Τουρισμός 2020: Οι πραγματικές προκλήσεις

Τουρισμός 2020: Οι πραγματικές προκλήσεις

Η κυβέρνηση έπραξε το αυτονόητο με ένα εξαιρετικά τεκμηριωμένο και στοχευμένο πρόγραμμα για την επανεκκίνηση του τουρισμού. Κατά την τελευταία εικοσαετία έχει συμβεί ένα πραγματικό θαύμα στον τουριστικό κλάδο. Από τα 8 εκ. τουριστών το 2000 σημειώθηκε το τεράστιο άλμα στα 30 εκ. το 2019 με ρυθμούς ανάπτυξης πολλαπλάσιους έναντι του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Αντιστοίχως, το ποσοστό της βαρύτητας στο ΑΕΠ της χώρας ανήλθε πλέον στο 20%.

Επειδή αρκετοί μεμψιμοιρούν και διαμαρτύρονται για την εξάρτησή μας από τον τουρισμό, πρέπει να σημειωθούν τα εξής. Ο τουρισμός ήταν ίσως ο μόνος κλάδος ο οποίος εξακολούθησε να δημιουργεί θέσεις εργασίας κατά την οικονομική κρίση μετά το 2010 (1 εκ. θέσεις εργασίας το 2019) και αναδείχθηκε βασικός αιμοδότης της εθνικής οικονομίας και του κρατικού προϋπολογισμού. Έχει τεράστια επίδραση σε άλλους κλάδους (εστίαση, οικοδομή και τεχνικές εργασίες, παραγωγή και επεξεργασία τροφίμων, αγορά ακινήτων) Τουρισμός σημαίνει και υποδομές, δηλαδή λιμάνια και αεροδρόμια τα οποία κατασκευάζονται και συντηρούνται ακριβώς επειδή υπάρχει μεγάλη κίνηση επιβατών. Αποτελεί τον μοναδικό άξονα ανάπτυξης για αρκετές τοπικές κοινωνίες, ιδιαίτερα τις μικρές νησιωτικές, στις οποίες χάριν αυτής της οικονομικής δραστηριότητας πραγματοποιούνται και καλύτερα έργα υποδομής τα οποία βελτιώνουν τις συνθήκες ζωής των κατοίκων.

Eπιπλέον αποτελεί έναν κλάδο εξωστρέφειας της χώρας συμβάλλοντας στην προβολή της, στην ανάδειξη της πολιτιστικής της κληρονομιάς, στην προσέλκυση τακτικών επισκεπτών οι οποίοι αποκτούν ιδιαίτερους δεσμούς. Προάγει εν γένει το brand name της χώρας. Εάν το ένα πέμπτο του ΑΕΠ οφείλεται στον τουρισμό, η ευθύνη πρέπει να αναζητηθεί σε άλλους κλάδους οι οποίοι δεν κατόρθωσαν να γίνουν διεθνώς ανταγωνιστικοί και να αναπτυχθούν αναλόγως.

ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ

Ωστόσο, η φετινή δυσμενής εξέλιξη μας επιτρέπει και ορισμένες διορθωτικές κινήσεις. Γιατί η φρενήρης τουριστική ανάπτυξη συχνά παραβίασε την φέρουσα ικανότητα νησιών και τουριστικών περιοχών με άμεσους κινδύνους για την προστασία του περιβάλλοντος, την ποιότητα ζωής και τη βιωσιμότητα του κλάδου συνολικά. Επείγει ένας επανασχεδιασμός της στοχοθεσίας μας για τα επόμενα χρόνια, προκειμένου να αντέξουν οι υποδομές, να διασφαλιστεί η ποιότητα του τουριστικού προϊόντος, αλλά και να περιορίσουμε φαινόμενα που εγκυμονούν κινδύνους. Οι εικόνες από την Σαντορίνη και την Μύκονο, η εικόνα από ορισμένα αεροδρόμια όπως του Ηρακλείου, η ακραία εκμετάλλευση σε καταλύματα και παραλίες πρέπει επειγόντως να αντιμετωπισθούν. Η επάρκεια των δικτύων ενέργειας και ύδρευσης, οι υποδομές μεταφορών και διαχείρισης απορριμμάτων, οι υπηρεσίας ασφάλειας και υγείας μεταξύ άλλων πρέπει να βελτιωθούν.

Σήμερα ο τουριστικός κλάδος χρειάζεται τη βοήθεια του κράτους, την οποία λαμβάνει. Αυτό μας αποκαλύπτει την ανταποδοτική ωφέλεια της φορολογίας. Γιατί αυτά τα χρήματα υπάρχουν επειδή μισθωτοί και καταναλωτές καταβάλλουν τη φορολογία που τους αναλογεί. Αρκεί μία προσεκτική ματιά στην κατανομή των φορολογικών εσόδων για να διαπιστώσει κάποιος τη διαχρονική φορο-αποφυγή νομικών προσώπων. Η κατάσταση αυτή δεν μπορεί να συνεχιστεί. Σήμερα, το κράτος είναι αρωγός της διάσωσης των επιχειρήσεων με διευκολύνσεις στις εισφορές, επιδότηση απασχόλησης, παροχή ρευστότητας, μείωση ΦΠΑ και άλλα. Είναι η κατάλληλη στιγμή για ένα νέο συμβόλαιο φορολογικής συνέπειας και εκ μέρους των οικονομικών παραγόντων.

Κλείνοντας, θέλω να επισημάνω ότι η κυβέρνηση ακολούθησε μία ολοκληρωμένη στρατηγική. Υπέβαλλε τις προτάσεις της στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, πολλές εκ των οποίων έγιναν δεκτές, και μερίμνησε ιδιαιτέρως για την προστασία της δημόσιας υγείας. Η σταδιακή άρση των περιορισμών παράλληλα με την τήρηση όλων των πρωτοκόλλων μπορούν πραγματικά να διασώσουν ένα σημαντικό μέρος της τουριστικής κίνησης σε μία χρονιά μεγάλης ύφεσης. Είναι ευθύνη όλων μας να συνεισφέρουμε στην προσπάθεια αυτή για την προάσπιση ενός πολύ ισχυρού κλάδου της οικονομίας. Αλλά, ο μεγαλύτερος στόχος είναι η βιωσιμότητα του κράτους με ασφαλή δημοσιονομική κατάσταση, κοινωνική συνοχή και ικανότητα να παρέχει ποιοτικά δημόσια αγαθά (υποδομές, υπηρεσίες υγείας, εκπαίδευσης κλπ), ιδιαίτερα προς τα ασθενέστερα στρώματα.