Η έπαρση της «μεσολαβήτριας» Τουρκίας και το γεύμα της Κωνσταντινούπολης

Η έπαρση της «μεσολαβήτριας» Τουρκίας και το γεύμα της Κωνσταντινούπολης

Πόσο ακριβά είναι διατεθειμένες να πληρώσουν η Ουάσιγκτον και οι Βρυξέλλες μια αποτυχημένη μεσολαβητική προσπάθεια η οποία απλώς έδωσε την ευκαιρία στη μεν Ρωσία να προβάλει την προπαγάνδα της και το δήθεν φιλειρηνικό πρόσωπό της, στον δε ουκρανό υπουργό εξωτερικών να διαπιστώσει απλώς την ωμότητα και τον κυνισμό του Ρώσου συναδέλφου του.

Και όμως, η Τουρκία επιχείρησε ήδη με έναν φθηνό τρόπο να αποσπάσει ήδη τα πρώτα ανταλλάγματα από την Ουάσιγκτον, καθώς ο Τ. Ερντογάν  σε τηλεφωνική συνομιλία που είχε με τον κ. Μπάιντεν, ζήτησε τη διευκόλυνση της Τουρκίας ώστε να παίξει τον μεσολαβητικό ρόλο της και επίσης την «άρση των άδικων κυρώσεων» που της έχουν επιβληθεί.

Ο τούρκος πρόεδρος μάλιστα ζήτησε από τον κ. Μπάιντεν να προχωρήσει η πώληση των 40 F16 στην Τουρκία και το πρόγραμμα εκσυγχρονισμού των υπολοίπων F16. Μια απόφαση όμως η οποία πρέπει να ξεπεράσει το εμπόδιο της Γερουσίας και του Κογκρέσου, που υπό τις παρούσες συνθήκες θα είναι εξαιρετικά δύσκολο.

Αυτό που ίσως διαφεύγει της προσοχής είναι ότι η Τουρκία με πρόσχημα τη διατήρηση του δήθεν μεσολαβητικού ρόλου της, θέλει να κατοχυρώσει την εξαίρεσή της από την υποχρέωση των Συμμάχων στο ΝΑΤΟ και των εταίρων στο πλαίσιο της ΕΕ για επιβολή κυρώσεων στη Ρωσία.

Κυρώσεις που βεβαίως έχουν κόστος για τις χώρες που αναλαμβάνουν από κοινού την ευθύνη της αντιμετώπισης της ρωσικής απειλής και από το οποίο θέλει η Άγκυρα να απαλλαγεί, διατηρώντας συγχρόνως προνομιακή σχέση με τη Ρωσία.

Η αμερικανική κυβέρνηση που δεν έχει κρύψει τη διάθεσή της για αποκατάσταση των διαταραγμένων σχέσεων με την Τουρκία, θα  πρέπει να εξηγήσει και να δικαιολογήσει στα δύο νομοθετικά σώματα, τη στάση αυτή της Τουρκίας και τη διατήρηση ανέγγιχτων των τουρκορωσικών  σχέσεων, παρά τις κυρώσεις που έχουν επιβάλει οι χώρες του ΝΑΤΟ και της ΕΕ.

Το επιχείρημα ότι προκειμένου να συνομιλεί ο Τ. Ερντογάν με τον ρώσο πρόεδρο θα πρέπει η Δύση να συμβιβαστεί με την παρουσία ρωσικών πυραυλικών συστημάτων στο τουρκικό έδαφος, τη συνέχιση μιας τεράστιας επένδυσης της κατασκευής πυρηνικού σταθμού ενέργειας από την κρατική ρωσική εταιρεία πυρηνικής ενέργειας, τη στενή πολιτική σχέση των δυο χωρών και τη συνεργασία τους στο έδαφος της Συρίας που ουσιαστικά στρέφεται εναντίον των συμμάχων των Αμερικανών, των κούρδων του SDF και τη διατήρηση των ενεργειακών, εμπορικών και τουριστικών σχέσεων των δυο χωρών, δεν μπορεί και δεν πρέπει να γίνει αποδεκτό.

Η Τουρκία θα διατηρήσει και στην παρούσα φάση τον σημαντικό ρόλο της ως χώρας «πρώτης γραμμής» έναντι της Ρωσίας, ρόλο που εκμεταλλεύθηκε στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου και αυτό θα επηρεάζει σημαντικά και τις αποφάσεις της Ουάσιγκτον σχετικά με τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις. Όμως αυτό θα υποχρεώσει σύντομα την Τουρκία να διαλέξει στρατόπεδο χωρίς αστερίσκους και εξαιρέσεις…

Μέσα σε αυτό το κλίμα δημιουργούνται εύλογα ερωτηματικά για το πως επηρεάζεται η συνάντηση Μητσοτάκη - Ερντογάν. Η τουρκική ηγεσία είναι  σε φάση έπαρσης, θεωρώντας ότι ανατέθηκε στην ίδια η διασφάλιση της παγκόσμιας ειρήνης, παρά το γεγονός βεβαίως ότι μια επιτυχής μεσολάβηση κρίνεται εκ του αποτελέσματος.

Επίσης, η Άγκυρα θέλει να δώσει το μήνυμα ότι είναι υπέρ της αντιμετώπισης όλων των προβλημάτων στην εξωτερική πολιτική της με κομβικό σημείο την επίσκεψη του ισραηλινού προέδρου Ι. Χέρτζογκ στην Τουρκία και οι αισιόδοξοι στην Αθήνα περιμένουν ότι η ίδια θετική διάθεση θα διαπνέει τον Τ. Ερντογάν και την Κυριακή.

Όμως για τον Τ. Ερντογαν η Ελλάδα και η Κύπρος, δεν είναι ούτε Ισραήλ, ούτε Αίγυπτος ούτε Εμιράτα. Το όραμα και το εθνικιστικό αφήγημα του Τ. Ερντογάν σκοντάφτει στην Ελλάδα και στην Κύπρο και ο αναθεωρητισμός τον οποίο έχει αναγάγει σε επίσημη τουρκική πολιτική στρέφεται εναντίον των δύο γειτονικών χωρών στις οποίες έχει εδαφικές βλέψεις. Και γι' αυτό η «καλή διάθεση» για κλείσιμο μετώπων αφορά μη γειτονικές χώρες ή τουλάχιστον χώρες έναντι των οποίων δεν έχει η Τουρκία εδαφικές βλέψεις.

Η κρίση στην Ουκρανία προσφέρει ένα θέμα στην ατζέντα της Κυριακής που μπορεί να βρεθούν κάποια λίγα σημεία σύγκλισης.  Όμως είναι  εξαιρετικά δύσκολο το γεύμα της Κυριακής να κυλήσει απλώς με τη συζήτηση περί των κινδύνων από τον πόλεμο στην Ουκρανία και της «αμοιβαίας βούλησης» για καλές σχέσεις, για αξιοποίηση των «διερευνητικών επαφών» κ.α.

Διότι όταν η συζήτηση έρθει στην ανάγκη διατήρησης του αρραγούς μετώπου της Νοτιοανατολικής πτέρυγας της Συμμαχίας και αποφυγής περιττών εντάσεων, δεν θα μπορεί  να κρυφθεί κάτω από το χαλί, ο  λόγος που προκαλεί τις εντάσεις αυτές, που δεν είναι άλλος από τον τουρκικό αναθεωρητισμό εναντίον της Ελλάδας και της Κύπρου  ο οποίος δεν διαφέρει και πολύ από τον αναθεωρητισμό του Β. Πούτιν.