Δύο παγίδες για την κυβέρνηση

Η μετάλλαξη «Ο» και η παρουσία του Κρίστιαν Λίντνερ στην ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών της Γερμανίας είναι δύο παράγοντες που ενδέχεται να ανατρέψουν τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς. Μπορεί δε, ο δεύτερος παράγοντας, ο Κρίστιαν Λίντνερ να αποδειχθεί πιο οδυνηρός από την μετάλλαξη. Άλλωστε, μέχρι στιγμής, ελάχιστα πράγματα γνωρίζουμε γι' αυτόν τον ιό. Έτσι είναι πιθανόν ο συναγερμός να λήξει χωρίς παρενέργειες. Ο ιός όμως της δημοσιονομικής πειθαρχίας των οικονομικά ενάρετων κρατών του Βορρά μπορεί να σαρώσει όλη τη Νότια Ευρώπη και ιδιαιτέρως την πατρίδα μας.

Βέβαια και η μετάλλαξη «Ο» αν οδηγήσει σε γενικευμένα μέτρα σε όλη την Ευρώπη αυτό θα έχει αρνητική επίπτωση στην εθνική οικονομία μας, ανεξαρτήτως των μέτρων που θα εφαρμοσθούν στην Ελλάδα. Ήδη εμφανίσθηκαν οι πρώτες συνέπειες στον τουρισμό. «Ενώ ο Σεπτέμβριος είχε γνωρίσει μια πλήρη αναστροφή του κλίματος, ο Οκτώβριος και ο Νοέμβριος δείχνουν και πάλι μια υποχώρηση» (Καθημερινή 27/11/2021). Δηλαδή το κλίμα στον τουρισμό, με ακυρώσεις ταξιδιών, επιδεινώθηκε πριν εμφανισθεί η μετάλλαξη «Ο». Αν τελικά, αυτή η μετάλλαξη αποδειχθεί ανθεκτικότερη και επιθετικότερη, τότε θα αρχίσουμε να μιλάμε για την τουριστική περίοδο του 2023. Βέβαια, οι παράγοντες του τουρισμού παραμένουν αισιόδοξοι για το 2022, θεωρώντας ρεαλιστικό το στόχο του προϋπολογισμού για έσοδα περίπου 15 δισ. ευρώ. Μακάρι η αισιοδοξία τους να αποτυπωθεί και στους αριθμούς.

Ο «ιός» Λίντνερ μπορεί να αποδειχθεί πολύ πιο επιθετικός από τη μετάλλαξη «Ο». Της σχολής Σόιμπλε θα στοχοποιήσει το πρόγραμμα ρευστότητας της ΕΚΤ και στη συνέχεια θα θέσει τα ζητήματα των ελλειμμάτων και του χρέους. Με απλά λόγια υπάρχει ένα ενδεχόμενο, η ΕΚΤ να μη συνεχίσει να αγοράζει τα ελληνικά ομόλογα.

Όλο αυτό το κλίμα αποτυπώνεται στη στάση αναμονής που τηρούν οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης απέναντι στην Ελλάδα, καθώς περιμένουν την απόφαση της ΕΚΤ για την αγορά των ελληνικών ομολόγων. Έτσι εξηγείται η σιωπή που κράτησαν οι Standard and Poor's και η Μoody's. Eκτιμούν πως μπορεί την άνοιξη του 2022 να προκληθεί μια αστάθεια στο κόστος δανεισμού για την πατρίδα μας, κάτι που θα έχει συνέπειες στο κόστος εξυπηρέτησης του ήδη υψηλότατου χρέους.

Και εδώ μπορεί να αποβεί «σωτήρια» η εμφάνιση της νέας παραλλαγής της Νοτίου Αφρικής, καθώς είναι πιθανό να καθυστερήσει αποφάσεις ή να μετριάσει τις προτάσεις των «γερακιών» της δημοσιονομικής πειθαρχίας.

Σε αυτήν την εικόνα θα πρέπει να τοποθετήσουμε και τον Μάριο Ντράγκι, πρωθυπουργό μιας χωράς με υψηλότατο χρέος, ο οποίος προφανώς δεν θα αφήσει τις ενάρετες χώρες του Βορρά να αποσταθεροποιήσουν οικονομικά και κυρίως πολιτικά τις χώρες του Νότου.

Είναι λογικό οι κυβερνητικοί σχεδιασμοί να έχουν βραχυπρόθεσμη στόχευση, καθώς το οικονομικό και υγειονομικό περιβάλλον θυμίζει κινούμενη άμμο. Όσο δε πλησιάζει ο χρόνος των εκλογών, τόσο τα περιθώρια των επιλογών για τον πρωθυπουργό θα στενεύουν. Στο κακό σενάριο δεν θα επιλέξει αυτός το χρόνο των εκλογών, στο καλό σενάριο θα βρει ένα άνετο δίμηνο και θα στήσει διπλές κάλπες.