Τα αμφίσημα μηνύματα των ΗΠΑ απέναντι στην Τουρκία
AP
AP

Τα αμφίσημα μηνύματα των ΗΠΑ απέναντι στην Τουρκία

Οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν και παραμένουν χωρισμένες σε δύο στρατόπεδα όσον αφορά την στάση έναντι της Τουρκίας. Το ένα στρατόπεδο εκφράζεται από τον αμερικανικό ΥΠΕΞ, Άντονι Μπλίνκεν, και είναι της άποψης ότι η Τουρκία αποτελεί χώρα- κλειδί, την οποία οι ΗΠΑ δεν πρέπει επουδενί να χάσουν, ακόμη και αν δημιουργεί προβλήματα ως σύμμαχος. Είναι η παρωχημένη αντίληψη της σκληρής αμερικανικής γραφειοκρατίας για το ρόλο της Άγκυρας, η οποία παραπέμπει περισσότερα στην ψυχροπολεμική εποχή και παρακάμπτει ακόμη και το γεγονός ότι το τουρκικό καθεστώς συνεργάζεται στενά με τη Ρωσία και το Ιράν.

Την πάγια αυτή θέση η οποία στηρίζει την αναβάθμιση και τη πώληση νέων μαχητικών στην Τουρκία με στόχο τη διασφάλιση της διαλειτουργικότητας εντός της συμμαχίας του ΝΑΤΟ, επανέλαβε χθες ο Αν.Μπλίνκεν, αν και έσπευσε να ξεκαθαρίσει ότι η κυβέρνηση θέλει να διασφαλίσει πως αυτός ο εξοπλισμός δεν θα χρησιμοποιηθεί για τη προώθηση διαφορών εντός της συμμαχίας. Όσοι υποστηρίζουν αυτή την αντίληψη για την Τουρκία, δεν έχουν απάντηση ως προς το γιατί η Τουρκία διαπραγματεύεται για ένα ζήτημα που είναι καίριας σημασίας για το ΝΑΤΟ στη σκιά του πολέμου στην Ουκρανία, όπως η ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας. Δηλαδή για ποιο λόγο εργαλειοποιεί ένα τέτοιο θέμα και βάζει δύσκολα στους Αμερικανούς. Ούτε έχουν απάντηση ως προς το πως η στροφή της Τουρκίας προς την Ανατολή μπορεί να αναστραφεί και η χώρα να επιστρέψει στη Δύση.

Στον αντίποδα της σχολής Μπλίνκεν βρίσκεται η άποψη ότι όσο η Δύση επιμένει στην παραπάνω πολιτική συνδιαλλαγής απέναντι στην Τουρκία, τόσο περισσότερο η τελευταία απομακρύνεται από αυτήν. Είναι η άποψη, κυριότερος εκφραστής της οποίας, είναι ο Γερουσιαστής Μπόμπ Μενέντεζ ότι η Τουρκία είναι μια χώρα που κινείται κόντρα στα αμερικανικά συμφέροντα. Δεν σέβεται τους νατοϊκούς εταίρους, όπως η Ελλάδα, λειτουργεί αποσταθεροποιητικά σε περιοχές ειδικού ενδιαφέροντος για τις Ηνωμένες Πολιτείες – ή που θα έπρεπε να είναι ειδικού ενδιαφέροντος, όπως η Ανατολική Μεσόγειος, λόγω του ενεργειακού παράγοντα. Η άποψη αυτή υποστηρίζει ότι πρόκειται για μια χώρα, η οποία διαφημίζει την αυτονομία των επιλογών της έναντι της Δύσης και αυτό που λέει ο Μενέντεζ είναι ότι πρέπει να βάλουμε ένα φραγμό και ένα πλαίσιο κανόνων στην Τουρκία. Ένα πλαίσιο, το οποίο θα πρέπει να το σεβαστεί. Διαφορετικά, δεν έχει θέση μέσα στο οικοδόμημα που λέγεται ΝΑΤΟ.

Αυτή τη στιγμή η άποψη του Μπλίνκεν είναι η κυρίαρχη, ωστόσο ακριβώς εξαιτίας της συμπεριφοράς της Τουρκίας και του Ερντογάν, η άποψη Μενέντεζ αρχίζει να αποκτά οπαδούς. Το στρατόπεδο του αμερικανού γερουσιαστή δεν είναι ακόμη πλειοψηφικό, όπως εκείνο που εκφράζει ο αμερικανός ΥΠΕΞ.

Συμπερασματικά, οι ΗΠΑ τελούν σε ένα καθεστώς σύγχυσης ως προς το πως πρέπει να χειριστούν την Τουρκία και αυτό. Τις δύο αυτές διαφορετικές προσεγγίσεις δείχνουν και οι αντικρουόμενες θέσεις που εξέφρασαν για τα F16 οι Μπλίνκεν και Μενέντεζ. Δύο στρατόπεδα όμως υπάρχουν στις ΗΠΑ και ως προς το ζήτημα των τουρκικών εκλογών.

Το ένα είναι αυτό που θεωρεί πως μια επανεκλογή του Ερντογάν δεν είναι απαραιτήτως κακή εξέλιξη για τις ΗΠΑ, πολλώ δε μάλλον, αν επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις τους ότι θα αναγκαστεί να αλλάξει πολιτική, καθώς μετά και το σεισμό, θα βρεθεί αντιμέτωπος με μια παρατεταμένη οικονομική κρίση. Ενώ, οι υποστηρικτές αυτής της άποψης αναγνωρίζουν ότι πρόκειται για ένα δύστροπο εταίρο, εντούτοις εκτιμούν ότι γνωρίζουν πως να διαπραγματευθούν με τον τούρκο πρόεδρο. Θεωρούν ότι γνωρίζει πως να χειριστεί τη χώρα και ειδικά σε ό,τι αφορά την οικονομία, παρ' ότι ενοχλούνται για τα «Erdoganomics», πιστεύουν ότι η πολιτική αυτή θα μπορούσε να αλλάξει μετά τις εκλογές. Κυρίως οι οπαδοί αυτού του στρατοπέδου θεωρούν ότι ο Ερντογάν είναι σχετικά ελεγχόμενος υπό την έννοια ότι υπάρχουν πολλές ανοικτές υποθέσεις σε βάρος του, όπως αυτή της Halk Bank.

Στο αντίπαλο αμερικανικό στρατόπεδο, συναντά κανείς εκείνους υπέρ της άποψης ότι οι Κεμαλιστές έρχονται με έναν άνεμο αλλαγής, θέλουν να εκδημοκρατίσουν την Τουρκία, να φέρουν τομές στο κράτος Δικαίου, να απελευθερώσουν, ενδεχομένως, τον Οσμάν Καβάλα ή τον συμπρόεδρο του φιλοκουρδικού κόμματος, Σελαχατίν Ντεμιρτάς. Πιστεύουν ότι η εκλογή του Κιλιντσάρογλου θα ενισχύσει τη διάκριση των εξουσιών, την ελευθερία του Τύπου και γενικά θα ενισχύσει μια σειρά από θεσμούς και αξίες, κυρίαρχες στα δημοκρατικά πολιτεύματα της Δύσης. Τέτοιες κινήσεις εκδημοκρατισμού χωρών, όπως η Τουρκία, αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερο βάρος για τις ΗΠΑ, η θέση των οποίων μετά και τον πόλεμο του Πούτιν στην Ουκρανία, είναι «δημοκρατία απέναντι στον αυταρχισμό».

Η Τουρκία έχει «διαβάσει» και αναλύσει τα δυνατά και τα αδύνατα σημεία καθενός εκ των δύο στρατοπέδων στις ΗΠΑ και επιχειρεί με κάθε διαθέσιμο εργαλείο να εκμεταλλευθεί την παραπάνω σύγχυση, προκειμένου να προωθήσει τις θέσεις της, για όσο καιρό η Ουάσινγκτον θα βρίσκεται σε αυτή την ιδιότυπη «ζάλη».