Χωρίς Mens Rea

Το 2011 ήρθα για πρώτη φορά σε επαφή με τους λεγόμενους Μαχητές Κοινωνικής Δικαιοσύνης (Social Justice Warriors) ή SJW όπως έχει επικρατήσει να αναφέρονται, όταν και μετακόμισα στις ΗΠΑ. Η άμεση αντίδρασή μου έναντι του κινήματος αυτού ήταν αρνητική και πήγαζε (και ακόμα πηγάζει) από δύο τάσεις που διέκρινα σε αυτό το κίνημα.

Πρώτα, για κάθε πρόβλημα με το οποίο ασχολούνται, η λύση που προτείνουν δεν συμβιβάζεται με τις αρχές μίας ελεύθερης κοινωνίας καθώς έχει ως επίκεντρο τον κρατισμό και τον κολλεκτιβισμό. Έπειτα, αρκετά συχνά λειτουργούν σαν όχλος χωρίς να σέβονται ή έστω να αναγνωρίζουν το τεκμήριο της αθωότητας του εκάστοτε στόχου τους.

Για να μην πολυλογώ, το ένστικτο και η λογική μου δεν μου επέτρεψαν ποτέ να πάρω στα σοβαρά τους SJW ή τα λεγόμενά τους. Ως αποτέλεσμα, όταν άκουσα για πρώτη φορά έννοιες όπως η κουλτούρα βιασμού (rape culture) ή το mansplaining (ο ορισμός της wikipedia είναι: η πράξη του να εξηγείς κάτι σε κάποιον, συνήθως ένας άνδρας σε μια γυναίκα, με τρόπο περιφρονητικό ή κηδεμονικό (πατροναριστικό), αμέσως σκέφτηκα ότι για να το λένε αυτοί, μάλλον θα είναι ακόμα μία προσπάθεια να μαγνητίσουν την κοινή γνώμη μέσω της Κριτικής Θεωρίας την οποία μεγάλο μέρος τους ασπάζεται. Έκανα λάθος, όπως διαπίστωσα λίγο καιρό μετά.

Η αρχή έγινε όταν μπήκα τυχαία στο γραφείο μίας συναδέλφου για να την ρωτήσω κάτι. Την είδα, μαζί με δύο ακόμα γυναίκες συναδέλφους, να έχουν κολλήσει στον τοίχο σχεδιαγράμματα ενόψει μίας τριμηνιαίας συνεδρίασης του οργανισμού στην οποία συμμετείχαν 6 άνδρες και 2 γυναίκες. Στον τοίχο είχαν σχεδιάσει ένα διάγραμμα θέσεων και ένα λεπτομερές πρόγραμμα της ροής της συνεδρίασης. Ρώτησα λοιπόν, με την ειλικρινή μου άγνοια αποτυπωμένη στο πρόσωπό μου, «τι στο καλό κάνετε εδώ; Γιατί τέτοια προετοιμασία για ένα καθιερωμένο meeting που κάνουμε κάθε τρίμηνο;». Η απάντηση που έλαβα άλλαξε έκτοτε ριζικά τη συμπεριφορά μου. «Σχεδιάζουμε το πώς θα καταφέρουμε να ακουστούμε και να μας πάρετε οι άνδρες του meeting στα σοβαρά!».

Η αρχική μου αντίδραση ήταν η άρνηση. «Έλα τώρα, όλοι μας εδώ είμαστε φιλελεύθεροι, δεν υπάρχει περίπτωση να χρειάζεται κάτι τέτοιο». Όμως, αμέσως μετά σκέφτηκα ότι αυτές οι συνάδελφοί μου, γυναίκες που πιστεύουν όσο κι εγώ στην ατομική ελευθερία και που αποτελούν πρότυπα επαγγελματισμού, είχαν εντοπίσει ένα πρόβλημα το οποίο προσπαθούσαν εκείνη την στιγμή να το λύσουν - και μάλιστα, γνωρίζοντας πόσο σκληρά δούλευαν για να αφιερώνουν τόσο χρόνο σε κάτι που εγώ θεώρησα αχρείαστο, το πρόβλημα πρέπει να είναι σοβαρό.

Μαζεύτηκα, πολύ προβληματισμένος, και γύρισα στο γραφείο μου σκεπτόμενος ότι αν ισχύει το πρόβλημα που μόλις μου είχε επισημανθεί, η όλη κατάσταση είναι προβληματική τόσο από ηθικής πλευράς όσο και από πλευράς παραγωγικότητας. Αν για ένα meeting που εγώ προετοιμάζομαι 30 λεπτά, οι γυναίκες συνάδελφοί μου πρέπει να προετοιμαστούν 2 ώρες μόνο και μόνο επειδή είναι γυναίκες, μιλάμε για ένα τεράστιο εμπόδιο στην παραγωγικότητα τους.

Μετά από αυτή τη συζήτηση αποφάσισα να τεστάρω τον ισχυρισμό τους. Από τότε μέχρι και σήμερα έχω ενεργοποιήσει ένα φίλτρο στον λόγο μου με σκοπό να αποφεύγω (ή να διορθώνω) το mansplaining. Με την απόφασή μου αυτή άρχισα να εντοπίζω το φαινόμενο αυτό όχι μόνο σε εμένα αλλά και σε τρίτους. Διαπίστωσα ότι, δυστυχώς, ο ισχυρισμός των συναδέλφων μου ευσταθούσε τότε στις ΗΠΑ όσο και σήμερα στην Ελλάδα.

Εκείνη την περίοδο έγινε και η πρώτη μου επαφή με τον όρο «κουλτούρα βιασμού».  Η επαφή αυτή ήταν μάλιστα στην ακραία, SJW εκδοχή της, ή μάλλον στην καρικατούρα της: «Για να μην βιάσεις τον/την ερωτικό σου σύντροφο, πρέπει να έχεις γραπτή συγκατάθεση». Ακόμα μου ακούγεται ηλίθια αυτή η πρόταση, την οποία όντως υπάρχουν SJW που την υποστηρίζουν. Αμέσως σκέφτηκα ότι αν αυτό εννοούν ως λύση στο πρόβλημα, μάλλον το πρόβλημα είναι ανύπαρκτο (συνυπολογίζοντας και την αρνητική μου προδιάθεση σε οτιδήποτε λέει αυτό το συγκεκριμένο γκρουπ ανθρώπων).

Έπειτα συζήτησα το θέμα με τις ίδιες εκείνες συναδέλφους μου. Μου επεσήμαναν ότι η κουλτούρα του βιασμού αφορά τα εμπόδια που η κοινωνία μας βάζει στα θύματα καθώς και τις ιδιαίτερα διαδεδομένες στάσεις μεγάλου μέρους της κοινωνίας απέναντί τους. Παράλληλα αφορά και τη διάδοση της ιδέας ότι υπάρχει περίπτωση σε έναν βιασμό το θύμα να φέρει ευθύνες για τις πράξεις του θύτη. Τις τελευταίες μέρες στην Ελλάδα έχουμε δύο τεράστια τέτοια παραδείγματα: πρώτα με τις απανωτές επιθέσεις στην Ολυμπιονίκη που τόλμησε να μιλήσει για μία τέτοια φριχτή εμπειρία της, και έπειτα με τις απαράδεκτες δηλώσεις της κ. Αξιόγλου σύμφωνα με τις οποίες «οι κυρίες, αν δεν έχουν ευαρέσκεια, δεν μπαίνουν στα δωμάτια μοναχικών ανδρών».

Πώς γίνεται άλλωστε να μην υπάρχει κουλτούρα βιασμού όταν η πρόεδρος ενός Συλλόγου Πρόληψης και Καταπολέμησης της Βίας κατά των Γυναικών υπαινίσσεται δημοσίως ότι υπάρχουν περιπτώσεις που τα θύματα βιασμού έχουν μερίδιο ευθύνης για όσα υπέστησαν;

Το συμπέρασμά μου: Το να συνειδητοποιεί κανείς τα σοβαρά κοινωνικά προβλήματα δεν συνεπάγεται ότι ο ίδιος ή ίδια μεταμορφώνεται ξαφνικά σε SJW - και η συνειδητοποίηση αυτή, τουλάχιστον για μένα, ήταν απελευθερωτική. Αντίθετα, το να κοιτάμε την κοινωνία μας κατάματα, ως φιλελεύθεροι πολίτες, μας δίνει τη δυνατότητα να προτείνουμε λύσεις που λαμβάνουν υπόψη τις «δικές μας» ανησυχίες περί ελευθερίας. Η άρνησή μας να αναγνωρίσουμε αυτά τα σημαντικά προβλήματα που αφορούν εκατομμύρια συμπολίτες μας, δίνει στους ακραίους SJW το μονοπώλιο της ευαισθησίας και της εξεύρεσης λύσεων.