Η αγροτική οικονομία στο σταυροδρόμι: Ο Έβρος και η χώρα ενώπιον μιας εθνικής πρόκλησης
Shutterstock
Shutterstock

Η αγροτική οικονομία στο σταυροδρόμι: Ο Έβρος και η χώρα ενώπιον μιας εθνικής πρόκλησης

Η ελληνική ύπαιθρος βιώνει εδώ και πολλά χρόνια την πορεία προς την παρακμή και την συρρίκνωση και μάλιστα σε μία περίοδο όπου οι αλλεπάλληλες γεωπολιτικές κρίσεις αναδεικνύουν την σημασία της εθνικής αυτάρκειας. Οι γεωργοί και οι κτηνοτρόφοι μας αντιμετωπίζουν ένα σκηνικό απόλυτης αβεβαιότητας, με βασικές συνιστώσες το αυξημένο κόστος παραγωγής και την διαχρονική ανεπάρκεια στην άσκηση γεωργικής πολιτικής, που δεν αφήνει πολλά περιθώρια αισιοδοξίας.

Ο Έβρος και ευρύτερα η Θράκη συνιστά ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της ζοφερής πραγματικότητας: μια περιφέρεια υψηλής στρατηγικής σημασίας, με πλούσιο παραγωγικό δυναμικό, αλλά που είναι εγκαταλελειμμένη εδώ και δεκαετίες από το κράτος.

Δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια, η κτηνοτροφία της Θράκης έχει δεχθεί αλλεπάλληλα πλήγματα και η πρόσφατη επιδημία της ευλογιάς αιγοπροβάτων έρχεται να δώσει ένα τελευταίο εξοντωτικό χτύπημα. Οι μαζικές θανατώσεις ζώων αφήνουν εκατοντάδες κτηνοτρόφους χωρίς εισόδημα και το κυριότερο χωρίς ρεαλιστικό σχέδιο ανάκτησης του ζωικού κεφαλαίου.

Οι αποζημιώσεις καθυστερούν επί μήνες και εξαγγελίες στήριξης είναι ανεπαρκείς. Ανάλογη εικόνα παρουσιάζουν και οι καλλιέργειες. Το βαμβάκι, το σιτάρι και το καλαμπόκι πληρώνονται σε τιμές που συχνά δεν καλύπτουν ούτε το κόστος παραγωγής.

Η πρόσβαση των αγροτών σε χρηματοδότηση παραμένει δύσκολη, ενώ οι καθυστερήσεις στις πληρωμές των ενισχύσεων θέτουν σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα τους. Το αποτέλεσμα είναι ένας φαύλος κύκλος: περιορισμένη ρευστότητα, αδυναμία αγοράς ζωοτροφών ή λιπασμάτων, μειωμένη παραγωγή και ακόμη χαμηλότερα εισοδήματα.

Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ ήρθε να πλήξει και το τελευταίο ίχνος εμπιστοσύνης που είχε απομείνει. Όταν ένας φορέας που διαχειρίζεται δισεκατομμύρια ευρώ σε αγροτικές ενισχύσεις βρίσκεται στο επίκεντρο υπόθεσης κακοδιαχείρισης και καθυστερήσεων, το πρόβλημα δεν είναι μόνο η διαφθορά. Είναι ότι η πολιτεία χάνει ένα κρίσιμο εργαλείο άσκησης αγροτικής πολιτικής.

Ο ΟΠΕΚΕΠΕ δεν είναι απλά ένα σύστημα διανομής ενισχύσεων· είναι βασικός μοχλός άσκησης πολιτικής για την προστασία των αγροτών και την ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό της αγροτικής οικονομίας. Όταν αυτό το βασικό εργαλείο αποσαθρώνεται και χάνει την εμπιστοσύνη του αγροτικού κόσμου η ζημιά είναι διπλή: οικονομική και θεσμική με πολύ οδυνηρές μακροπρόθεσμες επιπτώσεις.

Η παραδοχή της κυβέρνησης για την αποτυχία του ΟΠΕΚΕΠΕ ήταν μια αναγκαία συνθήκη για την ανάκτηση της εμπιστοσύνης των πολιτών, αλλά δεν αρκεί. Η «ενσωμάτωση» του ΟΠΕΚΕΠΕ στην ΑΑΔΕ θα κριθεί εν ευθέτω χρόνω. Ωστόσο, ζητούμενο στη λύση που πρόκρινε η κυβέρνηση είναι η ανάκτηση της αξιοπιστίας διασφαλίζοντας τη διαφάνεια, την ολική επανεξέταση της τεχνικής υποστήριξης του ΟΠΕΚΕΠΕ που φαίνεται ότι δεν διέθετε δικλείδες ασφαλείας, και τις στοχευμένες παρεμβάσεις εκεί όπου υπάρχει πραγματική ανάγκη.

Οι αγρότες του Έβρου και όλης της χώρας δεν ζητούν προνόμια· ζητούν να λειτουργεί το κράτος με διαφάνεια και δικαιοσύνη. Να αποζημιώνονται έγκαιρα, να γνωρίζουν με σαφήνεια τους κανόνες, να έχουν πρόσβαση σε γνώση και σε υποδομές που θα τους επιτρέψουν να παράγουν και να επενδύσουν.

Η Ελλάδα χρειάζεται μια αγροτική πολιτική που να συνδέει την παραγωγή με την ασφάλεια τροφίμων, τη βιωσιμότητα, τις νέες μορφές τουρισμού και την περιφερειακή ανάπτυξη. Απαιτούνται σύγχρονες υποδομές που θα στηρίζουν τη γεωργία, την κτηνοτροφία και τους μηχανισμούς προστασίας και στήριξης των αγροτών. Παράλληλα, η συνεργασία παραγωγών μέσα από συνεταιριστικά σχήματα που λειτουργούν με ιδιωτικοοικονομικά αλλά και κοινωνικά κριτήρια, η στροφή σε βιολογικές καλλιέργειες και ο εξαγωγικός προσανατολισμός της αγροτικής οικονομίας μπορούν να δώσουν νέα πνοή στην ύπαιθρο.

Σε ό,τι αφορά τον τόπο μου, ο Έβρος χρειάζεται εμπιστοσύνη, σχέδιο και στήριξη. Οι άνθρωποί του γνωρίζουν τη γη, αντέχουν στις δυσκολίες και μπορούν να κρατήσουν ζωντανό τον τόπο τους αρκεί το κράτος να τους δει όχι μόνο ως εισπράκτορες επιδοτήσεων, αλλά ως εταίρους σε ένα κοινό όραμα για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας.

Το στοίχημα δεν είναι μόνο οικονομικό. Είναι πρωτίστως εθνικό και κοινωνικό. Γιατί κάθε φορά που ένα χωράφι εγκαταλείπεται ή ένα κοπάδι αφανίζεται, δεν χάνονται μόνο εισοδήματα — χάνεται ένα κομμάτι της εθνικής μας αυτάρκειας. Και αυτό είναι κάτι που η χώρα σε αυτούς δύσκολους καιρούς δεν έχει την πολυτέλεια να υπομείνει.