Σκοτεινά και αχαρτογράφητα τα νερά στη Γερμανία μετά την πρώτη μεγάλη νίκη των εθνολαϊκιστών της Afd -και δη της πλέον ακραιφνούς και επικίνδυνης μορφής της- σε κρατιδιακές εκλογές από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η επέλαση στη Θουριγγία ενός κόμματος στο φάσμα του δεξιού εξτρεμισμού, που τελεί υπό παρακολούθηση από την Υπηρεσία Προστασίας του Συντάγματος, «χτιζόταν» καιρό και δεν έπεσε ως κεραυνός εν αιθρία· δεν παύει ωστόσο να σηματοδοτεί μία εθνική κρίση, και όσες ιδιαιτερότητες και αν φέρει η πρώην Ανατολική Γερμανία η επέλαση της Άκρας Δεξιάς δεν μπορεί να αποδοθεί αμιγώς σε τοπικό φαινόμενο.
Η αντιμεταναστευτική και φιλορωσική Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) είναι η πρώτη δύναμη στη Θουριγγία (33%) και οριακά η δεύτερη (31%) πίσω από τους Χριστιανοδημοκράτες (CDU) στη Σαξονία στις κυριακάτικες κάλπες που ήλθαν να εκπέμψουν σήμα κινδύνου για την υγεία της γερμανικής Δημοκρατίας. Στην τρίτη θέση εδραιώνεται την ίδια στιγμή σε αμφότερα τα κρατίδια η νεότευκτη ακροαριστερή λαϊκιστική πλατφόρμα της Ζάρα Βάγκενκντεχτ, που περισσότερα την ενώνουν παρά τη χωρίζουν από την AfD, και στην πρώτη κιόλας κάθοδο σε εκλογές αναδεικνύεται σε ρόλο ρυθμιστή ως προς τη συγκρότηση των τοπικών κυβερνήσεων σε ένα εντελώς διαφορετικό πολιτικό τοπίο και με συνολικές επιπτώσεις που είναι δύσκολο να προβλεφθούν.
Για τον κυβερνητικό συνασπισμό υπό τον Όλαφ Σολτς η έκβαση των αναμετρήσεων ήταν με μία λέξη καταστροφική. Δεδομένης της βαριάς ήττας και περαιτέρω αποδυνάμωσης Σοσιαλδημοκρατών, Πρασίνων και Φιλελευθέρων θεωρείται απίθανο να διακινδυνεύσουν μία διάλυση της κυβέρνησης που θα μπορούσε να οδηγήσει σε πρόωρες κάλπες. Ο προϋπολογισμός του 2025 ωστόσο θα είναι τεράστιας δυσκολίας εγχείρημα, και εν τω μεταξύ όλα τα μάτια θα είναι στραμμένα στο τρίτο πρώην ανατολικογερμανικό κρατίδιο, αυτό του Βρανδεμβούργου, που ψηφίζει στις 22 Σεπτεμβρίου με την AfD και εκεί να δείχνει τα «δόντια» της.
Αν και το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) παρέμεινε (με μονοψήφια ποσοστά) στα δύο τοπικά Κοινοβούλια, δεν συνέβη το ίδιο με τους κυβερνητικούς εταίρους του. Με ποσοστό μικρότερο από το όριο του 5%, οι Πράσινοι και το FDP έμειναν αμφότεροι εκτός του Κοινοβουλίου του κρατιδίου της Θουριγγίας. Το FDP απέτυχε επίσης να κερδίσει αρκετές έδρες για να εισέλθει στο τοπικό Κοινοβούλιο της Σαξονίας.
Οι εκλογές που θα βαρύνουν περισσότερο είναι αυτές στο Βρανδεμβούργο, καθώς το ομόσπονδο κρατίδιο κυβερνάται από τους Σοσιαλδημοκράτες από το 1900 και ο ίδιος ο Όλαφ Σολτς ζει εκεί (στο Πότσνταμ). Στον συνασπισμό αλλά και στο εσωτερικό του κόμματός του, η ικανότητα του Σολτς να κρατήσει τις μίνιμουμ ισορροπίες θα εξαρτηθεί από τη δυνατότητα του SPD να «υπερασπιστεί» το προπύργιό του. Και παρότι ακούγονται επικριτικές φωνές και κανείς δεν συσπειρώνεται γύρω από τον Σολτς, θα πρέπει να περιμένουμε τουλάχιστον μέχρι το Βρανδεμβούργο για να μάθουμε την προσωπική τύχη του καγκελάριου και αν θα είναι εκείνος που θα ηγηθεί του SPD στις κάλπες του επόμενου έτους.
Το μόνο κατεστημένο κόμμα που «κρατά» καθώς η ανατολική και δυτική Γερμανία δείχνουν να απομακρύνονται ακόμα περισσότερο είναι οι Χριστιανοδημοκράτες του Φρίντριχ Μερτς. Προηγούνται σταθερά και σε εθνικό επίπεδο για τις βουλευτικές εκλογές του 2025, στο δρόμο προς τις οποίες θα ενταθούν περαιτέρω οι προκλήσεις και τα διλήμματα για το πώς τα κυρίαρχα κόμματα μπορούν να απομονώσουν τα δύο φίλα προσκείμενα στο Κρεμλίνο άκρα που ζητούν τη διακοπή της γερμανικής στήριξης στην Ουκρανία. Στο πεδίο του μεταναστευτικού και του ασύλου, η στάση του Φρίντριχ Μερτς, αλλά και των ίδιων των Σοσιαλδημοκρατών, έχει σκληρύνει, ιδίως στον απόηχο της πρόσφατης επίθεσης στο Ζόλινγκεν.
Στα πρώην κρατίδια της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας μεγάλο μέρος του πληθυσμού εξακολουθεί να διάκειται φιλικά προς τη Ρωσία, ή τουλάχιστον απορρίπτει την εχθρότητα της Γερμανίας προς εκείνην, και αντιτίθεται στη στρατιωτική, οικονομική και πολιτική βοήθεια προς την Ουκρανία. Κάποτε την τάση συμπάθειας προς τη Μόσχα, αλλά και το οικονομικό χάσμα με τα κρατίδια της Δυτικής Γερμανίας, εισέπραττε πολιτικά το αριστερό Die Linke. Μάλιστα, ο πρώτος «αριστερός» πρωθυπουργός κρατιδίου της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας προήλθε από τη Θουριγγία. Η Αριστερά του Μπόντο Ράμελο στην τοπική ηγεσία γίνεται μετά τις κάλπες παρελθόν. Σήμερα, η AfD είναι εκείνη που κινητοποιεί αυτές τις τάσεις.
Τα ανατολικογερμανικά κρατίδια ήταν πάντα διαφορετικά λόγω του ιστορικού και πολιτιστικού τους υπόβαθρου, και οι χθεσινές εκλογές κατέδειξαν τη διαίρεση που παραμένει και ίσως μία διαφορετική αντίληψη περί δημοκρατίας, «δίνοντας» παράλληλα μία ψήφο προς τα άκρα σε ένδειξη διαμαρτυρίας για συνεχιζόμενες εισοδηματικές και εργασιακές ανισότητες. Ματαιώσεις και απογοητεύσεις βρήκαν διέξοδο στην εθνολαϊκιστική και ξενοφοβική AfD και το πολιτικό δημιούργημα της Ζάρα Βάγκενχνεντ που συνδυάζει φιλορωσικό πασιφισμό, οικονομικό κρατισμό και σκληρή αντιμεταναστευτική πολιτική.
Ανεξέλεγκτη μετανάστευση, εσωτερική ασφάλεια, πληθωρισμός, ενεργειακή μετάβαση, σχέσεις με τη Ρωσία, ήταν τα ζητήματα που έβαλαν «φωτιά» στην προεκλογική εκστρατεία. Είναι γεγονός πως οι ψηφοφόροι σε Θουριγγία και Σαξονία αποτελούν ένα μικρό κλάσμα του γερμανικού πληθυσμού και δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι εκπροσωπούν ολόκληρη τη Γερμανία. Όμως, το μεγαλύτερο λάθος κατά πολλούς αναλυτές θα ήταν να θεωρηθεί πως η επιτυχία της Άκρας Δεξιάς σε εκλογικές δεξαμενές παραδοσιακά πιο επιρρεπείς σε ριζοσπαστικά, αντιευρωπαϊκά και αντιδυτικά μηνύματα είναι μόνο ένα τοπικό φαινόμενο και πρόβλημα.
Το κλίμα απόρριψης της κατεστημένης πολιτικής και κομματικής σκηνής καλά κρατεί και είναι κάτι που απέδειξαν τόσο οι ευρωεκλογές, όσο και οι δημοσκοπήσεις για τις βουλευτικές εκλογές του 2025, με την Εναλλακτική για τη Γερμανία σταθερά στη δεύτερη θέση πίσω από τους Χριστιανοδημοκράτες. Η ίδια η AfD έχει πολλά «πρόσωπα» στη Γερμανία -και αυτό της Θουριγγίας είναι το χειρότερο.
Μπροστά στην εφόρμηση της AfD και της συμμαχίας Βάγκενκντεχτ, το μείζον ζήτημα τώρα σε Θουριγγία και Σαξονία είναι η συγκρότηση τοπικών κυβερνήσεων, όχι όμως αποκλειστικά από αριθμητικής, αλλά κυρίως από πολιτικής άποψης. Ιδεολογικά ασύμβατες μεταξύ τους πολιτικές δυνάμεις θα πρέπει να συνεργαστούν και να προχωρήσουν σε δύσκολους συμβιβασμούς τις επόμενες εβδομάδες, εάν θέλουν να δημιουργήσουν μια σταθερή, λειτουργική τοπική κυβέρνηση.
Το Δεκέμβριο του 1929 το Εθνικοσιαλιστικό Κόμμα του Χίλτερ κατάφερε για πρώτη φορά να εισέλθει στο τοπικό Κοινοβούλιο της Θουριγγίας και να συγκυβερνήσει με το συντηρητικό κόμμα της εποχής. Στο κρατίδιο με τη βαριά Ιστορία ο τοπικός επικεφαλής της AfD Μπιορν Χέκε, από τα πλέον ακραία στελέχη του κόμματος και καταδικασθείς για χρήση ναζιστικών συνθημάτων, πρωθυπουργός δεν θα γίνει παρά την πρωτιά. Η AfD είναι απομονωμένη από τις υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένου και της Συμμαχίας Βάγκενγκνεχτ, σε μία «υγειονομική ζώνη», γνωστή ως «Brandmauer». Ωστόσο, η AfD έχει πιθανότατα κερδίσει αρκετές έδρες στο Κοινοβούλιο της Θουριγγίας για να μπορεί να εμποδίσει αποφάσεις που απαιτούν πλειοψηφία δύο τρίτων, συμπεριλαμβανομένων της αλλαγής του Συντάγματος του κρατιδίου ή του διορισμού δικαστών και κορυφαίων αξιωματούχων, γεγονός που αποτελεί πρωτοφανή δύναμη στα χέρια της.
Τόσο στη Θουριγγία, όσο και στη Σαξονία, οι Χριστιανοδημοκράτες αναμένεται να ηγηθούν των τοπικών κυβερνήσεων συνασπισμού ή μειοψηφίας. Στη Σαξονία, όπου η Χριστιανοδημοκρατική Ένωση ήρθε πρώτη, η εικόνα είναι λίγο πιο καθαρή, εν μέρει επειδή οι Πράσινοι και οι Σοσιαλδημοκράτες θα μπορούσαν να διατηρήσουν ρόλο σε μια κυβέρνηση μειοψηφίας. Στη Θουριγγία όμως δεν προβάλλει μόνο το φάσμα μίας συνεργασίας και/ή με την Αριστερά, αλλά και με την Σάρα Βάγκενχνεντ που απαιτεί από τις κρατιδιακές κυβερνήσεις να αντιταχθούν τόσο στην περαιτέρω υποστήριξη της Ουκρανίας όσο και σε νέες αποστολές πυραύλων κρουζ.
Η de facto επιρροή των κρατιδίων στην εξωτερική πολιτική είναι πολύ περιορισμένη. Πολιτικά, ωστόσο, το ανατολικογερμανικό CDU οφείλει εν μέρει τα συγκριτικά ισχυρά αποτελέσματά του στις ομοίως σκεπτικιστικές έναντι της Ουκρανίας θέσεις του, και αυτό εγείρει προβληματισμό. Στη Σαξονία, όπου και οριακά επικράτησε της AfD, ο Χριστιανοδημοκράτης πρωθυπουργός του κρατιδίου, Μίκαελ Κρέτσμερ, που αντιτίθεται στη στρατιωτική βοήθεια προς το Κίεβο, είχε στην αιχμή της εκστρατείας του την προώθηση ειρηνευτικών συνομιλιών Ρωσίας-Ουκρανίας.