(Φωτ.: Από το 2013 που ανέλαβε Πρόεδρος του Ιράν, ο μετριοπαθής Hassan Rouhani έθεσε ως πρώτη προτεραιότητα να βγάλει τη χώρα από την απομόνωση και να την επαναφέρει μέσα στους μηχανισμούς της διεθνούς κοινότητας προβάλλοντας την ειρηνική χρήση της παραγόμενης πυρηνικής ενέργειας αλλά και αναδεικνύοντας ως βασικές αρχές της εξωτερικής του πολιτικής τις σχέσεις καλής γειτονίας, την ειρήνη, τη σταθερότητα και την παγκόσμια συνεργασία για την καταπολέμηση του διεθνούς εξτρεμισμού.)
Της Μαρίας Λουκοπούλου*
Οι προηγούμενες εβδομάδες ήταν άκρως ενδιαφέρουσες από πλευράς εξελίξεων στην ευρύτερη περιφέρεια της Μέσης Ανατολής. Όπως είναι γνωστό, τη 16 Ιανουαρίου, η Ευρωπαϊκή Ένωση, οι ΗΠΑ και άλλες οντότητες της Διεθνούς Κοινότητας ήραν τις οικονομικές κυρώσεις οι οποίες είχαν επιβληθεί στο Ιράν μετά τη διαβεβαίωση της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενεργείας (International Atomic Energy Agency - ΙΑΕΑ) ότι αυτό έχει συμμορφωθεί πλήρως με την υπογραφείσα συμφωνία σχετικά με το πυρηνικό του πρόγραμμα. Μία εβδομάδα αργότερα, στο 46ο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ (World Economic Forum) στο χιονοδρομικό θέρετρο του Νταβός, οι παγκόσμιοι πολιτικοί, οικονομικοί και επιχειρηματικοί ηγέτες συναντήθηκαν για να συζητήσουν θέματα που αφορούν στη βελτίωση της παγκόσμιας κατάστασης. Ένα από τα «καυτά» διεθνή θέματα που συζητήθηκαν ήταν τα νέα γεωπολιτικά και γεωοικονομικά δεδομένα και η επιστροφή του Ιράν στην παγκόσμια αγορά.
Η άρση των κυρώσεων αλλά και οι πανηγυρισμοί τόσο στην Τεχεράνη όσο και στην Ουάσιγκτον προκάλεσαν έναν εκνευρισμό στον Βασιλικό Οίκο των Σαούντ που τον οδήγησε να «απαντήσει» με μία επιθετική πολιτική και ρητορική. Οι χώρες του Περσικού Κόλπου (στα Αραβικά khaleeji) παρακολουθούν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τις τελευταίες εξελίξεις και την πορεία της ιρανικής διπλωματίας «maslahat» (πραγματισμός και φρόνηση για κατοχύρωση συμφερόντων), την οποία οι Σαουδάραβες προσπαθούν να αντιμετωπίσουν, καθόσον ιστορικά είναι οι αυτές ίδιες που επηρεάζονται πρωτίστως από τις θετικές ή αρνητικές επιπτώσεις του ανταγωνισμού των δύο αυτών ισχυρών γειτόνων τους.
Το Ριάντ παίζει το παλιό γνωστό χαρτί του!
Τη 2 Ιανουαρίου η Σαουδική Αραβία ανακοίνωσε την εκτέλεση 47 κρατουμένων οι οποίοι είχαν χαρακτηρισθεί ως απειλή για το Βασίλειο. Οι εκτελέσεις, ακόμα και μαζικές, είναι συχνές στο Σαουδαραβικό Βασίλειο. Αυτήν τη φορά όμως μεταξύ των εκτελεσθέντων ήταν και ένα διακεκριμένο άτομο που θα μπορούσε να προκαλέσει... ανισορροπία στο εύθραυστο status quo του Κόλπου.
Με τον αποκεφαλισμό του Σαουδάραβα Σιίτη κληρικού και πολιτικού ακτιβιστή Nimr Al Nimr, και ενώ το Ριάντ γνώριζε ότι η άρση των κυρώσεων στο Ιράν ήταν επικείμενη, έστειλε στο γειτονικό Ιράν αλλά και στον δικό του παραδοσιακό σύμμαχο, τις ΗΠΑ, ένα… μήνυμα του ηγεμονισμού του, που επιπροσθέτως αποσκοπούσε να προκαλέσει ένταση. Εδώ κρίνεται σκόπιμο να υπενθυμίσουμε ότι ο Σεΐχης Nimr Al Nimr αγωνιζόταν για τα ατομικά και θρησκευτικά δικαιώματα των ομόδοξων Σαουδαράβων οι οποίοι ζουν στις ανατολικές και πλούσιες σε πετρέλαιο περιοχές της Σαουδικής Αραβίας, αν και, σύμφωνα με όσα έχουν δημοσιευθεί από το Wikileaks, για αμερικανικούς κύκλους ο Σεΐχης Nimr επιζητούσε την απόσχιση των ανατολικών περιοχών με τη βοήθεια της ιρανικής πλευράς.
Όπως έχει περιγράψει πολύ παραστατικά ο γνωστός αναλυτής του Carnegie Endowment for International Peace, Frederic Wehrey, η Τεχεράνη και το Ριάντ ελέγχουν τη σεκταριστική «θερμοκρασία» της περιοχής σαν να έχουν… θερμοστάτη. Η Σαουδική Αραβία και το Ιράν έχουν εμπλακεί σε πόλεμο με αντιπροσώπους (proxy war) σε «διαφορετικές θερμοκρασίες» για πολλούς αιώνες προκειμένου να δημιουργήσουν μία περιφερειακή «τάξη» σύμφωνα με τα συμφέροντα τους. Αν και σε πολλούς είναι ήδη γνωστό, να υπενθυμίσουμε εξαιρετικά συνοπτικά ότι πριν από περίπου 1.400 χρόνια δημιουργήθηκε ένα σοβαρό Σχίσμα στον Μουσουλμανικό κόσμο λόγω της διαφωνίας για το ποιος θα διαδεχόταν τον Προφήτη που κατέληξε στους Σουνίτες (παγκοσμίως 85% του συνολικού αριθμού των μουσουλμάνων) και στους Σιίτες οι οποίοι από τότε μέχρι σήμερα «μάχονται» οι μεν τους δε. Στον Κόλπο («khaleeji») έχουμε δύο θεοκρατικά κράτη με έντονο ηγεμονικό ανταγωνιστικό χαρακτήρα, τη Σαουδική Αραβία, με μία αυστηρή θεοκρατική εκδοχή του σουνιτικού Ισλάμ, γνωστή ως Wahhabism, και το Ιράν, που αποτελεί μία σιιτική θεοκρατία. Και οι δύο θεοκρατίες διεκδικούν τη θρησκευτική ηγεσία του μουσουλμανικού κόσμου. Το θέμα όμως είναι ότι αυτό το σχίσμα δεν είναι πια τόσο θρησκευτικό, όσο είναι πολιτικό, όπως πολύ σωστά δήλωσε και ο Γάλλος Πρεσβευτής στις ΗΠΑ, Gerard Araud: «Ως συνήθως, η θρησκεία είναι όργανο στις κρατικές φιλοδοξίες».
Γιατί τόση νευρικότητα από τους… Πρίγκιπες;
Το ερώτημα που προκύπτει είναι γιατί οι «επιχειρηματίες» Πρίγκιπες… πανικοβλήθηκαν έτσι ώστε να αντιμετωπίσουν ένα θέμα υψηλής πολιτικής σπασμωδικά! Είναι γνωστό ότι η Σαουδική Αραβία διακατεχόταν πάντοτε από μία... ιρανοφοβία, η οποία κορυφώθηκε διότι θεώρησε ότι με τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα και την άρση των κυρώσεων ενισχύονται οι ηγεμονικές φιλοδοξίες του Ιράν στον Κόλπο και εξέλαβε την εξέλιξη αυτή ως πισώπλατη μαχαιριά από μέρους των Αμερικανών Συμμάχων.
Η εκτέλεση του Σεΐχη Nimr Al Nimr και η έφοδος που πραγματοποιήθηκε από φανατικούς Ιρανούς στη σαουδαραβική πρεσβεία της Τεχεράνης πυροδότησαν έναν μίνι ψυχρό πόλεμο. Εκτιμούμε ότι δύο σημαντικοί λόγοι οδήγησαν τη Σαουδική Αραβία στο να βρει κάποια διέξοδο σε αυτόν τον νέο περιφερειακό σεχταριστικό ψυχρό πόλεμο. Πρώτα απ' όλα η Σαουδική Αραβία θεωρεί ότι με την επιτυχή εφαρμογή της συμφωνίας για το πυρηνικό εξοπλιστικό πρόγραμμα του Ιράν, η Τεχεράνη επανέρχεται στους μηχανισμούς της διεθνούς κοινότητας και αυξάνει βαθμιαία το διεθνές της κύρος, καθιστώντας το ιρανικό καθεστώς έναν αξιόπιστο συνομιλητή. Αυτή η νέα κατάσταση για τους Σαούντ συνιστά απειλή για τον περιφερειακό ρόλο της χώρας τους και… επιστρατεύοντας τον αντι-σιιτικο σεχταρισμό επιχειρούν να κρατήσουν το Ιράν σε απομόνωση και να ανασχέσουν την οποιαδήποτε μελλοντική του επιρροή. Πέρα όμως από τα προαναφερθέντα, με τον ιδιότυπο αυτό ψυχρό πόλεμο το Σαουδαραβικό Βασίλειο προσπαθεί να εκτρέψει τα έντονα εσωτερικά του προβλήματα και τις άλλες λανθασμένες πολιτικές του εξωτερικό. Η επιχείρηση «Decisive Storm» εναντίον των Χούτις στην Υεμένη θεωρείται σημαντική αποτυχία, μιας και ο υπερσυντηρητικός Οίκος των Σαούντ δεν μπορεί να διατηρήσει ολόκληρη την αραβική χερσόνησο σε «τάξη», ενώ έχει να αντιμετωπίσει την τιμωρητική διάθεση που έχουν η al - Qaeda και άλλες ακραίες διασυνδεδεμένες ακραίες ισλαμιστικές ομάδες που δρουν εντός και εκτός της χώρας, όταν πολλά κράτη και άλλες διεθνείς οντότητες την κατηγορούν πλέον ευθέως ως κρυφή φωλιά και εκκολαπτήριο τζιχαντιστών. Ο άλλος μεγάλος και διαρκής πονοκέφαλος για το «κράτος – επιχειρηματία», όπως πολύ πετυχημένα ο Καθηγητής κ. Ρούσος χαρακτηρίζει τη Σαουδική Αραβία, είναι οι χαμηλές τιμές του μαύρου χρυσού και τα συνεχώς αυξανόμενα δημόσια ελλείμματα. Αρκεί να επισημανθεί ότι μία εβδομάδα πριν την εκτέλεση του Σεΐχη Al Nimr το Ριάντ ανακοίνωσε επίσημα ότι το εκτιμώμενο δημόσιο έλλειμμα θα φθάσει τα 100 δισ. Τα μειωμένα έσοδα από την πώληση πετρελαίου αναγκάζουν το σαουδαραβικό Βασίλειο να περικόψει κοινωνικές και λοιπές κρατικές δαπάνες και να ιδιωτικοποιήσει πολλές κρατικές επιχείρησες.
Επί δεκαετίες, οι Σαουδάραβες Πρίγκιπες κάθε φορά που είχαν εσωτερικά προβλήματα έβρισκαν στο Ιράν ένα εύκολο αποδιοπομπαίο τράγο, μιας και τα αντιιρανικά και αντισιιτικά συναισθήματα είναι διαχρονικά και έτσι τώρα προσπαθούν να περιγράψουν την εθνική τους ταυτότητα, καθόσον το 10 - 15% του πληθυσμού τους θεωρείται αιρετικό και ως ιρανική «Πέμπτη Φάλαγγα».
Game of words and game of thrones
Αναμφισβήτητα η πυρηνική συμφωνία δεν θα μειώσει άμεσα το έλλειμμα εμπιστοσύνης μεταξύ Δύσης και του θεοκρατικού Ιράν, αλλά η Τεχεράνη δίνει μαθήματα ρεαλιστικής πολιτικής τόσο στη Δύση όσο και στο σαουδαραβικό Βασίλειο ακολουθώντας τη γνωστή «επιταγή» του Palmerston ότι «δεν υπάρχουν μόνιμοι φίλοι και εχθροί, αλλά μόνιμα εθνικά συμφέροντα που πρέπει να υποστηριχθούν», αλλά και το ότι «ο εχθρός του εχθρού μου δεν σημαίνει ότι απαραίτητα είναι και φίλος μου». H Τεχεράνη βασίζει πλέον την εξωτερική της πολιτικής στο «maslahat», που θα μπορούσαμε να το αποδώσουμε ελεύθερα «ως συμφέρον με βάση τον ρεαλισμό και τη φρόνηση».
Στο παγωμένο Νταβός «το θερμόμετρο έπιασε κόκκινο», όταν ο Ιρανός υπουργός Εξωτερικών, σε συνέντευξη του, κατηγόρησε τη Σαουδική Αραβία ότι δαπάνησε εκατομμύρια δολάρια για να κάνει lobby στο Αμερικανικό Κογκρέσο προκειμένου να αποτρέψει την πυρηνική συμφωνία. Ο πόλεμος δηλώσεων συνεχίσθηκε και από την άλλη πλευρά, όταν ο Πρίγκιπας Turki, εβδομηντάχρονος… νεότερος γιος του αποθανόντος βασιλιά Faisal και πρώην Αρχηγός των Υπηρεσιών Πληροφοριών της Σαουδικής Αραβίας, τόνισε τον ρόλο του Ιράν στη συριακή κρίση και στην υποστήριξη του Assad. Τις λεκτικές επιθέσεις προς την Τεχεράνη συνέχισε ο Σαουδάραβας ΥΠΕΞ, Adel al-Jubeir, με ένα κρεσέντο κατηγοριών περί υπόθαλψης τρομοκρατικών και παραστρατιωτικών ομάδων.
Στην άλλη πλευρά του Κόλπου, από το 2013 που ανέλαβε Πρόεδρος, ο μετριοπαθής Hassan Rouhani έθεσε ως πρώτη προτεραιότητα να βγάλει από την απομόνωση το Ιράν και να το επαναφέρει μέσα στους μηχανισμούς της διεθνούς κοινότητας προβάλλοντας την ειρηνική χρήση της παραγόμενης πυρηνικής ενέργειας αλλά και αναδεικνύοντας ως βασικές αρχές της εξωτερικής του πολιτικής τις σχέσεις καλής γειτονίας, την ειρήνη, τη σταθερότητα και την παγκόσμια συνεργασία για την καταπολέμηση του διεθνούς εξτρεμισμού. Ο Ιρανός ΥΠΕΞ, Javad Zarif, σε μία κλασική άσκηση δημόσιας διπλωματίας (public diplomacy), απευθυνόμενος στην αμερικανική κοινή γνώμη των ΗΠΑ με άρθρο του στους New York Times, κατηγόρησε τη σαουδαραβική ηγεσία ως υποκριτική, καθόσον αυτή για πολλά χρόνια έχει καλλιεργήσει τον ισλαμικό εξτρεμισμό και εκκόλαψε τρομοκρατικές ενέργειες όπως αυτή της 11ης Σεπτεμβρίου και των προσφάτων επιθέσεων στο San Bernardino, με την επισήμανση ότι στη συντριπτική τους πλειονότητα τα μέλη της al - Qaeda και της al - Nusra είναι Σαουδάραβες. Καταδίκασε, βέβαια, κατηγορηματικά την επίθεση των Ιρανών διαδηλωτών στη σαουδαραβική πρεσβεία της Τεχεράνης.
Προφανώς με την άρση των κυρώσεων δισεκατομμύρια δολαρίων θα ξεπαγώσουν και η οικονομική αφυδάτωση του Ιράν θα αρχίσει να υποχωρεί. Αυτό είναι το πλέον σημαντικό για το Ιράν και σε κάθε περίπτωση οι Ιρανοί αξιωματούχοι δηλώνουν ότι είναι ανοικτοί για επενδύσεις.
Συμμαχίες και διαβεβαιώσεις
Αμέσως μετά το Νταβός, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, John Kerry, πέταξε στο Ριάντ, σε μία προσπάθεια να καθησυχάσει το Βασίλειο της... Ερήμου και των πετρελαιοπηγών, για να καθησυχάσει τη σαουδαραβική ηγεσία και να την πείσει ότι η εξομάλυνση των σχέσεων με το Ιράν και έναρξη πολιτικού διαλόγου, κάτι που ήταν αδιανόητο στις προηγούμενες δεκαετίες, δεν πρόκειται να απειλήσει τους παραδοσιακούς δεσμούς και τη συμμαχία τους με τις ΗΠΑ.
H Ουάσιγκτον προσπαθεί να κερδίσει κάποιον χρόνο για να μπορέσει να διαχειρισθεί τις προκλήσεις κενού εξουσίας που δημιουργείται στη Συρία αλλά και του αγώνα εναντίον του ISIS. Θα είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον να δούμε πώς οι νέες ισορροπίες θα μετεξελιχθούν, τη στιγμή που οι Ρεπουμπλικάνοι υποψήφιοι που φιλοδοξούν να διαδεχθούν στην Προεδρία τον Obama αντιτίθενται στην πυρηνική συμφωνία και στην εξομάλυνση των σχέσεων με το Ιράν. Από το Δημοκρατικό στρατόπεδο, η προεδρική υποψήφια Hillary Clinton, η οποία πιστώνεται ως ΥΠΕΞ την αποτελεσματικότητα της πολιτικής των κυρώσεων υποστήριξε τον Obama επισημαίνοντας ότι η πολιτική που ακολουθεί με το Ιράν κάνει τον κόσμο ασφαλέστερο. Η διακυβέρνηση Obama φαίνεται δεν ακολούθησε επεμβατική πολιτική στη Μέση Ανατολή και έδειξε απροθυμία να εμπλακεί σε μείζονες στρατιωτικές επιχειρήσεις. Η πολιτική αυτή είναι μάλλον μία ιδεολογική προτίμηση για μειωμένη παγκόσμια εμπλοκή, καθόσον η πραγματικότητα είναι οι επεμβάσεις που έγιναν μετά την 9/11 στην ευρύτερη Μέση Ανατολή και ιδιαίτερα αυτή του Ιράκ δημιούργησαν μεγαλύτερα προβλήματα ασφαλείας.
Συμπερασματικά, η Σαουδική Αραβία, με μία μάλλον νευρική αντίδραση, προσπάθησε να έλξει το Ιράν σε μία ένταση, για να αποδείξει στη Δύση ότι έπραξε ένα τεράστιο λάθος με την άρση των κυρώσεων. Φαίνεται όμως ότι το Ριάντ επέλεξε λάθος… μάχη! Η ιρανική κυβέρνηση με ψύχραιμο τρόπο έβαλε πάνω από όλα τον πραγματισμό και τα συμφέροντα της και μένει να δούμε πώς η νέα αυτή εποχή των σχέσεων Ιράν - Δύσης θα επιδράσει στις γεωπολιτικές τεκτονικές αλλαγές εν όψει και των αμερικανικών προεδρικών εκλογών του Νοέμβριου αλλά και στις πολιτικές των λοιπών περιφερειακών παικτών στο νέο αυτό γεωπολιτικό puzzle.
* Η κ. Μαρία Λουκοπούλου είναι πτυχιούχος του Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του ΠΑΠΕΙ και κάτοχος μεταπτυχιακού στις Πολιτικές της Μέσης Ανατολής του Πανεπιστημίου Exeter. Έχει διατελέσει ερευνήτρια στο Κέντρο Μεσογειακών και Ισλαμικών Σπουδών (ΚΕΜΙΣ) και εργάζεται στη Μεγάλη Βρετανία ως Αναλύτρια Νομικού Ρίσκου και Συγκρούσεων.