Πώς αλλάζει το μοντέλο της παγκόσμιας οικονομίας
Shutterstock
Shutterstock

Πώς αλλάζει το μοντέλο της παγκόσμιας οικονομίας

Το μεταψυχροπολεμικό διεθνές σύστημα, μετά την κατάρρευση της σοβιετικής ένωσης, εμφανίστηκε αρχικά ως μονοπολικό. Οι Ηνωμένες Πολιτείες λειτουργούσαν ως ο κυρίαρχος ηγεμόνας σε στρατιωτικό, οικονομικό και ιδεολογικό επίπεδο. Ωστόσο, από τις αρχές του 21ου αιώνα οι διεθνείς δομές έχουν υποστεί βαθιές μεταβολές.

Η άνοδος νέων οικονομικών δυνάμεων, η ενίσχυση περιφερειακών οργανισμών, η εξάπλωση τεχνολογικών και οικονομικών δικτύων, καθώς και η αυξανόμενη επιρροή μη κρατικών φορέων όπως των πολυεθνικών επιχειρήσεων, διεθνών οργανώσεων, κοινωνικών δικτύων κλπ., έχουν οδηγήσει σε ευρεία αμφισβήτηση της ιδέας της διαρκούς μονοπολικότητας.

Στο πλαίσιο αυτό, συγκρούονται δύο έννοιες που επιχειρούν να περιγράψουν τη μετάβαση: η πολυπολικότητα και ο πολυκεντρισμός. Αν και χρησιμοποιούνται συχνά ανταλλάξιμα, έχουν διαφορετικές αναλυτικές συνέπειες και πολιτικές προεκτάσεις. Από οικονομικής απόψεως η διάκριση αυτή είναι πολύ σημαντική για την χάραξη μακροχρόνιων βιώσιμων στρατηγικών ανάπτυξης.

Η πολυπολικότητα παραδοσιακά σημαίνει ένα διεθνές σύστημα στο οποίο υπάρχουν πολλαπλοί πόλοι με σχετικά ισοδύναμες ικανότητες, κυρίως στρατιωτικές, οικονομικές και πολιτικές, που ανταγωνίζονται και ισορροπούν μεταξύ τους. Ιστορικά παραδείγματα αυτού του τύπου συστήματος βρίσκονται στην Ευρώπη του 19ου αιώνα, όπου μεγάλες δυνάμεις διατήρησαν μια λεπτή ισορροπία δυνάμεων.

Στο θεωρητικό επίπεδο, η πολυπολικότητα ταυτίζεται με την ιδέα ότι η ισχύς κατανέμεται σχετικώς συμμετρικά. Οι συμμαχίες, οι αντισυμμαχίες και οι μετακινήσεις των συσχετισμών δύναμης καθορίζουν την αστάθεια ή σταθερότητα του συστήματος. Ωστόσο, στην παρούσα εποχή η υπόθεση της συμμετρίας είναι προβληματική: η ισχύς δεν έχει κατανεμηθεί ομοιόμορφα και οι πόλοι που αναδύονται διαθέτουν διαφορετικά πλεονεκτήματα, περιορισμούς και πεδία επιρροής.

Το μοντέλο της πολυπολικότητας υποθέτει ότι τα κέντρα ισχύος είναι σχετικά ισοδύναμα, κάτι που οδηγεί σε απλουστευμένες προσεγγίσεις. Αγνοεί, όμως, τρεις κρίσιμες πραγματικότητες:

α) Την ανισοκατανομή της ισχύος: δηλαδή τις διαφορές σε στρατιωτική, οικονομική και θεσμική ικανότητα μεταξύ των δρώντων.

β) Τον ρόλο των μη κρατικών παραγόντων, όπως οι πολυεθνικές επιχειρήσεις, οι ΜΚΟ και τα διακρατικά δίκτυα που αποκτούν όλο και μεγαλύτερη επιρροή, και

γ) Την αλληλεξάρτηση των συστημάτων, όπου η ισχύς διαχέεται και ασκείται τόσο συνεργατικά όσο και ανταγωνιστικά σε διαφορετικούς τομείς.

Εστιάζοντας αποκλειστικά σε ισχυρούς, κρατοκεντρικούς πόλους, η έννοια της πολυπολικότητας δεν καταφέρνει να περιγράψει τη σύνθετη πραγματικότητα της σύγχρονης παγκόσμιας οικονομίας και διακυβέρνησης.

Για να περιγραφεί ακριβέστερα το σημερινό τοπίο, ο όρος πολυκεντρισμός είναι πιο κατάλληλος. Ο πολυκεντρισμός δηλώνει ένα πλέγμα πολλαπλών κέντρων ισχύος που διαφοροποιούνται ως προς την εμβέλεια, το είδος και την ένταση της επιρροής τους. Σε αντίθεση με την άκαμπτη εικόνα της πολυπολικότητας, ο πολυκεντρισμός αναγνωρίζει την ασυμμετρία: διαφορετικά κέντρα κυριαρχούν σε διαφορετικούς τομείς (στρατιωτικό, οικονομικό, τεχνολογικό, θεσμικό ή πολιτισμικό) και συνυπάρχουν μέσω συνεργασιών, ανταγωνισμών και αμοιβαίων εξαρτήσεων.

Έτσι, το διεθνές σύστημα του 21ου αιώνα δεν είναι μια απλή αρένα μεταξύ ομοίων πόλων, αλλά ένα δυναμικό δίκτυο πολλαπλών κέντρων που επικαλύπτονται και συγκρούονται κατά τομέα. Υπάρχει ένα δίκτυο πολλαπλών κέντρων επιρροής, το κάθε ένα με ειδικό ρόλο και τομέα δράσης:

  • Οικονομικά κέντρα αποτελούν οι ΗΠΑ, η Κίνα, η Ευρωπαϊκή Ένωση, η ASEAN, ορισμένες αναδυόμενες αγορές και σχηματισμοί όπως οι BRICS, καθώς και ενεργειακοί κολοσσοί (Exxon, Chevron κλπ.).
  • Κέντρα ασφάλειας, κεντρικό ρόλο διαδραματίζουν το ΝΑΤΟ, οι ΗΠΑ και η Ρωσία, καθώς και περιφερειακά στρατιωτικά/αμυντικά σχήματα όπως ο Οργανισμός Συνεργασίας της Σαγκάης και η Αφρικανική Ένωση.
  • Κανονιστικά και θεσμικά κέντρα αποτελούν οι παγκόσμιοι θεσμοί —ΟΗΕ, ΠΟΕ, ΟΟΣΑ, ΔΝΤ και άλλοι οργανισμοί.
  • Κέντρα τεχνολογίας και πολιτισμικά κέντρα ως μη κρατικοί δρώντες, δημιουργούν οι μεγάλοι τεχνολογικοί κόμβοι (π.χ. Tesla, Nvidia, Amazon, Google, OpenAI, Microsoft, κλπ.), τα διεθνή μέσα ενημέρωσης, και διακρατικές τεχνολογικές εταιρείες.

Παραδείγματα αυτής της δομής είναι εύκολα αναγνωρίσιμα. Οι ΗΠΑ διατηρούν σημαντική τεχνοστρατηγική και στρατιωτική υπεροχή σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά η Κίνα αναπτύσσει σε μεγάλο βαθμό την οικονομική και τεχνολογική της επιρροή και δομεί περιφερειακά δίκτυα επιρροής όπως μέσω της πρωτοβουλίας «Ο Δρόμος του Μεταξιού» (BRI)). Η Ευρωπαϊκή Ένωση ασκεί ισχυρή ρυθμιστική και κανονιστική επιρροή, όπως σε θέματα εμπορίου, περιβάλλοντος και ψηφιακής ρύθμισης, χωρίς να διαθέτει ισοδύναμη, ενιαία γεωπολιτική και στρατιωτική ισχύ. Παράλληλα, χώρες όπως η Ινδία, η Βραζιλία, η Τουρκία και περιφερειακοί οργανισμοί (ASEAN, Αφρικανική Ένωση) αναδύονται ως περιφερειακοί πόλοι με ειδικούς ρόλους.

Τέλος, μη κρατικοί φορείς, όπως οι εταιρίες της Silicon Valley ως μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες, διεθνή ΜΜΕ και κοινωνικά δίκτυα, αποτελούν τεχνολογικά και πολιτισμικά κέντρα ισχύος τα οποία διαμορφώνουν συμπεριφορές, οικονομικές ροές και διεθνή πρότυπα. Επί πλέον χώρες όπως η Τουρκία, Ρωσία, Ιράν, Κίνα, λόγω το αυτοκρατορικού τους παρελθόντος αναπτύσσουν στρατηγικές αναβίωσης των χαμένων αυτοκρατοριών τους, αναζητώντας επιρροές στις παλιές κατακτήσεις τους, χωρίς να αντιλαμβάνονται ότι ποτέ στην ιστορία μια αυτοκρατορία δεν ξαναδημιουργήθηκε.

Η ασυμμετρία αυτή έχει σημαντικές θεωρητικές συνέπειες. Η παραδοσιακή θεωρία συχνά εστιάζει σε κράτη-μονοπώλια της ισχύος. Όμως στο πολυκεντρικό πλαίσιο η ισχύς είναι πολυδιάστατη και διασκορπισμένη. Αυτό απαιτεί εξέλιξη των εννοιολογικών εργαλείων: η ανάλυση πρέπει να λαμβάνει υπόψη ικανότητες σε ειδικούς τομείς, δίκτυα εξάρτησης, και τη λειτουργία θεσμικών και ιδιωτικών φορέων. Επιπλέον, η έννοια της ασφάλειας πρέπει να επαναπροσδιοριστεί πέρα από την στρατιωτική διάσταση, συμπεριλαμβάνοντας οικονομική, τεχνολογική και ανθρώπινη ασφάλεια.

Σε πρακτικό επίπεδο, ο πολυκεντρισμός επιβάλλει αλλαγές στη διεθνή οικονομία και διακυβέρνηση. Όταν η ισχύς είναι διάχυτη και ειδικευμένη κατά τομέα, οι παραδοσιακές λύσεις μέσω αποκλειστικής ηγεμονίας ή σκληρών μπλοκ αποδεικνύονται ανεπαρκείς.

Χρειάζονται πολυμορφικά, συνεργατικά πλαίσια λήψης αποφάσεων που συνδυάζουν κράτη, διεθνείς οργανισμούς, ιδιωτικούς φορείς και κοινωνία των πολιτών. Η αντιμετώπιση παγκόσμιων προβλημάτων, όπως η προστασία του περιβάλλοντος, υγειονομικές κρίσεις, ψηφιακή διακυβέρνηση, χρηματοπιστωτική σταθερότητα, έλεγχος πυρηνικών, έλεγχος τεχνητής νοημοσύνης κλπ., απαιτεί διατομεακές λύσεις και δικτύωση πολλών κέντρων.

Επιπλέον, η πολυκεντρική δομή φέρνει νέες προκλήσεις για τη σταθερότητα. Η πολλαπλότητα των κέντρων μπορεί να οδηγήσει σε ανταγωνισμό σε επιμέρους τομείς, ασυνεπή πολιτική συνεργασία και περιφερειακές εντάσεις. Επίσης, η δυνατότητα κρατών ή ιδιωτικών φορέων να ασκήσουν επιρροή μέσω οικονομικών εξαρτήσεων ή ψηφιακών πλατφορμών δημιουργεί νέες μορφές εξάρτησης που δεν ρυθμίζονται επαρκώς από τα υπάρχοντα διεθνή όργανα. Αυτό υπογραμμίζει την ανάγκη για ενίσχυση θεσμών που θα μπορούν να επιβλέπουν και να ρυθμίζουν τέτοιες σχέσεις, προστατεύοντας ταυτόχρονα τις μικρότερες και πιο ευάλωτες οντότητες.

Η μετάβαση σε ένα πολυκεντρικό πλαίσιο προσφέρει, ωστόσο, και ευκαιρίες. Η διασύνδεση και ο πλουραλισμός μπορούν να ενισχύσουν την καινοτομία, να επιτρέψουν μορφές συνεργασίας προσαρμοσμένες σε συγκεκριμένα προβλήματα και να μειώσουν την επικίνδυνη συγκέντρωση εξουσίας σε έναν μόνο παράγοντα. Ταυτόχρονα, προσφέρουν δυνατότητες για πιο πολλαπλές ζώνες συνεργασίας, όπου κράτη και φορείς συμμαχούν ανάλογα με τα συμφέροντά τους σε επιμέρους ζητήματα αντί για αμετάβλητες, γεωπολιτικές συμμαχίες. Επιπλέον, χωρίς μια μονοκεντρική ηγεμονία ή δεσπόζοντες πόλους, η παγκόσμια διακυβέρνηση πρέπει να υιοθετήσει την κοινή ηγεσία και τα συνεργατικά πλαίσια. Τα πολυκεντρικά συστήματα είναι εγγενώς δυναμικά, απαιτώντας από κράτη και θεσμούς να προσαρμόζονται σε μεταβαλλόμενες ισορροπίες ισχύος και σε νέα κέντρα επιρροής.

Συμπερασματικά, η κατανόηση της σύγχρονης παγκόσμιας οικονομίας και τάξης απαιτεί μετατόπιση από την απλουστευτική εικόνα της πολυπολικότητας στην πιο ευέλικτη και ρεαλιστική έννοια του πολυκεντρισμού. Η ποικιλία και η ασυμμετρία των κέντρων ισχύος, η παρουσία ισχυρών μη κρατικών φορέων και η βαθειά αλληλεξάρτηση καθορίζουν ένα περιβάλλον όπου η διακυβέρνηση πρέπει να ανασχηματιστεί.

Η θεωρία και η πολιτική πρέπει να ανταποκριθούν με νέα εργαλεία ανάλυσης, θεσμούς και πολιτικές που θα επιτρέπουν συνεργασίες, θα διαχειρίζονται ανταγωνισμούς και θα προάγουν τη συλλογική διαχείριση των κοινών προβλημάτων ενός κόσμου πολλαπλών, άνισων αλλά αλληλεξαρτώμενων κέντρων ισχύος. Η μελλοντική σοφία στην λήψη αποφάσεων, οφείλει να εμβαθύνει στην κατανόηση των διασυνδέσεων αυτών και να αναπτύξει στρατηγικές για αποτελεσματική και δίκαιη παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη και διακυβέρνηση.


* Ο Γιώργος Ατσαλάκης είναι Οικονομολόγος, Αναπληρωτής Καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης Εργαστήριο Επιστημονικών Δεδομένων.