Αυτή την οικονομία παραδίδει ο κ. Τσίπρας

Αυτή την οικονομία παραδίδει ο κ. Τσίπρας

Του Γιώργου Φιντικάκη

Κερασάκι στην τούρτα αποτελεί το καμπανάκι Στουρνάρα για δημοσιονομικό εκτροχιασμό της χώρας και αρνητικές εξελίξεις στην οικονομία, καθώς επιβεβαιώνεται καθημερινά από τα επίσημα στατιστικά, όσο και αν ο κ. Τσίπρας επιχειρεί να παρουσιάσει μια άλλη εικόνα, κατηγορώντας τον κεντρικό τραπεζίτη για «μπακαλίστικη λογική».

Τα νούμερα φωνάζουν από μακριά ότι η οικονομία κινείται στη λάθος κατεύθυνση, καθώς έρχονται να προστεθούν στο "πάγωμα" που προκάλεσε αρχές Ιουνίου η δημοσιοποίηση της ΕΛΣΤΑΤ για ανάπτυξη μόλις 1,3% στο πρώτο τρίμηνο, για να τη διαδεχθεί αμέσως μετά η "ψυχρολουσία" από την έκθεση της Κομισιόν.

Στην πράξη ο Ι.Στουρνάρας προδίκασε το αναμενόμενο μιλώντας για δημοσιονομική «τρύπα» 1,1 δισ ευρώ για το 2019 και τις σοβαρές προκλήσεις που συνεχίζει να αντιμετωπίζει η οικονομία, ενισχύοντας τις φωνές όσων προειδοποιούν για τον κίνδυνο οι πολλές νάρκες να «σκάνε» ανά πάσα στιγμή ως βραδυφλεγείς βόμβες στα χέρια της επόμενης κυβέρνησης. Στα δημοσιονομικά όπου το υπερπλεόνασμα κατά την Κομισιόν είναι ως ένα βαθμό προϊόν δημιουργικής λογιστικής, στα κόκκινα δάνεια όπου λύση δεν έρχεται, στο επιχειρηματικό περιβάλλον που δεν λέει να βελτιωθεί, στις υποδομές όπου οι ΔΕΚΟ είναι βραχυκυκλωμένες.

Στον απόηχο των παραπάνω μια σειρά από ενδείξεις για την πορεία του δεύτερου τριμήνου, εντείνουν τις ανησυχίες ότι η χρονιά θα κλείσει αρκετά μακριά από τις κυβερνητικές προβλέψεις για άνοδο 2,3%. Ιδού οι κυριότερες, μέσα από τα ίδια τα επίσημα στοιχεία, της τελευταίας εβδομάδας:

Εξασθενεί η δυναμική των εξαγωγών, καθώς μειώθηκαν κατά 0,7%, έναντι αύξησης 11,1% το ίδιο τρίμηνο πέρυσι.
Ταχύτερα αναπτύσσονται οι εισαγωγές, καθώς αυξήθηκαν 9,5% έναντι πτώσης 7,5% πέρυσι. Σαν αποτέλεσμα η «τρύπα» στο εμπορικό ισοζύγιο μεγάλωσε κατά 111 εκατ. ήτοι 8,4%, διευρύνοντας το έλλειμμα. 

Στασιμότητα δείχνει η βιομηχανική παραγωγή τον Απρίλιο καθώς παρουσίασε μείωση 0,8% έναντι αύξησης 2% πέρυσι.
Μηδενική ήταν η αύξηση του πληθωρισμού τον ίδιο μήνα, εικόνα που μόνο ανάπτυξη δεν υποδηλώνει, καθώς αυξήθηκε οριακά κατά 0,2% έναντι 0,5% τον Μάρτιο, παραπέμποντας σε αποπληθωρισμό.

Κόπωση δείχνει η πορεία των φορολογικών εσόδων, καθώς τα φρέσκα ληξιπρόθεσμα χρέη ανήλθαν στο πρώτο τετράμηνο στα 2,9 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 2,73 δισ. αφορούν φόρους. Εντύπωση μάλιστα προκαλεί ότι αυξήθηκε κατά 9.144 ο αριθμός όσων χρωστούν από 10.000 έως 100.000 ευρώ, φτάνοντας πλέον στους 254.970 φορολογουμένους. Κάτι οι προσδοκίες ότι στη ρύθμιση των 120 δόσεων θα προστεθούν και οι οφειλές του 2019, κάτι που δεν επιβεβαιώθηκε, κάτι τα απλήρωτα πρόστιμα και η γενικότερη εξάντληση των φορολογουμένων, όλα αυτά μαζί εκτόξευσαν τις ληξιπρόθεσμες οφειλές των φορολογουμένων σε λίγο κάτω από τα 3 δισ ευρώ. 

Την οικονομία αυτή παραδίδει η παρούσα κυβέρνηση, με τα στοιχεία της Eurostat που δημοσιεύτηκαν τελευταίως, όπως και μελετών ξένων οίκων, να αναδεικνύουν τη δύσκολη εξίσωση που καλείται αυτή να λύσει για να προσελκύσει επενδύσεις, να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα, να τονώσει την απασχόληση. Κι αυτό καθώς:
 
Αύξηση μόλις 0,2% παρουσίασε το ΑΕΠ στο πρώτο τρίμηνο του έτους έναντι του προηγούμενου τριμήνου, όταν χώρες που θεωρούνται άμεσοι ανταγωνιστές της Ελλάδας στην προσέλκυση επενδύσεων, έτρεξαν και πάλι, με πολλαπλάσιο ρυθμό. Με 1,2% η Βουλγαρία, 0,9% η Κύπρος, 0,5% η Πορτογαλία, 1,3% η Ρουμανία, 0,8% η Σλοβενία, 0,9% η Σλοβακία.

Τα ποσοστά απασχόλησης στην Ελλάδα, βρίσκονταν στα τέλη του 2018 στο 59,5% ως ποσοστό του συνολικού πληθυσμού ηλικίας 20 έως 64 ετών, σύμφωνα με την Eurostat. Είναι μακράν το πιο χαμηλό ποσοστό, όχι μόνο στο σύνολο της Ευρωπαικής Ενωσης, αλλά τόσο ανάμεσα σε πρώην μνημονιακές χώρες, όσο κυρίως στην γειτονιά μας, αυτήν της Αν.Ευρώπης. Στην Πορτογαλία το αντίστοιχο ποσοστό κινείται στο 75,4%, στην Ιρλανδία στο 74,1%, στην Κύπρο στο 73,9%, και στην ΕΕ 73,2%. Στη Βουλγαρία κινείται στο 72,4%, στη Σλοβακία είναι 72,4%, στη Σλοβενία 75,4%, στη Ρουμανία 69,9%, και στην Κροατία 65,2%.

Πέντε μόνο αναπτυσσόμενες χώρες με σοβαρά προβλήματα, και συγκεκριμένα τη Βραζιλία, την Κροατία, την Αργεντινή, την Μογγολία και την οικονομικά κατεστραμμένη Βενεζουέλα, ξεπερνά η Ελλάδα στην φετινή λίστα παγκόσμιας ανταγωνιστικότητας (IMD). Τον τελευταίο χρόνο, η Ελλάδα κατάφερε να χάσει μια ακόμη θέση στην παγκόσμια κατάταξη ανταγωνιστικότητας, υποχωρώντας από την 57η μεταξύ 63 χωρών, στην 58η, και ξεπερνώντας μόνο χρεοκοπημένα κράτη με οικονομίες σε βαθιά κρίση, όπου καλπάζει η φτώχεια, και ενώ κάποια εκ των οποίων εξαρτώνται από τα δάνεια του ΔΝΤ.