Θα μπούμε στον δρόμο ως ώριμοι και νικητές;

Οφείλω να σας ομολογήσω ότι παρά τις άσχημες προοπτικές που διαφαίνονται στα δημόσια και ιδιωτικά οικονομικά μας για την μετά κορονοϊό εποχή, βαθιά εντός μου έχω μια αλλόκοτη αισιοδοξία για το μέλλον. Ο λόγος είναι ένας και μοναδικός. Συζητώντας με γνωστούς, φίλους αλλά και τυχαίους ανθρώπους, για πρώτη φορά συναντώ γύρω μου έναν ρεαλισμό κι έναν ορθολογισμό που με καταπλήσσει. Πώς να το πω, εσχάτως με εντυπωσιάζουν οι συν-Έλληνες.

Δεν ξέρω τι ακριβώς κράμα είναι αυτό και πούθε προέκυψε, πάντως συναντώ γύρω μου όλο και λιγότερους μουρμούρηδες. Και συναναστρέφομαι όλο και περισσότερους που αντί να τρέφονται με όνειρα και θεωρίες, βάζουν κάτω τα πράγματα ψύχραιμα και νηφάλια. Αν και αντιμετωπίζω καθημερινά (λόγω της δουλειάς μου) δεκάδες διαφορετικούς ανθρώπους με λογιών-λογιών προσανατολισμούς, δεξιότητες και ανάγκες, έχω πολλές βδομάδες να βρεθώ μπροστά σε κάποιον πραγματικά θυμωμένο (τεχνητά ή ειλικρινά), δηλαδή μπροστά σε άνθρωπο με θολωμένο μυαλό.

Μην το μπερδεύετε με παράδοση σε κάποιο κακό μας ριζικό ή με την αδράνεια της μοιρολατρίας, δεν είναι κάτι τέτοιο. Είναι ένα περίεργο μαζικό συναίσθημα ήρεμης υπευθυνότητας, που στην Ελλάδα δεν υπήρχε ποτέ. Ειδικά τα χρόνια της οικονομικής κρίσης, ζούσε και βασίλευε ο αντίποδας του. Ο θυμός, οι μαζικές ονειρώξεις, η θεοποίηση της μαγείας ως πολιτικό όπλο, ο κοινωνικός αυτοματισμός, αλλά πρωτίστως ο απόλυτος οικονομικός και κοινωνικός ανορθολογισμός.

Σήμερα, κατά περίεργο τρόπο, όλα τούτα μοιάζουν να έχουν σβήσει. Αν και όλες οι δουλειές των ανθρώπων είναι κλειστές και προβλέπονται οικονομικά ζόρια άνευ προηγουμένου, δεν υπάρχουν γύρω μας άνθρωποι που έχουν πανικό. Όλοι ασφαλώς προβληματίζονται για το μέλλον τους, όλοι ανησυχούν για το πορτοφόλι τους και για την κάλυψη των αναγκών της οικογένειας τους, κανέναν όμως δεν βλέπω να ακονίζει το μαχαίρι του για να σφάξει το διπλανό του ή να ετοιμάζεται να αυτοπυρποληθεί από απελπισία όπως γινόταν πριν δέκα χρόνια.

Ασφαλώς υπάρχουν κάπου ανάμεσα μας και οι συνωμοσιολόγοι και οι ηλίθιοι και οι αποτρελαμένοι. Είναι όμως αφανείς και δίχως καμία επιρροή. Αντιθέτως, η μεγάλη μάζα ακολουθεί τα μέτρα περιορισμού δίχως μεμψιμοιρίες, συλλογίζεται τις δυσκολίες που έχει μπροστά της και περιμένει καρτερικά να περάσει η μπόρα για να ξαναριχτεί στον αγώνα της επιβίωσης και της οικονομικής ανόρθωσης. Βασικό χαρακτηριστικό της, η αποφυγή κάθε ακρότητας σε σκέψεις, λόγια και πράξεις.

Προσωπικά πιστεύω ότι όλο αυτό οφείλεται στην σύνθεση τριών παραμέτρων. Πρώτον, στην βαθιά και πολυεπίπεδη εμπειρία που ενστάλαξαν μέσα μας τα δέκα χρόνια κρίσης. Δεύτερον, στο γεγονός ότι για πρώτη φορά η πολιτική ηγεσία στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων και στο πλευρό του κόσμου. Τρίτον, στο γεγονός ότι βγαίνουμε νικητές από την συγκεκριμένη μάχη του κορονοϊού σε σύγκριση με άλλες χώρες και λαούς, κάτι που είχαμε χρόνια να ζήσουμε.

Οι τρεις αυτοί παράγοντες λοιπόν, ενδέχεται να κατασκεύασαν αφανώς ένα κράμα υπομονής, ορθολογισμού και εθνικής αυτοπεποίθησης που μέχρι σήμερα δεν υπήρχε στην ράτσα μας. Αν έχει συμβεί αυτό, τότε ανεξαρτήτως από δυσκολίες και εμπόδια, η χώρα θα μπει σε καλό δρόμο και θα καταφέρει πολλά. Διότι θα μπούμε στον δρόμο ως κοινωνία ανθρώπων ώριμων και νικητών. Που είναι όρος για να τα βγάλουμε πέρα στον πολύπλοκο κόσμο μας. Είθε να μην κάνω λάθος.