Μεγαλώνοντας περιτριγυρισμένος από ξένους διαβόλους

«Μετά την επανάσταση έγινε το ρωσικό, το γαλλικό και το αγγλικό κόμμα και διαίρεσαν τους αγωνιστές στην Ελλάδα».

«Το 1923 οι σύμμαχοι σταμάτησαν να στηρίζουν την Ελλάδα, που οδηγήθηκε στην μικρασιατική καταστροφή».

«Το 1944 οι Άγγλοι ήρθαν στην Ελλάδα και οδήγησαν τη χώρα στον εμφύλιο».

«Το 1967 οι Αμερικάνοι σχεδίασαν το πραξικόπημα των συνταγματαρχών και το 1973 του Σαμψών που οδήγησε στον διαμελισμό της Κύπρου».

Είναι η επίσημη, διδασκόμενη ελληνική ιστορία. Διανθισμένη με ημιεπίσημες  επεμβάσεις των ξένων κατά του έθνους. Όπου οι Άγγλοι αποκλείουν τον Πειραιά για να αποζημιωθεί ο Δαυίδ Πατσίφικο, ένας Εβραίος, τοκογλύφος (που έκαψε τον Χριστούλη βεβαίως, βεβαίως). Οι Αμερικάνοι κάνουν και δοκιμάζουν τις ναπάλμ στον Εμφύλιο. Ακόμα και η ήττα του ΚΚΕ στον εμφύλιο στους ξένους επιμερίζεται, αφού ο Ρούζβελτ, ο Τσόρτσιλ και ο Στάλιν είχαν διαιρέσει τον μεταπολεμικό κόσμο στην Γιάλτα και ο τελευταίος δεν βοήθησε τον ΔΣΕ.

Η χειρότερη στιγμή του Γιώργου «Γέρου» Παπανδρέου ήταν όταν συνεργάστηκε με τους Άγγλους μετά την απελευθέρωση. Η καλύτερη του Κωνσταντίνου Καραμανλή όταν έβγαλε την Ελλάδα από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ το 1974. Ο Ανδρέας Παπανδρέου πήρε την εξουσία βασισμένος στο σύνθημα «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο».

Ξενοφοβία μπορεί να είναι ο φόβος επαφής με κάποια άγνωστη κουλτούρα αλλά στην Ελλάδα σχετίζεται με τον φόβο του ξένου που θα αποστερήσει από έναν λαό την ταυτότητά του. Ο ελληνικός λαός πάσχει κυρίως από την δεύτερη φοβία.  Από τα σχολικά βιβλία που διαβάζει, τις εφημερίδες και τα ηλεκτρονικά Μέσα που τον ενημερώνουν, όπως ο Πέρσης του Χομέινι, ο Έλληνας πιστεύει ότι περιτριγυρίζεται από ξένους διαβόλους, που θα του στερήσουν την ιστορία, την γλώσσα, την ορθοδοξία και τον  δημοκρατικό – τρομάρα μας – τρόπο ζωής. Όπως ο Ανδρέας Παπανδρέου το 1981, ο Τσίπρας στήριξε τον ΣΥΡΙΖΑ στην ελληνική ξενοφοβία.

Σε ένα ατέλειωτο αγώνα εναντίον των ευρωπαίων τοκογλύφων και των ντόπιων συνεργατών τους. Δεν είναι συμπτωματικό ότι από τα πρώτα πράγματα που χρησιμοποίησε ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν χαρακτηρισμοί που είχαν πέσει σε αχρησία πάνω από μισό αιώνα. Στην προσπάθεια να επαναπροσδιορίσει την μάχη ανάμεσα στους αγνούς Έλληνες και τους διαβολικούς ξένους ανέσυρε κατοχικούς όρους για να χαρακτηρίσει τους συνεργάτες τους, όπως το χίτης και το γερμανοτσολιάς, που είχαν πέσει σε αχρησία δεκαετίες.

Έκανε ένα δημοψήφισμα που στην πραγματικότητα μετρούσε πόσοι πιστεύουν στους ξένους διαβόλους και πόσοι πιστεύουν ότι το μέλλον της Ελλάδας βρίσκεται στην Ευρώπη. Καταλήγοντας να χαρακτηρίζει όσους ψήφισαν ΝΑΙ μενουμευρωπαίους, που σύμφωνα με τον Κυρίτση πρέπει να φέρουν το βάρος των φόρων, αφού πρόδωσαν την πατρίδα συνεργαζόμενοι με τους ξένους.

Είναι βέβαιο ότι η κυβέρνηση του Τσίπρα κατά καιρούς σκέφτηκε να παίξει το χαρτί της ξενοφοβίας, μέχρι το τέλος της.  Εθνικό νόμισμα, έξοδο από Ευρώπη, καταμερισμό ευθυνών στους προδότες που γερμάνισαν (κατά το μήδισαν).

Αποδεικνύεται από το βιβλίο του Γκάλμπρεϊθ αλλά και από τα σχέδια του Λαφαζάνη για το Νομισματοκοπείο. Είναι επίσης δεδομένο ότι ο Τσίπρας είτε συμφωνούσε, είτε όχι, ήταν ενήμερος. Ανάμεσα όμως στις σκέψεις και την πραγματικότητα μεσολαβεί το ενάμιση μέτρο. Το ενάμιση μέτρο του μπαλκονιού που χωρίζει εσένα και το κενό, όταν όπως όλοι μας κάποια στιγμή σκέφτηκε «πως θα ήταν αν πήδαγα και αυτοκτονούσα;». Και μετά πετάς το τσιγάρο στο κενό και ξαναμπαίνεις στο σαλόνι. Όπως μπήκε στο σαλόνι των διαπραγματεύσεων ο Τσίπρας 24ωρα μετά το δημοψήφισμα.

Όταν με τους εχθρούς του ηττημένους και την πλατεία γεμάτη οι ονειρώξεις θα μπορούσαν να γίνουν πράξη αλλά κατάλαβε τι είναι το κενό.