Σεβασμός του κράτους δικαίου στην ΕΕ – Οριστική λύση ή προσωρινή διευθέτηση;

Σεβασμός του κράτους δικαίου στην ΕΕ – Οριστική λύση ή προσωρινή διευθέτηση;

Θα περισσέψουν σήμερα  – και δικαιολογημένα - οι πανηγυρισμοί για τη συμφωνία που επετεύχθη χθες στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για τον τρόπο με τον οποίο θα διασφαλίζεται η συμμόρφωση προς τις αρχές του κράτους δικαίου στην Ε.Ε. Όπως είναι γνωστό, «κατηγορούμενες» για μη σεβασμό των αρχών αυτών σήμερα είναι η Πολωνία και η Ουγγαρία, που απειλούνται για τον λόγο αυτό με περικοπή πόρων των ευρωπαϊκών ταμείων.

Το κίνητρο των πανηγυρισμών αυτών δεν θα είναι βέβαια μόνο η ικανοποίηση από τη νίκη που θα έχει καταγάγει – ή θα φαίνεται ότι κατήγαγε - το κράτος δικαίου. Κακά τα ψέματα, τα είκοσι πέντε από τα κράτη μέλη και η Επιτροπή κόπτονταν περισσότερο για την άμεση έγκριση του πολυετούς προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ταμείου Ανάκαμψης. Και τούτο επειδή η Πολωνία και η Ουγγαρία, διαφωνώντας με την συμφωνία στην οποία είχαν καταλήξει Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο υπουργών της ΕΕ  για τη λήψη μέτρων εναντίον τους, είχαν θέσει βέτο στην έγκριση του πολυετούς προϋπολογισμού 2021-2027 της ΕΕ και στην έγκριση του Ταμείου Ανάκαμψης. 

 Η τυχόν διατήρηση του βέτο των δύο εγκαλούμενων χωρών θα σήμαινε ότι δεν θα εγκρινόταν εντός του 2020 το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο 2021-2027. Επομένως, δεν θα μπορούσε  να εγκριθεί και να χρηματοδοτηθεί, μέχρι την άρση του βέτο, κανένα από τα προγράμματα της νέας περιόδου, μεταξύ των οποίων και το πολύ σημαντικό για τη χώρα μας νέο ΕΣΠΑ. Δεν θα μπορούσε να εγκριθεί ούτε το Ταμείο Ανάκαμψης, στο οποίο ομνύουν σήμερα οι πάντες στη χώρα μας και σε αυτό «αναθέτουν την πάσαν ελπίδα των». Δεν θα ερχόταν βέβαια το τέλος του κόσμου με αυτό. Ούτως ή άλλως, η έγκριση των σχεδίων του Ταμείου Ανάκαμψης, όπως και των προγραμμάτων του ΕΣΠΑ, δεν προβλέπεται πριν τον Απρίλιο, άρα η ολιγόμηνη καθυστέρηση δεν θα είχε πρακτικές συνέπειες. Τα δε συνεχιζόμενα προγράμματα, ελλείψει προϋπολογισμού 2021 θα χρηματοδοτούνταν με χρήση των γνωστών δωδεκατημορίων. Το κύριο πρόβλημα θα ήταν ότι η αποχώρηση της Γερμανίας από την εξάμηνη προεδρία της ΕΕ και η διαδοχή της από την, πολιτικά μάλλον λιγότερο ισχυρή, Πορτογαλία, θα προοιωνιζόταν μεγαλύτερες παραχωρήσεις προς την Πολωνία και την Ουγγαρία, προκειμένου να άρουν το βέτο τους. Πέραν δε αυτού, θα ήταν πολύ δυσάρεστο για τον αγέρωχο γερμανικό αετό να εγκαταλείψει άπρακτος το παιχνίδι με τσαλακωμένες τις φτερούγες του.

Όπως ανακοινώθηκε έχει υπάρξει συμφωνία, οι δύο χώρες αίρουν το βέτο τους και η πολυπόθητη έγκριση του πολυετούς προϋπολογισμού της ΕΕ και του Ταμείου Ανάκαμψης θα είναι πλέον πραγματικότητα. ‘Όμως, το αν έχει υπάρξει μόνιμη λύση στο θέμα της παραβίασης των αρχών του κράτους δικαίου παραμένει ζητούμενο.  

Με ένα περίτεχνο κείμενο συμβιβασμού η γερμανική προεδρία κατόρθωσε να κάμψει την πεισματική αντίδραση της Βαρσοβίας και της Βουδαπέστης, προσφέροντας ταυτοχρόνως στις υπόλοιπες είκοσι πέντε πρωτεύουσες  την ικανοποίηση – ή μήπως την παρηγοριά; - ότι η προϋπόθεση του σεβασμού του κράτους δικαίου παραμένει ισχυρή ενώ παράλληλα αίρεται το αδιέξοδο για τον πολυετή προϋπολογισμό και το Ταμείο Ανάκαμψης. Στην πραγματικότητα, οι προβλέψεις του κανονισμού που συμφωνήθηκε μεταξύ Συμβουλίου και Ευρωκοινοβουλίου και οι πολλές δικλίδες που προβλέπει το συμβιβαστικό σχέδιο συμπερασμάτων της γερμανικής προεδρίας αλληλοαναιρούνται μεταξύ τους από άποψη εφαρμοσιμότητας. Για τον λόγο αυτό ο ολλανδός πρωθυπουργός Μάρκ Ρούτε ζήτησε πρόσθετες διασφαλίσεις, τις οποίες και έλαβε.

Όσο όμως και αν το θέμα διευθετήθηκε έστω και προσωρινά από άποψη διαδικασίας, δεν φαίνεται να συμβαίνει το ίδιο με τις γενεσιουργούς αιτίες αυτής της κρίσης, που δεν είναι άλλες από τις βαθύτερες ιδεολογικές διαφορές μεταξύ των δύο πλευρών, από την αξιακή απόσταση που τις χωρίζει. Τα επιχειρήματα που προέβαλλαν όλο αυτόν τον καιρό οι Πολωνοί και οι Ούγγροι για να δικαιολογήσουν τη διαφωνία τους με την «αιρεσιμότητα» του σεβασμού του κράτους δικαίου δεν έχουν αναιρεθεί. Μόλις πριν λίγες ημέρες ο πολωνός πρωθυπουργός υποστήριζε σε άρθρο του ότι η ΕΕ «παρά τη συνεχή της έμφαση στη σημασία της διαφορετικότητας και της πολυμορφίας, δεν μπορεί να αποδεχτεί τη διαφορετικότητα και πολυμορφία νομικών και συνταγματικών συστημάτων τα οποία έχουν τις ρίζες τους στις παραδόσεις των διαφόρων χωρών». Ο δε Βίκτωρ Ορμπαν αυτοπροβάλλεται ως ο υπερασπιστής του ευρωπαϊκού πολιτισμού και των χριστιανικών αξιών.

Οι απόψεις αυτές δεν τέθηκαν στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης. Οι εκφραστές τους τις διατηρούν άθικτες. Και αυτό είναι που δείχνει ότι το πρόβλημα δεν λύθηκε αλλά απλά διευθετήθηκε προσωρινά. Ο συμβιβασμός είναι αναμφίβολα μια σημαντική επιτυχία της γερμανικής προεδρίας. Επιλύει το συγκυριακό πρόβλημα, δεν διασφαλίζει όμως μια μακροβιότερη προοπτική στην κατοχύρωση του σεβασμού των θεμελιωδών ευρωπαϊκών αξιών. Η υποστήριξη αυτού του συμβιβασμού στη δεδομένη συγκυρία από τις λοιπές χώρες ήταν φυσικά μονόδρομος. Πρέπει ακόμη να υπογραμμισθεί ότι όλη διαδικασία της διαπραγμάτευσης επιβεβαίωσε ένα σημαντικό κεκτημένο: την κοινή βούληση είκοσι πέντε ευρωπαϊκών κρατών να συνεχίσουν να υπερασπίζονται τις αξίες που γεννήθηκαν στην Ευρώπη και να αγωνισθούν για να μείνουν ζωντανές οι αξίες αυτές. 

Το πρόβλημα όμως παραμένει. Είναι δε θέμα χρόνου για να ξαναβγεί στην επιφάνεια μετά από την προσωρινή καταστολή του. Η διευθέτηση δεν φαίνεται να μείωσε την απόσταση αξιών που χωρίζει τις δυο πλευρές. Σύντομα η ενωμένη Ευρώπη θα κληθεί να απαντήσει σε σκληρά υπαρξιακά ερωτήματα. Που δεν θα μπορούν να λυθούν με λεκτικές δεξιοτεχνίες και συγκρότηση συγκυριακών πλειοψηφιών και που θα απαιτήσουν ριζοσπαστικές, ενδεχομένως και επώδυνες, απαντήσεις. Η επικείμενη διάσκεψη για την Ευρώπη δεν μπορεί να μείνει αδιάφορη σε σχέση με αυτό το ζήτημα. Ούτε η αναπόφευκτη αναθεώρηση της Συνθήκης.

*Ο Αλέκος Κρητικός είναι πρώην στέλεχος της ΕΕ, πρώην ΓΓ στα υπουργεία Ανάπτυξης και Εσωτερικών, Ειδικός Σύμβουλος του ΕΛΙΑΜΕΠ