Γιατί η έξοδος από τη μεταμνημονιακή περίοδο δεν φέρνει δημοσιονομική χαλάρωση

Γιατί η έξοδος από τη μεταμνημονιακή περίοδο δεν φέρνει δημοσιονομική χαλάρωση

H Ελλάδα θα λάβει τον Ιούνιο το πράσινο φως για την ολοκλήρωση της μεταμνημονιακής εποπτείας και από τις 20 Αυγούστου θα κλείσει έναν ακόμη πολυετή κύκλο λογοδοσίας στους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Και εύλογα αναρωτιέται η κοινή γνώμη: Σημαίνει αυτό ότι θα επιστρέψει η 13η και η 14η σύνταξη; Θα αρχίσουν οι αθρόες προσλήψεις στο δημόσιο; Θα καταργηθούν με έναν νόμο και ένα άρθρο οι μνημονιακοί νόμοι που άλλαξαν τη ζωή εκατομμυρίων Ελλήνων; Σε όλα τα ερωτήματα που προαναφέρθηκαν, η απάντηση είναι «όχι». Το ότι η Ελλάδα θα κλείσει τον δεύτερο μνημονιακό κύκλο (μετά τον μνημονιακό της περιόδου 2010-2018 και το μεταμνημονιακό της περιόδου 2018-2022) δεν σημαίνει ότι θα πάψει να έχει την υποχρέωση παραγωγής πρωτογενών πλεονασμάτων.

Και μάλιστα αρκετά υψηλών ήδη από το 2023 καθώς η «ρήτρα διαφυγής» θα διατηρηθεί μεν και το επόμενο έτος αλλά θα χωρίσει τις χώρες της Ευρώπης σε δύο ταχύτητες: Αυτές που έχουν υψηλό χρέος (εκεί είναι η Ελλάδα) και αυτές που δεν έχουν. Τι λοιπόν αλλάζει πρακτικά για την Ελλάδα; Καταρχήν, είναι μια ακόμη κίνηση στην κατεύθυνση της βελτίωσης της εικόνας τα χώρας. Μια κίνηση που μπορεί να μας φέρει ακόμη πιο κοντά στην ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας καθώς η χώρα εμφανίζεται να τηρεί τις δεσμεύσεις της.

Και αυτό είναι το ζητούμενο και για την επόμενη περίοδο: να εξακολουθήσει να τηρεί τις δεσμεύσεις της γνωρίζοντας ότι για το επόμενο χρονικό διάστημα η οικονομία θα εξακολουθήσει να βρίσκεται στο μικροσκόπιο και των θεσμών (και μέσα από τη διαδικασία του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου και μέσα από τη διαδικασία του Ταμείου Ανάκαμψης και μέσα από τη διαδικασία του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας που παραμένει ο μεγαλύτερος δανειστής μας) αλλά - κυρίως - των αγορών.

Ο δημοσιονομικός στόχος που θα κληθεί να επιτύχει η Ελλάδα το 2023 δεν έχει οριστικοποιηθεί ακόμη. Μέσα στο καλοκαίρι θα γίνουν πολλές συζητήσεις επ' αυτού. Ωστόσο, το γεγονός ότι στο αναθεωρημένο πρόγραμμα σταθερότητας η Ελλάδα βάζει στόχο το πρωτογενές πλεόνασμα του 1,1% του ΑΕΠ δεν μπορεί να θεωρηθεί τυχαίο. Άρα, για το επόμενο έτος, μας περιμένει μια πρώτης τάξεως δημοσιονομική προσαρμογή καθώς από το έλλειμμα του 2% φέτος, θα πρέπει να φτάσουμε στο πλεόνασμα του 1,1%.

Και μέσα σε αυτό το πλεόνασμα θα πρέπει να «χωρέσει» και η κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης, και η διατήρηση των χαμηλών ασφαλιστικών εισφορών και η επικείμενη αύξηση των συντάξεων. Σε απλά μαθηματικά: από το έλλειμμα των 4 δισ. ευρώ θα πρέπει να φτάσουμε σε πλεόνασμα άνω των 2,5 δισ. ευρώ χρηματοδοτώντας και πρόσθετα μέτρα στήριξης που μπορεί να ξεπεράσουν τα 3 δισ. ευρώ. Δεν είναι και εύκολη η εξίσωση. Κάτι που σημαίνει ότι ο καθένας μπορεί να χτίσει πάνω στους αριθμούς όποιο πολιτικό σενάριο θέλει: Από εκλογές το φθινόπωρο μέχρι εξάντληση της τετραετίας.