Η πραγματικότητα της τουρκικής απειλής και η βολική εξήγηση περί «εσωτερικής κατανάλωσης»

Η πραγματικότητα της τουρκικής απειλής και η βολική εξήγηση περί «εσωτερικής κατανάλωσης»

Από το 2014 έως το 2018 στην Τουρκία έγιναν 3 προεδρικές εκλογές, 4 βουλευτικές εκλογές και 1 δημοψήφισμα, στα οποία νικητής αναδείχθηκε ο πρόεδρος Ερντογάν ο οποίος ήδη κυβερνούσε τη χώρα από το 2002. Στη διάρκεια της περιόδου από το 2018 μέχρι και σήμερα ήταν ίσως η πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια που η Τουρκία δεν είχε κάποια εκλογική διαδικασία.

Κι όμως στο διάστημα αυτό η Τουρκία προχώρησε στη σύλληψη και υλοποίηση του Τουρκολιβυκού Μνημονίου, θεμελίωσε το Δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας», προχώρησε μονομερώς και αυθαίρετα στη χάραξη των εξωτερικών ορίων αυτού που θεωρεί δική της Υφαλοκρηπίδα στην Ανατολική Μεσόγειο και τέλος διαμόρφωσε την τελευταία ακραία διεκδίκηση της εναντίον της Ελλάδας συνδέοντας τη συνέχιση της ελληνικής κυριαρχίας στα νησιά του Αιγαίου με την απαίτηση αφοπλισμού τους.

Όλα αυτά προφανώς δεν έγιναν για προεκλογικούς σκοπούς ή για να καλυφθούν επικοινωνιακές ανάγκες του Τ. Ερντογάν και για εσωτερική κατανάλωση. Ο τουρκικός επεκτατισμός και αναθεωρητισμός εξυπηρετούν την καλλιέργεια του εθνικιστικού φρονήματος το οποίο έχει ανάγκη ο κάθε Τούρκος ηγέτης, όμως δεν είναι το αποτέλεσμα, αλλά είναι η αιτία, της ισλαμοεθνικσιτικής στροφής της Τουρκίας και της προσπάθειας για ανάδειξη της σε μια «ανεξάρτητη» περιφερειακή δύναμη.

Δυστυχώς, διαχρονικά όλες οι πολιτικές ηγεσίες της Ελλάδας υποκύπτουν στον πειρασμό να αποδίδουν τόσο την επιθετική ρητορική όσο και τις επιθετικές ενέργειες της Τουρκίας στην ανάγκη να κερδηθεί το «εσωτερικό ακροατήριο», να ερεθιστεί το εθνικιστικό ένστικτο των ψηφοφόρων και να υπάρξει συσπείρωση τους ενόψει των εκάστοτε εκλογών.

Αυτή είναι πάντοτε μια βολική και εύκολη θεώρηση της Τουρκίας, που δεν επιβάλει άμεσες αντιδράσεις και σχεδιασμό μακροχρόνιας στρατηγικής και δικαιολογεί ενίοτε τη στωικότητα απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα.

Επίσης, όπως συνέβη και στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ, το παζάρι του Ερντογάν που προφανώς δεν απέδωσε όσα επεδίωκε, αλλά του έδωσε πάντως όσα μπορούσε να πάρει, στην Ελλάδα έδωσε την ευκαιρία για μια αντιπαράθεση εντελώς παραπλανητική. Η αντιπολίτευση ασκώντας κριτική για τα «κέρδη» του Ερντογάν έριξε την κυβέρνηση στην παγίδα, ώστε να απολογείται για τις παραχωρήσεις που έκαναν οι Σουηδοί και Φιλανδοί και το ραντεβού και τις υποσχέσεις που προσέφερε ο πρόεδρος Μπάιντεν. Λες και η όποια ελληνική κυβέρνηση θα μπορούσε να μπει μπροστά και να βάλει βέτο σε όλα, ζητώντας να πάρουν πίσω τις δεσμεύσεις τους η Σουηδία και η Φιλανδία και ο πρόεδρος Μπάιντεν να δηλώσει ότι συμμορφώνεται πλήρως με τις εντολές της Αθήνας ώστε ο Τ. Ερντογάν να φύγει με άδεια χέρια. Με αυτή την παγίδα όμως οι κυβερνητικοί παράγοντες βρέθηκαν στον άχαρο ρόλο, αντί να κάνουν μια ρεαλιστική αποτύπωση της παρουσίας του Τούρκου προέδρου στο ΝΑΤΟ, να προσπαθούν να υποβαθμίσουν όχι μόνο την παρουσία του Τ. Ερντογάν στη Μαδρίτη, αλλά και την ουσία και το βάθος της απειλής εναντίον της Ελλάδας.

Μεγαλύτερο λάθος φυσικά από την υποτίμηση του αντιπάλου δεν υπάρχει…

Ακόμη κι αν ο Τ. Ερντογάν απευθύνεται και στην εσωτερική κοινή γνώμη, με τις δηλώσεις του που εδώ και μήνες ακούγονται σχεδόν κάθε ημέρα σαν «Πολεμικά Ανακοινωθέντα» εναντίον της Ελλάδας, δεν σημαίνει ότι μόλις δει τις δημοσκοπήσεις να ανεβάζουν τα ποσοστά του ή ακόμη κι αν κερδίσει τις επόμενες κρίσιμες εκλογές, όλα αυτά θα εξαφανισθούν δια μιας.

Η απλή αναζήτηση του πως κτίσθηκε η θεωρία των «γκρίζων ζωνών» και της «Γαλάζιας Πατρίδας» από το 1974 και μετά θα μπορούσε να πείσει και τους πλέον δύσπιστους, ότι κάθε θεωρία κάθε αμφισβήτηση που διατυπώνεται εναντίον της χώρας σε προεκλογική ή μη περίοδο, μένει και πάνω σε αυτή κτίζει ο επόμενος πρόεδρος, ο επόμενος Τούρκος πρωθυπουργός.

Για τον λόγο αυτό δεν θα πρέπει με τόση ελαφρότητα να υποτιμάται η επιθετική τουρκική πολιτική και πολύ περισσότερο να επιστρατεύεται αυτή η επιχειρηματολογία που τελικά οδηγεί σε εφησυχασμό και επανάπαυση...

Είναι επίσης σοβαρό λάθος να αποδίδεται η επιθετική ρητορική του Τ. Ερντογάν σε λόγους επικοινωνιακούς, καθώς έτσι αποδυναμώνεται και η προσπάθεια της Ελλάδας να πείσει τη διεθνή κοινότητα ότι απέναντι της έχει έναν επικίνδυνο αναθεωρητισμό και όχι απλώς έναν πολιτικό που για να μαγέψει τους ψηφοφόρους του λέει και καμιά κουβέντα παραπάνω για την Ελλάδα. Η κυβέρνηση η οποία δείχνει με το πρόγραμμα εξοπλισμών που έχει δρομολογήσει ότι αντιλαμβάνεται την τουρκική απειλή, δεν πρέπει να στέλνει αντιφατικά μηνύματα.

Όσο κι αν θέλουμε να αποφεύγουμε τη σκληρή πραγματικότητα των ελληνοτουρκικών, τόσο αυτή θα επανέρχεται ως κακός εφιάλτης.

Η Τουρκία αποτελεί συστημική απειλή για τη χώρα μας και οι κινήσεις, οι δηλώσεις, οι αναφορές, θα πρέπει να αντιμετωπίζονται υπό αυτό το πρίσμα.

Διαφορετικά δεν θα είχαμε παρά να κάνουμε υπομονή, να ακυρώσουμε τα εξοπλιστικά και να περιμένουμε ο τουρκικός λαός να μας απαλλάξει από τον Ερντογάν.