Μετά από μια εβδομάδα σχετικής ψυχραιμίας στις παγκόσμιες αγορές, η αντίδραση στις αμερικανικές επιθέσεις σε ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις θα βρίσκεται στο επίκεντρο τις επόμενες ημέρες.
Αν και ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε ότι οι επιθέσεις σε τρεις από τις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν ήταν μια « θεαματική στρατιωτική επιτυχία » που «εξαφάνισε εντελώς» τις μεγάλες εγκαταστάσεις εμπλουτισμού ουρανίου της χώρας, εντούτοις οι δορυφορικές εικόνες από τη Maxar Technologies που δείχνουν δραστηριότητα φορτηγών και οχημάτων κοντά στην είσοδο του υπόγειου στρατιωτικού συγκροτήματος στις πυρηνικές εγκαταστάσεις Φόρντο του Ιράν πριν από τις αεροπορικές επιδρομές των ΗΠΑ, έχουν δημιουργήσει ερωτήματα κατά πόσο το μεγαλύτερο μέρος του εμπλουτισμένου ουρανίου απομακρύνθηκε από τις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Φορντό πριν από τους βομβαρδισμούς των ΗΠΑ.
Επιπλέον, το αποτέλεσμα της αμερικανικής επιχείρησης δεν έχει επιβεβαιωθεί από κάποια ανεξάρτητη αρχή, ενώ μέσω της πλατφόρμας Χ ο Αλί Σαμχάρι, σύμβουλος του ηγέτη του Ιράν, δήλωσε ότι το Ιράν διαθέτει ακόμα στοκ εμπλουτισμένου ουρανίου και ως εκ τούτου η παρτίδα για τους Ιρανούς δεν έχει χαθεί.
Γίνεται κατανοητό ότι μιλάμε σε τελείως διαφορετική βάση όσον αφορά τις εξελίξεις εφεξής, από το αν πράγματι το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν έχει καταστραφεί ή όχι.
Όπως και να έχει, τα πλήγματα σηματοδοτούν την πρώτη φορά που οι ΗΠΑ διεξάγουν άμεση στρατιωτική επίθεση στο Ιράν και αποτελούν σαφή κλιμάκωση των γεωπολιτικών εντάσεων, με τον υπουργό Εξωτερικών του Ιράν, Αμπάς Αραγτσί, να δηλώνει ότι η η χώρα «διατηρεί όλες τις επιλογές για να υπερασπιστεί την κυριαρχία, τα συμφέροντα και τον λαό της», ενώ ο Αντιπρόεδρος Τζ.Ντ. Βανς διευκρίνησε ότι οι ΗΠΑ δεν βρίσκονται σε πόλεμο με το Ιράν αλλά με το πυρηνικό του πρόγραμμα.
Οι επιλογές του Ιράν
Σύμφωνα με το ΒΒC το Ιράν έχει τρεις πιθανές επιλογές:
-Να αποφύγει την άμεση στρατιωτική απάντηση προς τις ΗΠΑ, αποτρέποντας ενδεχομένως έναν νέο γύρο αμερικανικών πληγμάτων και ανοίγοντας εκ νέου τον δρόμο της διπλωματίας.
Eίναι το καλύτερο σενάριο για τις αγορές, όμως συνεπάγεται σοβαρό πολιτικό κόστος στο εσωτερικό, καθώς η μη αντίδραση ενδέχεται να εκληφθεί ως αδυναμία και να διαβρώσει περαιτέρω την αξιοπιστία του καθεστώτος απέναντι στον λαό.
-Η δεύτερη επιλογή περιλαμβάνει στρατιωτική απάντηση μεγάλης κλίμακας, που ενέχει το υψηλό ρίσκο γενικευμένου πολέμου.
Το Ιράν διαθέτει ακόμη ένα αξιόλογο οπλοστάσιο βαλλιστικών πυραύλων, ενώ στη διάθεσή του βρίσκεται ένας κατάλογος περίπου 20 αμερικανικών βάσεων σε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή που θεωρούνται εν δυνάμει και νόμιμοι πλέον στόχοι κατά τα λεγόμενα κορυφαίου συμβούλου του ανώτατου ηγέτη του Ιράν Αλί Χαμενεΐ.
-Η καθυστέρηση της απάντησης είναι η τρίτη επιλογή. Το Ιράν θα μπορούσε να αποσύρει προσωρινά την επιθετική ρητορική, να περιμένει την αποκλιμάκωση της έντασης και να επιλέξει το κατάλληλο χρονικό σημείο για να επιφέρει ένα αιφνιδιαστικό χτύπημα, όταν οι αμερικανικές δυνάμεις δεν θα βρίσκονται σε ύψιστη ετοιμότητα.
Αυτό το σενάριο συνάδει με την τακτική που έχει ακολουθήσει η Τεχεράνη στο παρελθόν καθώς της επιτρέπει να διατηρεί τον στρατηγικό έλεγχο και να επιλέγει τους όρους της σύγκρουσης. Ως εκ τούτου, είναι ίσως η πιο πιθανή επιλογή του Ιράν.
Η αντίδραση των αγορών
Είναι δύσκολο να φανταστούμε ότι οι μετοχές δεν θα αντιδράσουν αρνητικά μετά την κλιμάκωση της έντασης στη Μέση Ανατολή.
Το ερώτημα κλειδί βέβαια είναι για πόσο.
Όπως είπαμε πιο πάνω, όλα θα εξαρτηθούν από την αντίδραση του Ιράν. Ωστόσο, σε ανάλογες περιπτώσεις κρίσεων στη Μέση Ανατολή όπως η εισβολή στο Ιράκ το 2003, η πτώση στα χρηματιστήρια αποδεικνύεται ιστορικά προσωρινή.
Επιπλέον, στη συγκεκριμμένη περίπτωση υπήρξε χρόνος για την απορρόφηση των ειδήσεων πριν ανοίξουν οι αγορές, οπότε ενδεχομένως να αποφύγουμε μεγάλες κινήσεις πανικού.
Το πιο πιθανόν είναι οι τιμές του πετρελαίου να ανοίξουν υψηλότερα μετά τις ανακοινώσεις για τα Στενά του Ορμούζ και να υπάρχει μια σαφή στροφή προς τα κλασικά ασφαλή επενδυτικά καταφύγια, με τον χρυσό, γιεν και ελβετικό φράγκο και εν συνεχεία δολάριο και ομόλογα να αποτελούν τα συνήθη λιμάνια της επενδυτικής κοινότητας.
Γίνεται κατανοητό ότι πολλά θα εξαρτηθούν από το αν πράγματι καταστράφηκε το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν ή όχι, καθώς αυτό θα καθορίσει πιθανότατα τις μετέπειτα ενέργειες του καθεστώτος.
Μια πιθανή ολοκληρωτική καταστροφή των πυρηνικών δυνατοτήτων του, θα απογυμνώσει το Ιράν από το διαπραγματευτικό του πλεονέκτημα και πιθανότατα θα το καταστήσει πιο συγκαταβατικό για την επίτευξη μιας ειρηνευτικής συμφωνίας. Σε αυτό το σενάριο αν και οι τιμές του πετρελαίου πιθανόν να εκτιναχθούν αρχικά μιας και ανταπάντησε ήδη το Ιράν με το κλείσιμο των Στενών του Ορμούζ, εν συνεχεία θα σταθεροποιηθούν μόλις το Ιράν επιδιώξει ειρηνευτική συμφωνία με ΗΠΑ και Ισραήλ.
Αν οι Ιρανοί είχαν προλάβει να μεταφέρουν το εμπλουτισμένο ουράνιο, τα πράγματα θα είναι πιο δύσκολα και η κρίση θα κρατήσει για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Δύσκολα μπορεί να εξελιχθούν επίσης αν το Ιράν όπως θα δούμε παρακάτω, μέσα στην υπαρξιακή του απειλή χτυπήσει ενεργειακές εγκαταστάσεις του Κόλπου.
Αφήνοντας τα ακραία σενάρια απέξω, ο βασικός προβληματισμός στις αγορές παραμένει γύρω από τις επιπτώσεις του κλεισίματος των Στενών του Ορμούζ στις τιμές του πετρελαίου και κατά συνέπεια στον πληθωρισμό, που θα περιορίσει με τη σειρά της τις πιθανότητες μείωσης επιτοκίων στο άμεσο μέλλον.
Αυτό προσδίδει στις εξελίξεις του Σαββατοκύριακου ένα πολύπλοκο νέο επίπεδο κινδύνου, καθώς σύμφωνα με τα σενάρια των αναλυτών για το κλείσιμο του Ορμούζ, οι παγκόσμιες τιμές πετρελαίου μπορεί να εκτοξευτούν στα 120 εως 130 δολάρι/ βαρέλι, οδηγώντας τον πληθωρισμό στις ΗΠΑ κοντά στο 6% μέχρι το τέλος του έτους.
Το κεφάλαιο του πετρελαίου
Η αγορά πετρελαίου αντέδρασε με αξιοσημείωτη αυτοσυγκράτηση όταν το Ισραήλ βομβάρδισε στις 13 Ιουνίου τον τρίτο μεγαλύτερο παραγωγό αργού πετρελαίου στον ΟΠΕΚ για οκτώ συνεχόμενες ημέρες, χωρίς να υπάρχει σαφής ένδειξη ότι η σύγκρουση θα τερματιστεί σύντομα.
Αντέδρασε επίσης με ψυχραιμία ακόμα και μετά από αναφορές ότι το Ιράν ήδη από την προηγούμενη εβδομάδα παρεμπόδιζε τους αναμεταδότες των πλοίων που διέρχονται από τα Στενά του Ορμούζ, καθιστώντας την περιοχή κάθε άλλο παρά ήρεμα νερά, παρόλο που δεν είχαμε πυραύλους να πετούν πάνω από τα Στενά.
Έτσι μέχρι την Παρασκευή οι τιμές του Brent είχαν σημειώσει μια συνολική άνοδο της τάξης του 10%, παραμένοντας όμως κάτω από τα 80 δολάρια/βαρέλι, μια τιμή που να υπενθυμίσουμε ότι είχαμε δει στο Brent το πρώτο 15νθήμερο του 2025.
Μετά τις αμερικανικές επιθέσεις στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν, οι αγορές πετρελαίου θα τιμολογήσουν αρχικά τους αυξημένους κινδύνους για την ασφάλεια του εφοδιασμού, πόσο μάλλον μετά την απόφαση του Ιράν –όσο γραφόταν το άρθρο εκρεμμούσε η επικύρωση της- να κλείσει τα Στενά του Ορμούζ.
Αν επικυρωθεί η απόφαση, η νευρικότητα στην αγορά του πετρελαίου θα είναι αρκετά μεγάλη, καθώς το κλείσιμο των Στενών αναμένεται να προκαλέσει μεγάλες διαταραχές στις εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου από την περιοχή, οδηγώντας σε αύξηση των τιμών της ενέργειας.
Να υπογραμμίσουμε όμως ότι η ιστορία μας υποδεικνύει ότι οποιαδήποτε διαταραχή κατά πάσα πιθανότατα θα είναι βραχύβια, πόσο μάλλον από τη στιγμή που ο κύριος πελάτης του Ιράν, η Κίνα, προμηθεύεται το πετρέλαιο μέσω των Στενών. (σ.σ: Περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ).
Πράγματι, από την εισβολή του Ιράκ στο Κουβέιτ το 1991 εως τον δεύτερο πόλεμο του Κόλπου το 2003, οι σοβαρές διαταραχές στον παγκόσμιο εφοδιασμό πετρελαίου τείνουν να είναι βραχύβιες.
Πέραν της κυκλοφορίας των πετρελαιοφόρων όμως υπάρχει άλλος ένας κίνδυνος. Αν η ιρανική ηγεσία πιστεύει ότι διακυβεύεται η επιβίωση της, θα μπορούσε να επιτεθεί σε καίριες ενεργειακές υποδομές του Κόλπου, εξέλιξη που για την στήλη ίσως αποτελεί την πιο επικίνδυνη τροπή για τις τιμές του πετρελαίου αν μια τέτοια επίθεση είναι εκτεταμένη.
Βλέπετε, τόσο τα τρια εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου από το Ιράν όσο και το κλείσιμο των Στενών του Ορμούζ το οποίο νομοτελειακά θα είναι βραχυχρόνιο, λίγο πολύ μπορεί να αντιμετωπιστούν.
Η διακοπή της θαλάσσιας κυκλοφορίας μέσω των στενών του Ορμούζ άλλωστε δεν αποτελεί πρωτοφανές γεγονός και πιθανότατα να αντιμετωπιστεί με μια γρήγορη και δυναμική αντίδραση από το ναυτικό των ΗΠΑ, που θα περιορίσει την πιθανότητα ενός επίμονου σοκ εφοδιασμού.
Όσον αφορά την παραγωγή του Ιράν, η τρέχουσα πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα μπορεί άνετα να την καλύψει.
Πιο συγκεκριμένα, ο ΟΠΕΚ+ έχει σήμερα πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα 5,7 εκατ. βαρελιών αργού ημερησίως, εκ των οποίων η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έχουν τα 4,2 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως.
Η κύρια ανησυχία βέβαια είναι ότι η συντριπτική πλειοψηφία των εξαγωγών πετρελαίου της Σαουδικής Αραβίας και των Εμιράτων διεξάγεται μέσω των στενών του Ορμούζ.
Ωστόσο, αν και το Ιράκ, το Κουβέιτ και το Κατάρ δεν έχουν επί του παρόντος σαφείς εναλλακτικές λύσεις για να εξάγουν τα πετρέλαιά τους εκτός των Στενών του Ορμούζ, εντούτοις η Σαουδική Αραβία και τα ΗΑΕ θα μπορούσαν να παρακάμψουν τα Στενά μέσω των αγωγών πετρελαίου.
Η Σαουδική Αραβία, που είναι ο κορυφαίος εξαγωγέας πετρελαίου στον κόσμο καθώς παράγει 9 εκατομμύρια βαρέλια αργού ημερησίως διαθέτει έναν αγωγό μεταφοράς αργού που εκτείνεται από το πετρελαιοφόρο κοίτασμα Abqaiq στην ακτή του Κόλπου στα ανατολικά μέχρι το λιμάνι Yanbu στην Ερυθρά Θάλασσα στα δυτικά. Ο αγωγός έχει χωρητικότητα 5 εκατομμυρίων βαρελιών ημερησίως.
Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, τα οποία παράγουν 3,3 εκατομμύρια βαρέλια αργού πετρελαίου ημερησίως, διαθέτουν έναν αγωγό που συνδέει τα χερσαία κοιτάσματά τους με τον τερματικό σταθμό πετρελαίου Fujairah που βρίσκεται ανατολικά των στενών του Ορμούζ ο οποίος μπορεί να μεταφέρει 1,5 εκατομμύριο βαρέλια ημερησίως.
Ωστόσο και εδώ υπάρχουν κίνδυνοι, καθώς αυτές οι διαδρομές είναι εκτεθειμένες σε επιθέσεις των Χούθι της Υεμένης που υποστηρίζονται από το Ιράν και οι οποίοι έχουν διαταράξει σοβαρά τη ναυτιλία μέσω της Διώρυγας του Σουέζ.
Τέλος, να αναφέρουμε την άποψη της JPMorgan, ότι οι αλλαγές καθεστώτος σε μεγάλες χώρες παραγωγής πετρελαίου, όπως το Ιράν, είχαν ιστορικά σημαντικό αντίκτυπο στις παγκόσμιες τιμές του πετρελαίου. Η στήλη δεν συμφωνεί ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση θα ακολουθούσε η αγορά το ιστορικό παράδειγμα.
Πράγματι, αν και ο πρωταρχικός στόχος του Ισραήλ είναι να υποβαθμίσει το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, σύμφωνα με πολλούς αναλυτές η Ιερουσαλήμ φαίνεται να έχει και έναν δευτερεύοντα στόχο, να βλάψει το κατεστημένο ασφαλείας του Ιράν σε τέτοιο βαθμό ώστε η εγχώρια αντιπολίτευση της χώρας να μπορέσει να εξεγερθεί εναντίον του καθεστώτος.
Συμπερασματικά, ακόμα και αν το Ιράν κατορθώσει να κλείσει εντελώς τα Στενά του Ορμούζ, αν και οι αναλυτές εκτιμούν ότι οι τιμές του πετρελαίου θα μπορούσαν να ξεπεράσουν τα 100 δολάρια/βαρέλι, η ιστορία δείχνει ότι οι αγορές θα πρέπει να περιμένουν ότι το σοκ στον εφοδιασμό δεν θα έχει τουλάχιστον μεγάλη διάρκεια.
Για τη στήλη ο μεγαλύτερος κίνδυνος αυτή τη στιγμή για τον βραχυχρόνιο εφοδιασμό του πετρελαίου, είναι το καθεστώς στο Ιράν μέσα στην υπαρξιακή του κρίση να χρησιμοποιήσει το απόθεμα πυραύλων μικρού βεληνεκούς που διαθέτει για να στοχεύσει καίριες ενεργειακές εγκαταστάσεις στην περιοχή και πετρελαιοφόρα στον Περσικό Κόλπο ως ένα τελευταίο μεγάλο αντίποινο.
Τρια σημαντικά γεγονότα θα λάβουν χώρα αυτή την εβδομάδα
Aυτή την εβδομάδα αναμένονται τρια σημαντικά γεγονότα που θα μπορούσαν να διαμορφώσουν και αυτά με τη σειρά τους την επενδυτική διάθεση.
Το πρώτο είναι οι συνομιλίες στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στη Χάγη την Τετάρτη, όπου ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ αναμένεται να ασκήσει περαιτέρω πίεση στην Ευρώπη για την αύξηση των αμυντικών δαπανών.
Το δεύτερο είναι το θερινό «Νταβός» που πραγματοποιείται στην Τιαντζίν της Κίνας από την Τρίτη έως την Πέμπτη, με τις εμπορικές συνομιλίες με την Κίνα να βρίσκονται σε εξέλιξη, και το τρίτο είναι η Ημέρα Βιομηχανίας στη Γερμανία τη Δευτέρα και την Τρίτη, καθώς επανεκκινείται η ατμομηχανή της ανάπτυξης της μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρωζώνης.
Οι συναντήσεις του ΝΑΤΟ με τον Τραμπ έχουν ιστορικό δραματικών διαλόγων. Το 2017, ο ηγέτης του Λευκού Οίκου αμφισβητούσε επανειλημμένα τη δέσμευση της Αμερικής στη συμμαχία και κατηγορούσε άλλα μέλη ότι οφείλουν «τεράστια χρηματικά ποσά» στο συνολικό μερίδιο των αμυντικών δαπανών.
Αυτή την Τετάρτη στη Χάγη της Ολλανδίας πώς θα διαμορφωθεί το κλίμα; Kάποια μέλη αναμένεται να πυροδοτήσουν αντιδράσεις. Βλέπετε, ενώ οι αμυντικές δαπάνες έχουν αυξηθεί δραματικά σε όλη την Ευρώπη, χώρες όπως η Ισπανία μπορεί να εκτροχιάσουν τις συνομιλίες χαρακτηρίζοντας τον στόχο του 5% του ΑΕΠ ως «παράλογο».
Ο συνεχιζόμενος πόλεμος στην Ουκρανία αποτελεί άλλο ένα πεδίο έντασης ενώ σημαντικό μέρος των συζητήσεων αναμένεται να είναι και οι εχθροπραξίες μεταξύ Ισραήλ και Ιράν..
Ο πρέσβης των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ, Μάθιου Γουίτακερ, δήλωσε στην εκπομπή «Squawk Box Europe» του CNBC ότι η περιοχή δεν πρέπει να περιμένει μια «μαλακή» στάση από τις ΗΠΑ για τις αμυντικές δαπάνες, καθώς «ο στόχος του 5% «δεν είναι απλά μια διαπραγματευτική τακτική», και όλοι οι σύμμαχοι πρέπει να επενδύσουν περισσότερο στις αμυντικές τεχνολογίες του 21ου αιώνα.
Στην άλλη άκρη, η κινεζική πόλη Τιαντζίν φιλοξενεί τη Συνάντηση Νέων Πρωταθλητών του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, γνωστή και ως Θερινό Νταβός, που διεξάγεται από την Τρίτη έως την Πέμπτη. Η τεχνολογία κυριαρχεί στην ατζέντα σε μια δύσκολη στιγμή για τις σχέσεις μεταξύ Κίνας και Δύσης, καθώς οι εμπορικές διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ βρίσκονται ακόμη σε εξέλιξη.
Τέλος, η Ημέρα Βιομηχανίας στο Βερολίνο φέτος αναμένεται να είναι ιδιαίτερα σημαντική για τη Γερμανία, με τέσσερα οικονομικά ινστιτούτα να αναβαθμίζουν τις προβλέψεις τους για την αύξηση του ΑΕΠ το 2025 και το 2026 για τη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης.
Aποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δε θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.