Επιβεβαιώνει το "CCC" της Ελλάδας η Fitch

Επιβεβαιώνει το "CCC" της Ελλάδας η Fitch

Τη μακροπρόθεσμη αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας σε “CCC” επιβεβαίωσε ο οίκος αξιολόγησης Fitch. Παράλληλα, διατήρησε το βραχυπρόθεσμο IDR τοπικού και ξένου νομίσματος σε "C" , όπως επίσης και την αξιολόγηση του βραχυπρόθεσμου χρέους σε "C".

Ειδικότερα, όπως σημειώνει η Fitch, η ελληνική κυβέρνηση συμμορφώνεται σε πολύ μεγάλο βαθμό με τους όρους του προγράμματος που έχει θέσει ο ESM. Η δεύτερη αξιολόγηση του προγράμματος παραμένει ανολοκλήρωτη και υπάρχουν ακόμα διαφωνίες μεταξύ των ευρωπαίων δανειστών της χώρας και του ΔΝΤ σχετικά με τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.

Η καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης αυξάνει τον κίνδυνο να υπονομευτεί η πρόσφατη οικονομική ανάκαμψη που σημειώθηκε στη χώρα, εξαιτίας της υποχώρησης της εμπιστοσύνης ή της δημιουργίας ληξιπρόθεσμων οφειλών της ελληνικής κυβέρνησης απέναντι στον ιδιωτικό τομέα.

Παράλληλα, όπως τονίζει η Fitch, η ελληνική κυβέρνηση συμφωνεί με το ΔΝΤ ότι απαιτείται περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους, αλλά διαφωνεί με τη θέση του Ταμείου σχετικά με την προνομοθέτηση μέτρων αυτόματης δημοσιονομικής διόρθωσης σε περίπτωση που δεν πετύχει τους στόχους του πρωτογενούς πλεονάσματος που έχουν τεθεί.

Όπως αναφέρει ο οίκος αξιολόγησης, η τρέχουσα καθυστέρηση οφείλεται περισσότερο στη διαφωνία μεταξύ των πιστωτών και προσθέτει πως οι σχέσεις μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και των πιστωτών έχουν διατηρηθεί σε αρκετά σταθερή βάση από τότε που συμφωνήθηκε το πρόγραμμα του ESM.

Σημαντικό στοιχείο της ανακοίνωσης της Fitch για την Ελλάδα είναι η εκτίμηση του οίκου αξιολόγησης πως οι ευρωπαίοι είναι προετοιμασμένοι να εκταμιεύσουν κεφάλαια χωρίς τη συμμετοχή του ΔΝΤ, καθώς η ελληνική κυβέρνηση έχει συμμορφωθεί ικανοποιητικά με τους όρους του προγράμματος του ESM.

Ένας άλλος λόγος είναι η επιθυμία να αποφευχθεί μια ελληνική πολιτική κρίση σε ένα ήδη “γεμάτο” έτος εκλογών στην Ευρώπη. Ωστόσο, οι καθοδικοί κίνδυνοι παραμένουν και ένα αρνητικό σοκ σε σχέση με την ολοκλήρωση της β'' αξιολόγησης και την καταβολή της επόμενης δόσης δεν μπορεί να αποκλειστεί, προσθέτει η Fitch.

Σύμφωνα με το βασικό σενάριο της Fitch η συμφωνία θα επιτευχθεί. Αυτό σημαίνει όμως πως η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να υιοθετήσει επιπλέον δημοσιονομικά μέτρα, τα οποία θα ενισχύσουν τον κίνδυνο πρόωρων εκλογών καθώς η λεπτή κοινοβουλευτική πλειοψηφία του ΣΥΡΙΖΑ καθιστά δυσκολότερη για την κυβέρνηση τη διατήρηση επαρκούς στήριξης για αντιλαϊκά μέτρα. Ο βαθμός στον οποίο ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας θα συνεχίσει να είναι σε θέση να βασίζονται σε ψήφους από τα κεντρώα κόμματα είναι ασαφής.

Ωστόσο, η Fitch σημειώνει πως οι πρόωρες εκλογές δεν αποτελούν βασικό της σενάριο, καθώς ο Αλέξης Τσίπρας θα προσπαθήσει να τις αποφύγει. Επίσης, σημειώνει πως οι πρόωρες εκλογές θα παρέχει μια πρόσθετη πηγή αβεβαιότητας που ενδέχεται να υπονομεύσει την πρόσφατη οικονομική ανάκαμψη.

Ο οίκος αξιολόγησης προχώρησε παράλληλα σε ανοδική αναθεώρηση των εκτιμήσεών του για την ανάπτυξη του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος σε 2,5% και 3% το 2017 και 2018 από 1,8% και 2,2% αντίστοιχα.

Όσον αφορά το δημοσιονομικό πλεόνασμα του 2016, η Fitch εκτιμά πως θα διαμορφωθεί στο 2,5% του ΑΕΠ, υψηλότερα από το στόχο του προγράμματος του ESM για 0,5% και ως αποτέλεσμα αυτό θα κάνει το στόχο του 2017 (για 1,75%) ευκολότερο. Ωστόσο, ο στόχος του 2018 για 3,5% παραμένει πρόκληση.

Στον τραπεζικό κλάδο, τονίζει η Fitch, η εμπιστοσύνη παραμένει εύθραυστη, με την βάση των καταθετών επιρρεπή στην αστάθεια. Έχοντας μειωθεί κατά 27% μεταξύ του Σεπτεμβρίου 2014 και Ιουλίου 2015, οι καταθέσεις των ιδιωτών με δυσκολία ανακάμπτουν, ενώ από τη χαλάρωση των capital controls τον Ιούλιο του 2016, η εισροή των καταθέσεων διατηρείται αδύναμη. Οι καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης του προγράμματος ενδεχομένως να θέσουν επιπλέον πιέσεις στην εμπιστοσύνη των επενδυτών.

Τέλος, η Fitch επισημαίνει πως βασική πρόκληση για τον τραπεζικό τομέα αποτελεί η αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (ΝΡΕs), που παραμένουν σε υψηλά επίπεδα και συγκεκριμένα στο 45,2% των χορηγήσεων.