Δύο θέσεις έχασε η Ελλάδα στην παγκόσμια λίστα ανταγωνιστικότητας

Δύο θέσεις έχασε η Ελλάδα στην παγκόσμια λίστα ανταγωνιστικότητας

Του Κώστα Μήλα

Τις δυσκολίες που καλείται να αντιμετωπίσει η ελληνική οικονομία, αλλά και το κόστος της μακράς προεκλογικής περιόδου καθ' όλο το πρώτο εξάμηνο του έτους, αποτυπώνει η ετήσια έκθεση Global Competitiveness Report του «World Economic Forum» για το 2019, που δείχνει ότι η ανταγωνιστικότητα της χώρας υποχώρησε κατά δύο θέσεις.

Σύμφωνα με αυτήν, η Ελλάδα κατατάσσεται στην 59η θέση μεταξύ 141 χωρών έναντι της 57ης θέσης (μεταξύ 140 χωρών) που είχε στην περυσινή έκθεση, και φυσικά συνεχίζει να υπολείπεται σημαντικά από τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Περιφέρειας (Ιρλανδία, Ιταλία, Πορτογαλία, Ισπανία και Κύπρο).

Στην πρώτη πεντάδα βρίσκονται οι Σιγκαπούρη, ΗΠΑ, Χονγκ Κονγκ, Ολλανδία και Ελβετία ενώ η Μεγάλη Βρετανία, η οποία, όπως εξήγησα πρόσφατα, «φλερτάρει» με την οικονομική ύφεση και το άτακτο Brexit υποχώρησε στην 9η θέση από την 8η πέρυσι.

H Ελλάδα καταλαμβάνει την 115η θέση στην κατηγορία χρηματοπιστωτικό σύστημα (σε σχέση με την 114η θέση πέρυσι) κάτι στο οποίο βαραίνει σημαντικά η υποκατηγορία μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Εκεί, λοιπόν, η Ελλάδα καταλαμβάνει την 138η θέση, μία θέση παρακάτω από την 137η θέση το 2018.

Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, στο 42,2% του συνόλου των δανείων το πρώτο τρίμηνο του 2019, εξακολουθούν να αποτελούν «βαρίδι» για την ελληνική οικονομία καθώς περιορίζουν τις δυνατότητες των τραπεζών να χορηγήσουν νέα επιχειρηματικά (και καταναλωτικά) δάνεια, και, σε τελική ανάλυση, υπονομεύουν όχι μόνο τις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας αλλά και την προοπτική πιστοληπτικών αναβαθμίσεων που θα μπορούσαν να επαναφέρουν την χώρα μας στην επενδυτική βαθμίδα.

Όσον αφορά τα μακροοικονομικά μεγέθη και δη την δυναμική του χρέους, η Ελλάδα καταλαμβάνει την 64η θέση, σε σχέση με την 99η θέση πέρυσι.

Παρά την σημαντική μας βελτίωση στη δυναμική του χρέους, το υψηλό χρέος (στο 180% περίπου του ελληνικού ΑΕΠ) παραμένει άλλο ένα «βαρίδι» της ελληνικής οικονομίας το οποίο λαμβάνεται σοβαρά υπόψιν από τους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης κάτι που εξηγεί, ταυτόχρονα με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, γιατί η Ελλάδα, παρά τις θετικές οικονομικές προσδοκίες που δημιούργησε η κυβέρνηση Μητσοτάκη, δεν έχει ακόμα «γνωρίσει» πιστοληπτικές αναβαθμίσεις.

Υπό αυτές τις συνθήκες, δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη πρόσφατο δημοσίευμα του βρετανικού Economist το οποίο προτείνει ελάφρυνση χρέους με αντάλλαγμα θεσμικές μεταρρυθμίσεις.

Πράγματι, η Ελλάδα βαθμολογείται χαμηλά και ως προς τους θεσμούς, ήτοι στην 85η θέση. Είμαστε κάπως καλύτερα σε σχέση με την 87η θέση πέρυσι, αλλά μία θέση κάτω από την...Βόρεια Μακεδονία! Υπενθυμίζω ότι η ποιότητα των θεσμών είναι αυτό που εξετάζουν οι επίδοξοι επενδυτές προτού αποφασίσουν να τοποθετηθούν σε μια χώρα.

Στην κατηγορία του επιχειρηματικού δυναμισμού καταλαμβάνουμε την 76η θέση (σε σχέση με την 72η θέση πέρυσι). Ενδιαφέρον έχει επίσης ο δείκτης για τις ημέρες εντός των οποίων ξεκινά μια επιχείρηση τη λειτουργία της. Ενώ στην Πορτογαλία αρκούν 6,5 ημέρες, στην Ελλάδα χρειάζονται 12,5 ημέρες (75η θέση), όσες και στην Ισπανία. Όσον αφορά την απόδοση του Δημοσίου τομέα, η χώρα μας αναβαθμίζεται στην 92η θέση (σε σχέση με την 115η θέση πέρυσι).

Παρά το ότι η Ελλάδα βελτιώνει, κάπως, την απόδοση του Δημοσίου τομέα, η γενική εικόνα της ανταγωνιστικότητας είναι στάσιμη. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να τρέξουμε πολύ πιο γρήγορα έτσι ώστε να δημιουργήσουμε τις κατάλληλες συνθήκες για ένα ισχυρό επενδυτικό boom.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει εξαγγείλει την μείωση του φορολογικού συντελεστή των επιχειρήσεων από το 28% σήμερα στο 20% εντός διετίας (όταν ο μέσος φορολογικός συντελεστής των επιχειρήσεων στις χώρες του ΟΟΣΑ βρίσκεται στο 23,5%). Πολύ θετικό το συγκεκριμένο μέτρο, αλλά οι επίδοξοι επενδυτές θα πρέπει να συναναστραφούν (και) με το ελληνικό κράτος.

Συνεπώς, ότι και να τους δηλώσει, για παράδειγμα, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μ. Πομπέο (ο οποίος μας επισκέφθηκε πρόσφατα), θα επενδύσουν τα μέγιστα στη χώρα μας μόνο εάν πεισθούν ότι η Ελλάδα βελτιώνει σημαντικά την ανταγωνιστική της εικόνα διεθνώς.

* Ο Κώστας Μήλας είναι καθηγητής Χρηματοοικονομικών, University of Liverpool

AP Photo/Petros Giannakouris