής δεν μένει ανεπηρέαστο από αυτή την κούρσα, καθώς ένα μεγάλο ποσοστό μαλακών σιτηρών προέρχεται από τη Ρωσία και την Ουκρανία, τον γνωστό σιτοβολώνα της Ευρώπης, με αποτέλεσμα να παρατηρούνται μεγάλες αυξήσεις.

Ήδη τα καλοκαιρινά συμβόλαια, σε συνδυασμό με την εκτεταμένη ανομβρία, που πλήττει τον ευρωπαϊκό και ελληνικό χώρο και τη σχεδόν μηδενική παραγωγή της Ουκρανίας, αλλά και τον περιορισμό των εξαγωγών από την Ινδία, προμηνύουν τιμές κοντά στα διπλάσια επίπεδα, από τα αντίστοιχα προ του πολέμου, με τα σκληρά σιτηρά να διαπραγματεύονται κοντά στα 500€/tn, τα μαλακά σιτηρά στα 450€/tn και τα καλαμπόκια ως βασική ζωοτροφή στα 375€/tn.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης οι ανάγκες της Ελλάδας στα μαλακά σιτηρά, ανέρχονται ετησίως στους 900.000 tn ενώ από τις δύο χώρες που εμπλέκονται στη σύρραξη, προέρχονται μέσω εισαγωγών οι 250.000 tn. H Ελλάδα καλύπτει μέσω της δικής της παραγωγής, μόλις το 10% των αναγκών της σε μαλακά σιτηρά. Η αλλαγή της παραγωγής από μαλακά σε σκληρά σιτηρά, είχε ξεκινήσει μετά το 1984. Σαν αποτέλεσμα υπάρχει υπερεπάρκεια σε σκληρά σιτηρά.

Αν και η αυξανόμενη ζήτηση, φαινόταν να συντηρεί το ράλι των τιμών, ήδη παρατηρούνται τα πρώτα σημάδια κόπωσης και στασιμότητας. Κοινό μυστικό στον κλάδο των παραγωγών, είναι τα αυξημένα έξοδα καλλιέργειας, λόγω κυρίως των καυσίμων και των λιπασμάτων. Οι αγρότες οδηγούνται σε επώδυνες λύσεις, όπως για παράδειγμα να μη ρίξουν λίπασμα στα χωράφια τους, πράγμα που συνεπάγεται μειωμένες και μη ποιοτικές παραγωγές, είτε να μη σπείρουν για την καλοκαιρινή περίοδο, που αυτή αφορά κατά κύριο λόγο τις ζωοτροφές. Οι κτηνοτρόφοι με την σειρά τους φαίνεται να μην μπορούν να αναπληρώσουν το ζωικό κεφάλαιο που φεύγει προς κατανάλωση, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος μείωσης της προσφοράς, πράγμα που αναμένεται να εξομαλυνθεί στη νέα καλλιεργητική περίοδο, που ξεκινά με τα πρωτοβρόχια.

Παράλληλα, οι επιχειρήσεις μικρής οικονομικής κλίμακας που δραστηριοποιούνται στη μεταποίηση αγροτικών προϊόντων, τηρούν στάση καλοκαιρινής αναμονής ή σχεδιάζουν να μειώσουν την παραγωγή τους, καθώς θεωρούν ότι οι τιμές τους θα ξεπεράσουν τα «ανεκτά επίπεδα στο ράφι» με αποτέλεσμα να καθίστανται ασύμφορα τα προϊόντα τους, για τους καταναλωτές.

Παρατηρείται, λοιπόν, μία στάση αναμονής σε ολόκληρη την εφοδιαστική αλυσίδα, ενώ οι φούρνοι κάνουν λόγο για μείωση της κατανάλωσης του ψωμιού γύρω στο 20%, με τη μείωση να αυξάνεται στα υπόλοιπα προϊόντα που πλαισιώνουν τα μαγαζιά, γεγονός που οφείλεται στην μείωση των εισοδημάτων. Ήδη γίνεται λόγος για ανακατατάξεις στον χώρο της αρτοποιίας. Παρατηρούνται μάλιστα και τα πρώτα «λουκέτα», στους μη έχοντες χρονικά περιθώρια αναμονής και ελπίδες ανάκαμψης.

Αν και δεν παρατηρούνται ελλείψεις, η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος σε συνδυασμό με την υψηλή φορολογία τείνει να προκαλέσει ασφυξία σε όλο το φάσμα της εφοδιαστικής αλυσίδας, με τους αγρότες να δυσκολεύονται περισσότερο, καθώς οι τιμές στις περισσότερες περιπτώσεις καθορίζονται από τους αγοραστές των προϊόντων τους.

Στα θετικά νέα, σύμφωνα με στοιχεία από τη αγορά των μικρών αρτοποιών, εμφανίζεται μείωση της τιμής του ηλιέλαιου της τάξης του 12,5% από τα υψηλά του, καθώς και του λευκού αλεύρου στο 10%. Αναμένουμε λοιπόν ευρεία αποκλιμάκωση των τιμών καθώς δεν έχουν παρατηρηθεί φαινόμενα συντήρησης αυτών των τιμών για εξαιρετικά μεγάλες χρονικές περιόδους, με εξαίρεση την περίοδο του 2008.

(*) Ο Χρήστος Αθανασόπουλος είναι επιχειρηματίας, ιδιοκτήτης του Αγροκτήματος Αθανασόπουλου στη Ναύπακτο. https://www.aleyri.gr/